Το “σοβιετικό gaming” επιστρέφει…
Είναι το κρύο; Είναι τα χιόνια; Είναι το πολιτικό καθεστώς; Σε κάτι οφείλεται τέλος πάντων η εμμονή των χωρών του Ανατολικού Μπλοκ, να εισβάλουν για τα καλά στη βιομηχανία των βιντεοπαιχνιδιών. Ότι και να είναι αυτό το "κάτι" που παροτρύνει Ουκρανούς, Πολωνούς και Ρώσους, να πέφτουν με τα μούτρα στην ανάπτυξη βιντεοπαιχνιδιών, εμείς δηλώνουμε χαρούμενοι που, όχι απλά "ακούγεται η φωνή τους", αλλά σε κάποιες περιπτώσεις "σκεπάζει και τις αγριοφωνάρες" των μεγάλων κρατών, των βαρόνων του μέσου. Χωρίς να έχουμε κάποια αντίρρηση στο αμερικανικό ή ιαπωνικό πρότυπο παιχνιδιών, που τόσα χρόνια κυριαρχεί -και θα συνεχίσει να κυριαρχεί- θεωρούμε υγιέστατο και ιδιαίτερα ενθαρρυντικό, ότι υπάρχουν πλέον εταιρίες, λίγες και μικρές είναι η αλήθεια, που έχουν όρεξη για δουλειά, κουβαλάνε φρέσκες ιδέες και αδιαφορούν συστηματικά για τις τάσεις της βιομηχανίας.
Οι άνθρωποι αυτών των εταιριών, που μεγάλωσαν σε κομμουνιστικά καθεστώτα, δεν ξέρουν, και μάλλον ούτε θέλουν, να ακολουθούν τη μόδα και τις ανάγκες των καιρών. Έχουν μία συγκεκριμένη πολιτική, απευθύνονται στο "δικό" τους κοινό και κατέχουν μία ξεχωριστή και ενδιαφέρουσα ιδεολογία. Εμείς, τους στηρίζουμε και θα συνεχίσουμε να το κάνουμε, για όσο διατηρούν αυτήν την "διαφορετική" ποιότητα που χαρακτηρίζει τους τίτλους τους.
Η κόλαση του Τσερνόμπιλ
Η GSC Game World λοιπόν, είναι μία εταιρία από την Ουκρανία, που τάραξε κοινό και κριτικούς το 2007 με το S.T.A.L.K.E.R.: Shadow of Chernobyl και έδωσε την πρώτη δυνατή γεύση του τι εστί "σοβιετικό gaming" -να μας επιτραπεί ο όρος. Ένα μοναδικό παιχνίδι βολών πρώτου προσώπου, αρκετά διαφοροποιημένο από τα υπόλοιπα του είδους, με ενδιαφέρουσα θεματολογία, εκπληκτική ατμόσφαιρα και λιτό, αν και μελετημένο, gameplay. Η συνέχεια, ήρθε με το prequel, ονόματι "S.T.A.L.K.E.R.: Clear Sky", που προσπάθησε να διορθώσει τα όποια προβλήματα αντιμετώπιζε ο προκάτοχός του, και εν μέρει τα κατάφερε. Το Clear Sky παρουσιάστηκε ως stand alone expansion pack και τιμολογήθηκε ως τέτοιο, αλλά στην πραγματικότητα ήταν ένα ολοκληρωμένο παιχνίδι.
Η τρίτη, και όχι φαρμακερή, προσπάθεια των Ουκρανών έφτασε μόλις πριν λίγες ημέρες και ακούει στο όνομα S.T.A.L.K.E.R.: Call of Pripyat. Πριν "βουτήξουμε" όμως στον σκοτεινό του κόσμο, αξίζει να αναφέρουμε πως και το τρίτο μέρος, θεωρητικά, είναι ένα πακέτο επέκτασης, που όμως δεν απαιτεί την ύπαρξη κάποιου προηγούμενου παιχνιδιού της σειράς. Το μόνο στοιχείο που δικαιολογεί τον όρο "expansion pack", είναι η αισθητά χαμηλή τιμή του και μόνο αυτή, μιας και τόσο η διάρκεια, όσο και το περιεχόμενο, βρίσκονται σε ικανοποιητικά, για τα δεδομένα του σήμερα, επίπεδα.
Ο κόσμος που διαδραματίζονται τα S.T.A.L.K.E.R. είναι η ευρύτερη περιοχή του Τσερνόμπιλ -γνωστή και ως Ζώνη- αρκετά χρόνια μετά το καταστροφικό ατύχημα του τέταρτου αντιδραστήρα του πυρηνικού σταθμού παραγωγής ενέργειας που λειτουργούσε στην περιοχή. Επί της ουσίας, πρόκειται για μία αναδημιουργία του συμβάντος, αφού το σενάριο βασίζεται, κυρίως, σε επιστημονικής φαντασίας χαρακτηριστικά. Στην περιοχή των 30 τετραγωνικών χιλιομέτρων, πλέον βρίσκονται οι "stalkers", στρατιώτες-κυνηγοί-εγκληματίες που παίζουν ένα σκληρό παιχνίδι επιβίωσης, προς αναζήτηση των πολύτιμων και πανίσχυρων artifacts.
Αυτά είναι ραδιενεργά τεχνουργήματα, συνήθως με τη μορφή πετρώματος, που δίνουν υπερφυσικές ικανότητες στους κατόχους τους και τους προστατεύουν από τις πολλές μορφές ραδιενέργειας. Τα artifacts, κάποιες φορές είναι ακίνδυνα και εύκολα στην εύρεσή τους, ενώ άλλες απαιτούν ιδιαίτερη προσοχή κατά τη χρήση τους.
Η απαγορευμένη Ζώνη…
Δεν είναι όμως μόνο οι stalkers και τα artifacts που στοιχειώνουν τη ζωή του παίκτη. Η Ζώνη είναι πρακτικά ο κύριος εχθρός, γεμάτη μεταλλαγμένα και επικίνδυνα πλάσματα -κάποια από τα οποία εμφανίζονται για πρώτη φορά- που παραμονεύουν σε κάθε θάμνο, σε κάθε λίμνη και σε κάθε εγκαταλελειμμένο κτήριο, ενώ καθ’ όλη την έκτασή της, διατηρούνται θανάσιμες ανωμαλίες που οφείλονται στο ατύχημα. Οι ανωμαλίες αυτές, που σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να περιγραφούν με λέξεις, παρά μόνο με εικόνες, πρέπει είτε να αποφεύγονται, είτε να διασχίζονται με χειρουργική ακρίβεια -αν το ζητά η περίσταση. Δεν είναι λίγες οι φορές, που ο παίκτης θα γίνει "κομματάκια κρέατος" μετά από έκθεσή του σε ανωμαλία, δηλαδή σε ραδιενέργεια.
{PAGE_BREAK}
Τα γεγονότα στο Call of Pripyat παίρνουν μέρος αμέσως μετά το τέλος του πρώτου παιχνιδιού. Ο παίκτης αναλαμβάνει το ρόλο του Ουκρανού πράκτορα Alexander Degtyarev, ο οποίος πρέπει να ανακαλύψει τι απέγινε μία ομάδα ελικοπτέρων που επισκέφτηκε τη Ζώνη και δεν επέστρεψε ποτέ πίσω. Η πρώτη διαφορά στα τεκταινόμενα της Ζώνης εντοπίζεται στο γεγονός ότι οι δύο μεγάλες φατρίες των stalkers, η Duty και η Freedom, δεν βρίσκονται πλέον σε πόλεμο, όπως συνέβαινε στα προηγούμενα δύο παιχνίδια, αλλά συνεργάζονται με κοινό στόχο την εύρεση των artifacts και την εξόντωση του νέου κύματος τεράτων, που αναπτύχθηκαν από τις ανωμαλίες -ή τουλάχιστον αυτό αφήνεται να εννοηθεί. Με απλά λόγια, οι πόλεμοι μεταξύ των φατριών, που γνωρίσαμε στα πρώτα παιχνίδια, στο Call of Pripyat δεν υφίστανται.
Ραδιενέργεια σε πρώτο πρόσωπο
Όπως προαναφέρθηκε, ο τίτλος ανήκει στην κατηγορία των first-person shooters, έχοντας όμως έντονο το στοιχείο της, σχετικά, ελεύθερης περιήγησης. Και λέμε σχετικά, γιατί πολλά σημεία της Ζώνης, δεν είναι εξ αρχής διαθέσιμα, αλλά γίνονται προσβάσιμα μετά από συγκεκριμένες ενέργειες. Μάλιστα, λόγω του τεράστιου χάρτη, υπάρχει το fast travel, που αν και αρκετά δαπανηρό, λύνει τα…πόδια του παίκτη και τον απαλλάσσει από μεγάλες διαδρομές,
Ο παίκτης, αναλαμβάνει προς εκτέλεση κύριες και δευτερεύοντες αποστολές, που στην πλειοψηφία τους δίνονται από άλλους stalkers και ως ανταμοιβή, έχουν χρήματα ή εξοπλισμό (ή και τα δύο). Η ποικιλία των αποστολών, αν και θα θέλαμε να είναι λιγάκι μεγαλύτερη, κρίνεται ικανοποιητική. Κάποιες φορές θα κληθούμε να αντιμετωπίσουμε λυσσασμένα σκυλιά στις όχθες μίας μολυσμένης λίμνης, άλλες θα πρέπει να εξερευνήσουμε τα σκοτεινά εργαστήρια ενός εγκαταλελειμμένου υπογείου, ενώ σε άλλες θα έρθουμε αντιμέτωποι με ομάδες επικίνδυνων δολοφόνων. Αυτό που δε θέλαμε, αλλά δυστυχώς είδαμε και στο νέο επεισόδιο, είναι οι αποστολές που απαιτούν από τον παίκτη να βρίσκεται σε ένα σημείο τη συγκεκριμένη ώρα, διαφορετικά αναβάλλονται ή ακυρώνονται.
Το εύχρηστο και πλούσιο inventory κάνει για ακόμη μία φορά την εμφάνισή του, αν και το επιτρεπτό όριο στο βάρος των αντικειμένων που κουβαλάει ο παίκτης, είναι δικαιολογημένο μεν, συνεχίζει να είναι ενοχλητικό, δε. Ευχάριστο είναι το γεγονός ότι τα όπλα και ο ρουχισμός (στολές, αντιασφυξιογόνες μάσκες κ.α) μπορούν να δεχτούν βελτιώσεις, ενώ υπάρχει και μπάρα της κατάστασης χρήσης του κάθε αντικειμένου. Πλέον, οι πωλητές δεν αγοράζουν όλα τα αντικείμενα και, εκτός αυτού, η κατάστασή τους πρέπει να είναι σχεδόν άριστη, διαφορετικά δεν θα τα δεχτούν. Οπότε, η τακτική του "κουβαλάω 100 όπλα, που βρήκα από τους αντιπάλους και τα πουλάω στον πρώτο τυχόντα για να βγάλω χρήματα", δε θα φανεί χρήσιμη.
Η προσπάθεια της GSC Game World να επιτύχει μία ισορροπία στο gameplay, δείχνει να έχει αγγίξει τα επιθυμητά επίπεδα. Το πρώτο παιχνίδι εστίαζε στην εξερεύνηση της Ζώνης, ενώ το δεύτερο στις έντονες μάχες μεταξύ των φατριών. Το τρίτο μέρος, βρίσκεται κάπου ενδιάμεσα. Από τη μία υπάρχει έντονο το στοιχείο της "απομονωμένης" εξερεύνησης, είτε για artifacts, είτε για άλλους stalkers, και από την άλλη, δεν είναι λίγες οι έντονες σκηνές δράσης, με ατελείωτους πυροβολισμούς, και, γιατί όχι, ανθρωποκυνηγητά. Ίσως μία μεγαλύτερη αλληλεπίδραση με τη "φιλική" πλευρά της ζωής στη Ζώνη, να ήταν ευπρόσδεκτη.
Αδιαμφισβήτητα, η Ζώνη είναι η πιο "ζωντανή νεκρή" περιοχή που έχουμε συναντήσει ποτέ σε βιντεοπαιχνίδι. Θα τη χαρακτηρίζαμε ως τη "Μεγάλη Rapture" της Ουκρανίας. Ενώ όλα είναι κατεστραμμένα, σάπια, μολυσμένα, σκουριασμένα και σκοτεινά, αναδύουν ένα είδος "παράνομης" και επικίνδυνης ζωής. Όλα βρίσκονται σε λάθος μέρος, τη λάθος στιγμή. Η νεκρική σιγή της νύχτας, η οποία διαταράσσεται από ήχους που είναι βγαλμένοι από το κινηματογραφικό αριστούργημα του Andrei Tarkovsky, το σκοτάδι των ξεφτισμένων από τη ραδιενέργεια, κτηρίων, καθώς και τα πιο αλλόκοτα και τρομακτικά φαινόμενα ραδιενέργειας, είναι μερικά από στοιχεία που συνθέτουν την ασύλληπτη ατμόσφαιρα της σειράς, που και στο τρίτο μέρος, παραμένει ανέπαφη.
Στην πραγματικότητα η Ζώνη "ζει", με ή και χωρίς τον παίκτη. Δεν προσαρμόζεται αυτή στις ενέργειές του, αλλά εκείνος στις ενέργειες της Ζώνης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, όταν σε απόσταση χιλιομέτρων ακουγόντουσαν πυροβολισμοί, ουρλιαχτά και φωνές. Πλησιάσαμε προσεκτικά και διαπιστώσαμε, σοκαρισμένοι, ότι εκείνη τη δεδομένη χρονική στιγμή έπαιρνε μέρος μία αποτρόπαιη σφαγή μεταξύ των stalkers. Αν τολμούσαμε να "μπούμε" στο οπτικό τους πεδίο, θα μας σκότωναν εν ριπή οφθαλμού, οπότε μαζέψαμε τα "μπογαλάκια" μας και εξαφανιστήκαμε με ελαφριά βήματα.
{PAGE_BREAK}
Μολυσμένη ομορφιά
Το Call of Pripyat είναι από τα πρώτα παιχνίδια που υποστηρίζουν το νέο πρωτόκολλο DirectX 11 της Microsoft, που όμως το διαθέσιμο hardware δεν μας επέτρεψε να το δοκιμάσουμε. Ωστόσο, και σε περιβάλλον DirectX 10 τα πράγματα είναι εξίσου συναρπαστικά. Τα γραφικά είναι αισθητά βελτιωμένα, με τους φωτισμούς και τις υφές (textures) να δείχνουν "επικίνδυνα" όμορφα. Ο σχεδιασμός των επιπέδων έχει γίνει με λεπτομέρεια, αλλά ιδιαίτερη εντύπωση προκαλούν τα καιρικά φαινόμενα (αέρας, βροχή, ομίχλη) και η απίστευτη εναλλαγή ημέρας-νύχτας. Την παράσταση κλέβουν οι στιγμές των emissions -ένα απροσδιόριστο καιρικό φαινόμενο που συμβαίνει στη Ζώνη, σε τυχαία χρονικά διαστήματα, όπου ο ουρανός παίρνει το χρώμα του αίματος και εμφανίζονται λάμψεις που ακολουθούνται από δυνατές βροντές.
Η μουσική επιλέγει ατμοσφαιρικά θέματα κατά την εξερεύνηση, ενώ για πρώτη φορά κατά τη δράση, παίρνει ηλεκτρονική μορφή, στο ύφος της σειράς Half-Life. Δυστυχώς, τα voice overs δεν ικανοποιούν, που πολλές στιγμές ακούγονται προκλητικά πρόχειρα, ενώ οι ίδιοι ηθοποιοί υποδύονται πολλούς χαρακτήρες. Οι διάλογοι γίνονται υπό μορφή κειμένου, ενώ ενοχλητικό είναι το γεγονός ότι κάποιοι stalkers, χρησιμοποιούν αμερικανικές εκφράσεις τύπου "bro" ή "wassup man", πράγμα άτοπο για στρατιώτες της Ουκρανίας.
{VIDEO_1}
Οφείλουμε να αναφέρουμε και το multiplayer κομμάτι του Call of Pripyat, αν και δεν παρουσιάζει τίποτα το ιδιαίτερο. Τα, κλασσικά πλέον, modes Deathmatch και Capture the Flag μονοπωλούν το ενδιαφέρον, ωστόσο, με δυσκολία βρήκαμε παίκτες στα lobies για να αγωνιστούμε. Αδιαμφισβήτητα, ο τίτλος δεν απευθύνεται σε όσους αναζητούν multiplayer εμπειρία. Άλλωστε, το single-player, με τις πολλές κύριες και δευτερεύουσες αποστολές, μπορεί να απασχολήσει για δεκάδες ώρες τους παίκτες.
"Αντι-αμερικανιά"
Περιθώρια βελτίωσης σαφώς και υπάρχουν, αλλά σε γενικές γραμμές το S.T.A.L.K.E.R.: Call of Pripyat είναι άξιος διάδοχος της σειράς και ικανοποιεί σε όλα τα επίπεδα. Είναι η απάντηση των Ουκρανών στο αμερικανικό και ιαπωνικό "καθεστώς" του σήμερα. Θα λέγαμε ότι είναι η "αντι-αμερικανιά" που όλοι αναζητούμε, αλλά σπανίως βλέπουμε. Ασύλληπτη ατμόσφαιρα, μία πολύ ενδιαφέρουσα θεματολογία, πολύ καλός τεχνικός τομέας, μεγάλη διάρκεια, χαμηλή τιμή. Όσοι τίμησαν με την αγορά τους τα δύο προηγούμενα παιχνίδια της σειράς, δεν υπάρχει κανένας λόγος να μην τιμήσουν και το Call of Pripyat. Όσοι πάλι, δεν έχουν βιώσει ακόμη το "σοβιετικό gaming" της GSC Game World, αυτή είναι μία πολύ καλή ευκαιρία να το πράξουν.
Σάκης Καρπάς
Ελάχιστες απαιτήσεις συστήματος
CPU | Intel Pentium 4 @ 2.0 GΗz/ AMD XP 2200+ |
Μνήμη RAM | 512 MB RAM |
Κάρτα γραφικών | 128 MB DirectX 8.0 compatible card/ nVIDIA GeForce 5700/ ATI Radeon 9600 |
Λειτουργικό | Microsoft Windows Vista/ XP/ Windows 7 |
Σύστημα που έγινε το review
CPU | Intel Core 2 Quad Q6600 @ 3.3 GHz |
Μνήμη RAM | 4 GB RAM |
Κάρτα γραφικών | ATI Radeon HD 4870, 1GB VRAM |
Λειτουργικό | Windows 7 64-bit |