Μια πιο σύγχρονη προσέγγιση στο σημείο καμπής της σειράς.
Για τους οπαδούς της σειράς Assassin’s Creed, το 2012 φαίνεται, πλέον, πάρα πολύ μακρινό. Μοιάζει σαν να έχουν περάσει αιώνες από την κυκλοφορία του παιχνιδιού αυτού, που θα μπορούσε κάλλιστα να ήταν και το τελευταίο παιχνίδι της σειράς – και ακριβώς αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο δεν θα μπούμε στη διαδικασία να υπερκαλύψουμε τμήματα του παρόντος κειμένου με την ταμπέλα των spoilers, για όλους όσους διαμαρτυρηθούν συγκεκριμένα. Αν αναλογιστούμε το αρχικό lore που συντρόφευε την ιστορία του Desmond, του αντιρρησία συνείδησης των σύγχρονων Ασσασσίνων, ο οποίος πέφτει στα νύχια της Abstergo, της εταιρείας-προσωπείου του Τάγματος των Ναϊτών, θα διαπιστώσουμε χωρίς μεγάλη δυσκολία πως το παιχνίδι έπρεπε να ολοκληρωθεί ακριβώς εκείνη τη στιγμή.
Το AC3 πραγματεύεται τις τελευταίες, υπεράνθρωπες προσπάθειες μιας μικρής κυψέλης Ασσασσίνων να σταματήσει την απειλή που έρχεται απευθείας από το διάστημα. Η απειλή εξουδετερώθηκε με επιτυχία, αν και η νίκη αυτή ήταν πύρρειος, τόσο για τις αντιμαχόμενες πλευρές, όσο και για την ανθρωπότητα. Από αυτό το σημείο καμπής ξεπήδησαν τόσες πολλές παράλληλες ιστορίες, οι οποίες και εξυπηρετούσαν τα σχέδια της Ubisoft στο να κρατήσει «ζωντανό» και ακμαίο το franchise από αφηγηματικής πλευράς. Φαίνεται, ωστόσο, πως η προσπάθεια να διατηρήσουμε ακέραιο κάτι που έπρεπε να είχε σβήσει εδώ και καιρό έχει τα δικά του προβλήματα, γιατί η κυκλοφορία του Assassin’s Creed Origins και η στροφή της ομάδας ανάπτυξης σε μια νέα ιστορία, που δεν ξέρουμε που θα καταλήξει, εξακολουθεί να μας μπερδεύει.
Και αυτό είναι παραπάνω από προφανές, παρατηρώντας και παρακολουθώντας τα γεγονότα που εκτυλίσσονται στο Assassin’s Creed 3 – για την ακρίβεια, στη βελτιωμένη έκδοση του παιχνιδιού, η οποία και έγινε διαθέσιμη στο τέλος του Μαρτίου, ως standalone έκδοση και δωρεάν για τους κατόχους του Season Pass του πιο πρόσφατου τίτλου της σειράς. Μας φαίνεται ακόμα παράξενο που αποκτούμε, για μια ακόμα φορά, τον έλεγχο του Desmond Miles, του Ασσασσίνου μάρτυρα, ο οποίος μπαίνει για μια ακόμα φορά στο Animus και βιώνει τη ζωή του μιγάδα Ινδιάνου Ratonhnhake:ton (Connor), και του πολυμήχανου πατέρα του, του Haytham (για πολύ λίγο), με σκοπό να οδηγηθεί στην τοποθεσία που ο Αρχιασσασσίνος Connor έκρυψε το κλειδί που ξεκλειδώνει την περιοχή με το μυστικό όπλο του Ναού.
Μας φαίνεται πιο περίεργο που μας δίνεται η ευκαιρία να καταλάβουμε πιο προσεκτικά τα κίνητρα της Juno των Isu, όταν αποτελεί το επίκεντρο της ιστορίας των επόμενων τίτλων, μόνο και μόνο για να δούμε την ιστορία της να ολοκληρώνεται άδοξα σε ένα κόμικ. Ναι, παίζοντας το παιχνίδι για ακόμα μια φορά, το μόνο που καταφέρνουμε είναι να αναρωτιόμαστε για ποιόν λόγο η σειρά δεν τελείωσε σε αυτό το παιχνίδι. Από αφηγηματικής άποψης, η σειρά θα είχε κάνει τον κύκλο της με τον καλύτερο δυνατό τρόπο και θα είχε την κατάληξη που θα έπρεπε, χωρίς τα παράδοξα που ακολούθησαν και χωρίς άλλες υπερβολές.
Μετά από όλα όσα αναφέρθηκαν, δεν θα έπρεπε καν να ασχολούμαστε μαζί του. Ποιο είναι το όφελος; Άλλωστε, από πλευράς εξέλιξης της σειράς, μετά από το Assassin’s Creed 3 μοιάζει σαν να είμαστε σε αχαρτογράφητα νερά. Ωστόσο, υπάρχει ένας λόγος τον οποίο είμαστε πραγματικά πολύ χαρούμενοι. Και αυτός είναι διότι πλέον μας δίνεται η ευκαιρία να ξαναπαίξουμε έναν τίτλο, ο οποίος δημιουργήθηκε στο μεταίχμιο της έβδομης γενιάς κονσολών, σε μια μηχανή γραφικών που έμοιαζε μετέωρη ανάμεσα σε δυο διαφορετικές τεχνολογίες. Έτσι, με τη δουλειά που έριξαν τα παιδιά της Ubisoft Barcelona, μπορούμε να μιλάμε αυτή τη στιγμή για την πιο «γεμάτη», όμορφη έκδοση του τρίτου μέρους της σειράς, η οποία έρχεται να μας θυμίσει μερικά όμορφα πράγματα από το παρελθόν της σειράς.
Έτσι, για μια ακόμα φορά ερχόμαστε να ακολουθήσουμε τον Connor στο ταξίδι ενηλικίωσης και ωρίμανσής του από το ξεκίνημα στο χωριό της φυλής του, μέχρι και τα γεγονότα που σηματοδότησαν την ανεξαρτησία των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής από τη Βρετανική Αυτοκρατορία. Ένα ταξίδι το οποίο σφυρηλάτησε τον χαρακτήρα του με αμόνι και φωτιά, μέσα από τους καπνούς των μαχών στις οποίες πρωτοστάτησε και μέσω της εξολόθρευσης του ηγέτη του Τάγματος των Ναϊτών αλλά και των πρωτοπαλίκαρών του. Το αν το ταξίδι αυτό ήταν ευχάριστο ή όχι, το αν η διαδρομή ήταν ξέγνοιαστη ή όχι, είναι ένα διαφορετικό ζήτημα, στο οποίο έχουμε αναφερθεί εκτενώς στο αρχικό κείμενο που γράφτηκε για το παιχνίδι.
Για να είμαστε ειλικρινείς, θεωρούμε πως το Assassin’s Creed 3, αν και δίχασε τότε το κοινό, έκανε αρκετά γενναία βήματα μπροστά, μένοντας όσο το δυνατόν πιστό στη μυθολογία και το lore που χτίστηκε λίγο-λίγο στα προηγούμενα παιχνίδια της σειράς. Σαφέστατα και θεωρούμε πως, όταν ένας Ασσασσίνος αναγκάζεται να κυνηγάει γουρουνάκια για να τα κλείσει στο στάβλο τους, είναι το λιγότερο προσβλητικό τόσο ως προς το τι αντιπροσωπεύει η εικόνα του, όσο και το τι ακριβώς μας παρουσίασαν τα προηγούμενα παιχνίδια της σειράς. Ωστόσο, δεν πρέπει να ξεχνάμε πως το παιχνίδι εισήγαγε πολλά side missions που μας φέρνουν πιο κοντά στη νοοτροπία των αυτόχθονων κατοίκων της Αμερικής, στις δοξασίες και τις πεποιθήσεις των αποίκων αλλά και στην ίδια τη γη, με την ποικιλομορφία και τα πλάσματά της.
Εισήγαγε, επίσης, το σύστημα ναυμαχιών, οι οποίες και αποτέλεσαν κομβικό σημείο ενδιαφέροντος, γεγονός που εκμεταλλεύτηκε η ίδια η Ubisoft, μετατρέποντάς τις σε πυλώνα δημιουργίας τίτλων αργότερα. Μια εξίσου σημαντική αλλαγή είναι αυτή που αφορά στο τμήμα της Σύγχρονης Εποχής, με τον Desmond να φεύγει επιτέλους από τα στενά πλαίσια της περιοχής όπου βρισκόταν στα προηγούμενα παιχνίδια, αναλαμβάνοντας μυστικές αποστολές που εκτυλίσσονται στις Ηνωμένες Πολιτείες, ακόμα και τη Βραζιλία, δίνοντάς μας έτσι την απαραίτητη αίσθηση ποικιλομορφίας στις αποστολές, που τόσο αναζητούσαμε στα προηγούμενα παιχνίδια της σειράς, και ειδικά από ό,τι είχε μεσολαβήσει στο Revelations.
Ναι, είναι αλήθεια πως το Assassin’s Creed 3 είχε κατηγορηθεί πως ξεφεύγει αρκετά από τη φόρμουλα που μας είχαν παρουσιάσει τα προηγούμενα παιχνίδια της σειράς – κάποιες φορές προς το καλύτερο, αλλά και κάποιες άλλες προς το χειρότερο. Ωστόσο, μετά από την πάροδο τόσων χρόνων και έχοντας δει την μετέπειτα πορεία της σειράς, μάλλον είμαστε τελικά ευγνώμονες που μπορέσαμε και ασχοληθήκαμε με την πιο «φρεσκαρισμένη» εκδοχή αυτού του παιχνιδιού, παρά τα αρνητικά που το συνοδεύουν.
Η επανέκδοση του παιχνιδιού έρχεται με τις απαραίτητες προσθήκες στον τομέα της απεικόνισης. Το παιχνίδι τρέχει σε Full HD ανάλυση στις «απλές» εκδόσεις των PlayStation 4 και Xbox One, με την απόδοση να αγγίζει το μέγιστο στα PlayStation 4 Pro και Xbox One X, ενώ ο ρυθμός απεικόνισης είναι κλειδωμένος στα 30 καρέ το δευτερόλεπτο, με την έκδοση των ηλεκτρονικών υπολογιστών να τα πηγαίνει πολύ καλύτερα σε επίπεδα ανάλυσης και καρέ αναπαραγωγής. Τα μοντέλα των χαρακτήρων του παιχνιδιού έχουν επίσης δουλευτεί σε εξαιρετικό επίπεδο, σε σημείο που δυσκολευτήκαμε σχεδόν να αναγνωρίσουμε ορισμένους από τους βασικούς χαρακτήρες που πλαισιώνουν την περιπέτεια.
Σημαντική δουλειά έχει γίνει ακόμη στους μηχανισμούς αντανάκλασης, ενώ το βελτιωμένο σύστημα φωτισμών παρουσιάζει το παιχνίδι υπό σχεδόν μια νέα οπτική. Μείζονος σημασίας, ωστόσο, δεν είναι οι αλλαγές στον οπτικό τομέα, αλλά οι επεμβάσεις στον τομέα του gameplay. Η δυνατότητα χρήσης stealth μηχανισμών που γνωρίσαμε στο Black Flag, η δυνατότητα αυτόματης χρήσης διπλών λεπίδων, το βελτιωμένο crafting, η οριστική ακύρωση του mini-game παραβίασης λουκέτων, ο βελτιωμένος χάρτης και η διόρθωση ορισμένων ενοχλητικών bugs που ταλαιπωρούσαν το παιχνίδι από τις πρώτες μέρες κυκλοφορίας είναι κάτι παραπάνω από ευπρόσδεκτα. Όταν σε αυτή την εξίσωση προσθέσουμε και τη διαθεσιμότητα όλων των story DLCs, παρέα με την remastered έκδοση του Assassin’s Creed Liberation HD, τότε σαφέστατα μιλάμε για ένα πακέτο που μπορεί ικανοποιήσει τόσο τους πιο νέους παίκτες, όσο και τους πιο παλιούς, που δεν μπόρεσαν να απολαύσουν την πλήρη εμπειρία του παιχνιδιού, 7 χρόνια πριν.
Χρησιμοποιούμε, ωστόσο, τη λέξη «μπορεί», διότι παράπονα εξακολουθούν να υπάρχουν. Οι remastered εκδόσεις εξακολουθούν να μαστίζονται από κάποια θέματα, τα οποία είναι περισσότερο εμφανή στην έκδοση των ηλεκτρονικών υπολογιστών και όχι τόσο στις κονσόλες, θέματα τα οποία ακόμη δεν έχουν αντιμετωπιστεί με κάποιο διορθωτικό patch από την Ubisoft, η οποία συνεχίζει να έχει στραμμένη την προσοχή της στον εμπλουτισμό του πιο πρόσφατου τίτλου της σειράς, του Odyssey.
Οι παίκτες που έπαιξαν τις remastered εκδόσεις των παιχνιδιών με πρωταγωνιστή τον Ezio Auditore, αλλά και εκείνη του Assassin’s Creed Rogue, θα κάνουν σαφείς παραλληλισμούς της προσωπικότητας των πρωταγωνιστών με τον Connor, ο οποίος μπορεί να εκτιμηθεί σαν προσωπικότητα μόνο αν αναλογιστεί κανείς τις ρίζες και το ταμπεραμέντο της φυλής του, όπως τουλάχιστον μας έχουν παρουσιαστεί μέχρι και αυτή τη στιγμή μέσω των popular media. Επιπλέον, αν και το Assassin’s Creed 3 καταφέρνει να στέκεται ικανοποιητικά καλά, το ίδιο δεν μπορεί να ειπωθεί και για την remastered περιπέτεια της Aveline, οι gaming καταβολές της οποίας γίνονται αντιληπτές από το πρώτο σχεδόν λεπτό, ενώ για μια ακόμα φορά δίνεται ένα παιχνίδι με υλικό το οποίο έχει κοπεί από την αρχική του έκδοση, κάτι για το οποίο ελπίζουμε πως θα δούμε στην επερχόμενη έκδοση για το Nintendo Switch.
Αν και το Liberation HD μπορεί να προσφέρει ακόμα περισσότερες ώρες παιχνιδιού στο συνολικό πακέτο, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε πως το παιχνίδι είχε κυκλοφορήσει για μια πιο υποδεέστερη πλατφόρμα. Η κυκλοφορία του στο PS VITA ήταν πραγματικά μνημειώδης, καθώς κατάφερνε να μεταφέρει σχεδόν αυτούσια την εμπειρία των core παιχνιδιών της σειράς, αλλά η σύγκριση με το βασικό παιχνίδι και με τα σημερινά δεδομένα δεν μπορεί να κρύψει αποτελεσματικά τις πιο ταπεινές καταβολές του.
Σε κάθε περίπτωση όμως, δεν πρέπει να παραβλέπουμε την αξία αυτής της συλλογής. Όσο και αν το αρχικό παιχνίδι δίχασε το κοινό της σειράς στην εποχή του, δεν παύει να είναι ένα από τα τελευταία παιχνίδια που στάθηκε πιστό στις απαρχές της σειράς. Η remastered συλλογή των παιχνιδιών του Assassin’s Creed 3 είναι μια τίμια πρόταση από την Ubisoft να εισάγει ένα από τα πιο κομβικά σημεία της σειράς στα σημερινά τεχνολογικά δεδομένα.
Παρά την κεντρική ιστορία, που πιθανόν δεν θα συγκινήσει κάποιους παίκτες, παρά την ποικιλία αποστολών που δεν συνάδουν απόλυτα με το ύφος και το lore της σειράς, η συλλογή Assassin’s Creed 3: Remastered είναι μια καλή ευκαιρία για τους παίκτες να αναπολήσουν το παλιό, καλό παρελθόν της σειράς, απλά σε πιο σύγχρονο ύφος. Με την απουσία ενός νέου τίτλου της σειράς την προσεχή σεζόν, η συλλογή θα μας κρατήσει παρέα για αρκετές ώρες…και ίσως ανοίξει και την όρεξη της εταιρείας για ένα ακόμα remaster – εκείνο, που αφηγείται μια περιπέτεια κάπου στους Αγίους Τόπους…