Αυτή η έπαυλη θα μας στοιχειώνει για πάντα!
H δεκαετία του 90 ήταν ίσως η σημαντικότερη για τη βιομηχανία των βιντεοπαιχνιδιών, καθώς εκείνη την περίοδο όχι μόνο “άνθισαν” νέες τεχνολογίες, που είχαν ως φυσικό επακόλουθο την κυκλοφορία παντοδύναμων μηχανημάτων όπως το Playstation, το Nintendo 64 ή το Dreamcast, αλλά και γιατί το σημαντικότερο ρόλο στην “απογείωση” του gaming εκείνης της εποχής διαδραμάτισε η κυκλοφορία κορυφαίων τίτλων όλων των ειδών. Παιχνίδια που ακόμα και σήμερα δε μπορούν να συγκριθούν με άλλα και για αυτό το λόγο τα βλέπουμε να κυκλοφορούν συνεχώς από γενιά σε γενιά για να μπορέσουν όλοι να αποκτήσουν τη δυνατότητα να ασχοληθούν μαζί τους. Είτε ως απλές επανακυκλοφορίες σε μεταγενέστερες συσκευές (Final Fantasy 7, Mario 64), είτε ως ολοκληρωτικά remakes (Metal Gear Solid, Ocarina Of Time, Tomb Raider) όλα αργά ή γρήγορα καταλήγουν σε νεότερες κονσόλες. Μερικοί τίτλοι όπως οι παραπάνω μόνο ως “διαμάντια” και “σημεία σταθμοί” της βιομηχανίας μπορούν να χαρακτηριστούν.
Τέτοιο είναι και το Resident Evil που κυκλοφόρησε το 1996. Ένα παιχνίδι τρόμου και επιβίωσης, που έβαλε τα θεμέλια για να “χτιστεί” επάνω του μια ολόκληρη κατηγορία. Το 2002, το Resident Evil επανακυκλοφόρησε δημιουργημένο εξ ολοκλήρου από την αρχή ως ένας αποκλειστικός τίτλος για το Nintendo Gamecube, με νέα γραφικά, βελτιωμένο χειρισμό και πολλές προσθήκες στο σχεδιασμό των επιπέδων και τους εχθρούς. Το Remake ήταν φτιαγμένο με μεράκι από την ομάδα του Shinji Mikami και παραμένει μέχρι και σήμερα το κορυφαίο παιχνίδι της σειράς -και όχι μόνο.
Αυτό το εξαιρετικό παιχνίδι του 2002, ερχόμαστε μετά από 13 (σχεδόν) χρόνια να παίξουμε ξανά, μιας και η Capcom αποφάσισε να το επανακυκλοφορήσει για Xbox 360, Xbox One, PS3, PS4 και ηλεκτρονικούς υπολογιστές. Φυσικά, δε θα μπορούσε να κυκλοφορήσει χωρίς το απαραίτητο λίφτινγκ, για να παρουσιάσει το καλύτερο δυνατό οπτικό και ακουστικό αποτέλεσμα στις συσκευές νέας τεχνολογίας. Έτσι λοιπόν, το HD Remaster είναι εφοδιασμένο με νέο πολυκάναλο ήχο 5.1 και γραφικά υψηλής ευκρίνειας, με ανάλυση 720p για την προηγούμενη γενιά και 1080p για τις νέες κονσόλες και υπολογιστές, ενώ εμπλουτίστηκε και με μερικές μικρές προσθήκες, όπως ιαπωνικά voice overs και αναλογικό χειρισμό για τους αρχάριους του είδους.
Αν περιμένετε να δείτε τεχνικές αναλύσεις για τα γραφικά, να μετράμε με χάρακες τα pixels, και να βλέπουμε αν το frame rate μένει σταθερό κ.λπ., μάλλον θα απογοητευτείτε. Συγχωρέστε μας, αλλά όπως δε θα κοιτούσαμε ένα γάιδαρο (και τι γάιδαρο!) στα δόντια, έτσι και εδώ, δε θα ψάξουμε να δούμε για ποιο λόγο λείπουν 5 pixels από τον πίνακα στον τοίχο της τραπεζαρίας. Όσοι έχουν στο μυαλό τους τέτοιες σκέψεις για το παιχνίδι, ας κάνουν στροφή 180 μοιρών και ας επιλέξουν κάτι διαφορετικό. Προφανώς οι βελτιώσεις που έχουν γίνει στον τεχνικό τομέα είναι πέραν του δέοντος αρκετές για να μπορέσουμε όχι μόνο να παίξουμε το παιχνίδι, αλλά να εντυπωσιαστούμε μάλιστα σε μερικά σημεία. Ιδιαίτερη προσοχή έχει δοθεί στον τομέα της θολούρας, του φωτισμού και του aliasing που υπήρχε στην προηγούμενη έκδοση, κάτι που γίνεται αντιληπτό από το πρώτο δευτερόλεπτο.
Από εκεί και πέρα, το Residetn Evil HD Remaster κάνει φιλότιμη προσπάθεια να προσεγγίσει τους νέους και αμύητους στο είδος παίκτες, αλλά ειλικρινά δυσκολευόμαστε να φανταστούμε αν οι προσπάθειες θα βρουν ανταπόκριση. Ναι, ο αναλογικός χειρισμός είναι πιο φιλικός και άμεσος σε σχέση με τα “tank controls” (αν και προσωπικά προτιμήσαμε τον παλιό, κλασσικό, δύστροπο χειρισμό), αλλά το παιχνίδι παραμένει αναλλοίωτο. Αργό, δύσκολο, απαιτητικό, τρομακτικό, εκνευριστικό, αγωνιώδες.
Για όσους δε γνωρίζουν και θέλουν να δοκιμάσουν την τύχη τους, θα πρέπει να τους προειδοποιήσουμε ότι παιχνίδια του σήμερα δεν είναι σε θέση να δώσουν την παραμικρή ιδέα για το πως σχεδιάζονταν κάποτε. Ακόμα και το Evil Within, που είναι εμπνευσμένο από τα παλιά και φτιαγμένο από τον ίδιο δημιουργό, Shinji Mikami, αδυνατούμε να το συγκρίνουμε με το Resident Evil. Ανήκουν στην ίδια γενικότερη κατηγορία, αλλά τα Resident Evil έχουν εντελώς διαφορετική νοοτροπία. Το πρώτο παιχνίδι της σειράς διαδραματίζεται σε μία τεράστια έπαυλη και μερικούς εξωτερικούς χώρους αυτής. Μπορείτε να φανταστείτε, τώρα, πώς περνάνε οι 10 περίπου ώρες παιχνιδιού σε μία, δύο βασικές τοποθεσίες; Λύνοντας γρίφους, κάνοντας σωστή ταξινόμηση των αντικειμένων και των πυρομαχικών, σκοτώνοντας (ή αποφεύγοντας) ορισμένους εχθρούς και, το βασικότερο όλων, κάνοντας ένα χρονοβόρο “πήγαινε-έλα” από την μία άκρη του χάρτη και από το ένα κιβώτιο αντικειμένων στο άλλο. Και φυσικά, αν τύχει και πεθάνουμε στη διαδρομή, αναγκαζόμαστε να ξεκινήσουμε από το τελευταίο και μακρινό save, καθώς και αυτά γίνονται με το σταγονόμετρο λόγω περιορισμού.
Και γιατί λατρεύουμε ένα τέτοιο παιχνίδι; Μα για όλα τα παραπάνω. Γιατί η έννοια “survival horror” δε χαρακτηρίζει ένα παιχνίδι σαν το Resident Evil, αλλά “δημιουργήθηκε” από αυτό. Γιατί η “μαγεία” είναι να μηn ξέρουμε τι κρύβεται στην επόμενη γωνία, να μη γνωρίζουμε αν θα μας χρειαστεί το grenade launcher ή να διακινδυνεύσουμε να το αφήσουμε στο κιβώτιο, προκειμένου να έχουμε ελεύθερο χώρο στο inventory για κάποιο πιθανό αντικείμενο που θα βρούμε στη διαδρομή. Για το υπέροχο αίσθημα ασφάλειας και ανακούφισης όταν επιτέλους εισερχόμαστε στο save room και για τόσες άλλες μικρές “στιγμές”. Ακόμα και η αγανάκτηση από κάποιον άδικο θάνατο, επειδή ο Hunter δεν έπεσε με τρεις “καραμπινάτες σφαίρες” όπως συνήθως και πρόλαβε να μας αποκεφαλίσει, ή όταν το ντόπερμαν μάς έστειλε στα θυμαράκια με μία κίνηση, είναι κομμάτι της “μαγείας”. Κομμάτι της δυσκολίας. Κομμάτι της γλυκιάς νοσταλγίας που νιώθουμε όταν παίζουμε ξανά αυτό το παιχνίδι για πολλοστή φορά.
Το RE HD Remaster, όπως καταλαβαίνετε, δεν είναι για όλους. Το αντίθετο μάλιστα. Είναι για πολύ λίγους. Είναι για τους τολμηρούς παίκτες που θα προσπαθήσουν για πρώτη φορά να αντιμετωπίσουν μηχανισμούς και εχθρούς του μακρινού 1996 και για όλους τους άλλους που μεγάλωσαν με τα παιχνίδια του είδους και έρχονται πλέον σαν “γερόλυκοι” να περηφανευτούν για πολλοστή φορά παίζοντάς το, πως “δε φτιάχνονται πια παιχνίδια σαν και αυτό” ή “εγώ το πρόλαβα στην εποχή του”. Οι γλυκοί νοσταλγοί εκείνης της εποχής έχουν κάθε λόγο να δώσουν τα χρήματα που απαιτούνται για να νιώσουν και πάλι λίγο “έφηβοι” όπως τότε, την πρώτη φορά.
Όσοι σκέφτονται αν αξίζει να δώσουν τα επιπλέον χρήματα αντί να ξαναπαίξουν το παιχνίδι του Gamecube, εμείς δεν μπορούμε να τους επηρεάσουμε, ούτε να τους κατευθύνουμε. Το παιχνίδι είναι το ίδιο. Ελάχιστες προσθήκες έχουν γίνει που μπορούν να επηρεάσουν έναν παλιό παίκτη ώστε να επενδύσει στη νεότερη έκδοση. Τα γραφικά είναι προφανώς βελτιωμένα (αν δεν παρακολουθήσει κάποιος και τις δύο εκδόσεις στην ίδια HD οθόνη, δύσκολα θα καταλάβει πόσο έχουν βελτιωθεί σε βασικούς τομείς), όπως και ο ήχος.
Τώρα, μεταξύ μας, αν βρίσκεστε ακόμα σε δίλλημα για την επένδυση ή όχι πάνω στη νέα έκδοση, μάλλον ψάχνετε για κάποια αφορμή να το πράξετε και να επιβραβεύσετε τον εαυτό σας που αμφιταλαντεύεται για αυτή την αγορά. Το μόνο που μπορεί να συμπληρώσει ο υπογράφων, είναι να δώσει μια συμβουλή στους παραπάνω αναποφάσιστους. Πηγαίνετε στην πλησιέστερη τράπεζα, καταθέστε 20 Ευρώ στο λογαριασμό σας, αγοράστε το παιχνίδι σε όποια έκδοση θέλετε, κοιμήστε γυναίκες και παιδιά, χαμηλώστε το φως, βυθιστείτε στην πολυθρόνα και μπείτε για πολλοστή φορά στην έπαυλη χωρίς φόβο και πάθος. Αφού το θέλετε καταβάθος!
Το review βασίστηκε στην PS4 έκδοση του παιχνιδιού.