Μια καλή ιδέα θαμμένη στο χιόνι των Άλπεων.
Δεν είναι η πρώτη, και σίγουρα ούτε η τελευταία φορά που θα χρειαστεί να αναφερθούμε στη Ubisoft και την εμμονή της με το open world στοιχείο. Σε κάποιους αρέσει, σε άλλους όχι. Κάποιοι εκνευρίζονται, μερικοί ζαλίζονται και πάει λέγοντας. Περισσότερο, βέβαια, έχει να κάνει με τον τρόπο που αυτό προσφέρεται και όχι με το στυλ παιχνιδιού, αυτό καθ’ αυτό. Όπως και να έχει πάντως, είναι ένα χαρακτηριστικό που τείνει να γίνει συνώνυμο του γαλλικού κολοσσού. Υπάρχουν όμως και κάποιες περιπτώσεις που αυτή η ασφαλής, υπό μία έννοια, τακτική δείχνει φρέσκια και τολμηρή. Και κάπου εδώ, μπαίνει στην εξίσωση το Steep, που είχε την έμπνευση να πάει το είδος των winter extreme sports παιχνιδιών ένα βήμα παραπέρα.
Και η αλήθεια είναι πως το συγκεκριμένο είδος είναι μια αρκετά περίεργη περίπτωση, καθώς στέκεται κάπου ανάμεσα στα παραδοσιακά sports games και τους υπόλοιπους συνηθισμένους τίτλους. Μπορεί να είχε σε κάθε γενιά εκπροσώπους όπως τα SSX ή τα Coolboarders παλιότερα, αλλά δεν είχε, ούτε και έχει, ετήσιες, ή έστω σταθερές, κυκλοφορίες, όπως για παράδειγμα τα παιχνίδια ποδοσφαίρου ή μπάσκετ. Όπως, επίσης, δεν έχει και πολλές ξεχωριστές σειρές να το εκπροσωπούν, όπως τα racing, ώστε να υπάρχει πάντα κάποιος τίτλος του είδους διαθέσιμος. Το Steep, λοιπόν, έρχεται να καλύψει αυτό το κενό των κυκλοφοριών στη τρέχουσα γενιά με έναν έξυπνο τρόπο, που δίνει κάτι φρέσκο στην κατηγορία και προσφέρεται να κρατήσει το ενδιαφέρον για μεγάλο χρονικό διάστημα. Το μόνο του πρόβλημα, όμως, είναι ότι δεν το κάνει και τόσο πετυχημένα.
Μια καλή ιδέα, είναι πάντα μια καλή ιδέα, αλλά χρειάζεται και σωστή εκτέλεση για να ολοκληρωθεί το αποτέλεσμα. Η βασική αρχή του Steep λοιπόν, είναι ότι αφήνει τον παίκτη ελεύθερο στο ανοιχτό, χιονισμένο τοπίο των Άλπεων, και αυτός μπορεί να περιηγηθεί στις αμέτρητες πλαγιές και βουνοκορφές τους, όπου και θα παίρνει μέρος σε διάφορα challenges. Αυτό θα γίνεται με ένα από τα τέσσερα διαθέσιμα extreme sports, δηλαδή το snowboard, το ski, το αλεξίπτωτο πλαγιάς και την πτήση με wingsuit. Παρότι τέσσερα τον αριθμό, βέβαια, η πλάστιγγα γέρνει ξεκάθαρα προς το snowboard και το wingsuit, με τα challenges των συγκεκριμένων σπορ να μονοπωλούν το σύνολο του παιχνιδιού. Δικαιολογημένη επιλογή βέβαια, καθότι πιο γρήγορα και με εντονότερο το στοιχείο της δράσης και της διασκέδασης.
Το έτερο χαρακτηριστικό του τίτλου, δηλαδή το open world μέρος του, ξεδιπλώνεται σταδιακά αλλά όχι και με τον πιο ομαλό και σαφή τρόπο. Ξεκινώντας θα υπάρχουν κάποιες διαδρομές διαθέσιμες –εκτελώντας περισσότερο χρέη tutorial- και προχωρώντας θα ξεκλειδώνουμε νέα διαθέσιμα βουνά, challenges και drop zones. Είτε γιατί οδήγησε η διαδρομή μας σε αυτά, είτε γιατί εξερευνήσαμε με τα κιάλια μας το χιονισμένο τοπίο των Άλπεων, κλειδώσαμε το σημείο και κινηθήκαμε σε αυτό. Ό,τι ξεκλειδώνουμε στο χάρτη, όμως, δεν είναι πάντα άμεσα διαθέσιμο, καθώς υπάρχει και leveling system.
Το πρόβλημα που παρουσιάζεται λοιπόν εδώ, είναι ότι αυτό το στοιχείο του ανοικτού κόσμου δυσκολεύεται να λειτουργήσει χωρίς κάποια, έστω υποτυπώδη, ιστορία από πίσω του. Σίγουρα, δεν απαιτούμε ιστορία και αφήγηση σε παιχνίδια snowboard, αλλά σε μια τέτοια πλατφόρμα θα χρειαζόταν, για να έχει μια βάση το όλο οικοδόμημα. Η απουσία αυτού του στοιχείου καταλήγει απλά σε έναν μεγάλο χάρτη με διάσπαρτα εικονίδια αριστερά και δεξιά, που μεταπηδάς από το ένα στο άλλο χωρίς κάποιο ιδιαίτερο νόημα. Σίγουρα η ελεύθερη περιήγηση είναι από τα καλύτερα στοιχεία του τίτλου, αλλά πόση ώρα μπορεί κάποιος να περιφέρεται σε ένα μονότονο τοπίο χωρίς κάποιο σκοπό;
Εκτός αυτού, σε πολλά σημεία η μετάβαση θα είναι αρκετά δύσκολη, καθώς έχουμε να κάνουμε με βουνό, χιόνι και σπορ με τα οποία μόνο κατηφορίζεις στην πλαγιά. Αν θες να ανέβεις, πρέπει να το κάνεις με τα πόδια, κάτι που στον αρκετά ρεαλιστικό κόσμο του Steep, είναι σχεδόν εξίσου κουραστικό με την πραγματικότητα. Το να προσπαθείς, λοιπόν, να βρεθείς σε συγκεκριμένα σημεία είναι μια αρκετά δύσκολη και χρονοβόρα υπόθεση. Μπορείς, όμως, να μεταφερθείς και άμεσα στο σημείο που επιθυμείς, χρησιμοποιώντας μια από τις διαθέσιμες διαδρομές με ελικόπτερο, δίνοντας τα αντίστοιχα εισιτήρια. Στα μέλη του Ubisoft Club προσφέρονται 30 εισιτήρια δώρο με την είσοδο στο παιχνίδι, κι από εκεί και πέρα μπορεί κάποιος να ξεκλειδώσει απεριόριστα όταν φτάσει το level cap του χαρακτήρα ή να αγοράσει με in-game currency, αλλά και πακέτα πραγματικών χρημάτων στο εκάστοτε store, από 5 μέχρι 50€.
Και αν δεν μας έφτανε το ηθικά ξεδιάντροπό μέρος του κλασικού πλέον microtransaction βδελύγματος, θα πρέπει κάποια στιγμή να απαντήσει και κάποιος από τους παραγωγούς που παίρνουν αυτές τις αποφάσεις στο απλό ερώτημα που προκύπτει από τέτοιες μεθόδους: Όταν προσφέρεις time saving πακέτα, δεν παραδέχεσαι, επί της ουσίας, ότι το παιχνίδι σου έχει σημεία τόσο ανυπόφορα που θα πληρώσει κάποιος για να τα αποφύγει; Εντάξει, ρητορική ήταν η ερώτηση, δεν περιμένουμε απάντηση, οπότε ας συνεχίσουμε. Εκτός από τις βόλτες με το ελικόπτερο λοιπόν, με αυτά τα λεφτά μπορούμε να αγοράσουμε και αντικείμενα για το customization του χαρακτήρα μας, όπως ρούχα, σανίδες, κράνη κ.τ.λ.
Αυτό το customization, είναι ένα από τα στοιχεία που συντελούν και σε ένα άλλο μέρος του Steep, δηλαδή την MMO πτυχή του. Ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά του είναι η social εμπειρία που επιχειρεί να προσφέρει, καθώς θα παίζουμε υποχρεωτικά online και θα αναμιγνυόμαστε με άλλους παίκτες σε διάφορα σημεία του παιχνιδιού. Το πιο σημαντικό όμως εξ αυτών, είναι η δημιουργία των δικών μας challenges, όπου και μπορούμε να επιλέξουμε ολόκληρη -ή και τμήμα- της διαδρομής μας και να προκαλέσουμε κάποιον άλλο να τη δοκιμάσει. Το σημαντικό σε αυτό δεν τόσο το ίδιο το γεγονός, αλλά το πόσο εύκολα γίνεται. Κι η αλήθεια είναι πως όλα τα έξτρα κομμάτια του παιχνιδιού σε αυτό τον τομέα μπορεί να μην είναι τόσο ενδιαφέροντα όσο πλασάρονται, αλλά δουλεύουν εξαιρετικά ομαλά και άμεσα. Από τη δημιουργία μιας διαδρομής, μέχρι το upload ενός βίντεο. Και για να λέμε και τα πράγματα με το όνομά τους, δεν είναι MMO η πλευρά αυτή, αλλά stremable και φιλική προς τα social media. Με ό,τι κι αν σημαίνει αυτό σήμερα.
Στον τομέα του gameplay, η Ubisoft Annecy έκανε επίσης μια τολμηρή επιλογή, έστω κι αν πληρώνει το τίμημα αυτής σε κάποια σημεία, επιλέγοντας μια ρεαλιστική προσέγγιση σε αντίθεση με την arcade και πιο άμεσα διασκεδαστική που συνηθίζεται στην κατηγορία. Αυτή η αίσθηση περνάει στον παίκτη και είναι απόλυτα ταιριαστή με το συνολικό sandbox ύφος που χαρακτηρίζει το παιχνίδι. Ειδικά στα σημεία που ο χάρτης είναι ελαφρυμένος από εμπόδια και εμείς απολαμβάνουμε την ελεύθερη κατάβαση στο απέραντο λευκό ή τα προσχεδιασμένα τμήματα που κινούμαστε στον χώρο ενώ τα βουνά αφηγούνται τις ιστορίες τους, το αποτέλεσμα είναι μαγευτικό.
Προβλήματα, όμως, συναντάμε στα υπόλοιπα τμήματα του gameplay. Παρότι ο χειρισμός μπορεί να ζορίσει στην αρχή, με την πάροδο του χρόνου επέρχεται εξοικείωση, και σε ένα παιχνίδι με τόσο μεγάλη διάρκεια και competitive στοιχεία, έχει κάποια λογική σαν επιλογή. Εκεί, όμως, που δεν βρίσκει απόλυτη εφαρμογή, είναι σε δευτερεύουσες αλλά σημαντικές λεπτομέρειες. Όπως η χρήση των ski, που μοιάζει να λειτουργεί με tank controls, ενώ στα snowboard και wingsuit ο δεξιός μοχλός προσφέρεται για μανούβρες και όχι για τη χρήση της κάμερας από τον παίκτη. Αυτό δυσκολεύει πολύ την κίνησή μας καθώς και τον τρόπο που μπορούμε να βλέπουμε τη διαδρομή για να προετοιμαζόμαστε για το επόμενο σημείο ενδιαφέροντος. Με αυτή την τακτική, η μόνη λύση για να εκτελέσουμε στο επιθυμητό αποτέλεσμα μια διαδρομή είναι το trial and error.
Πέραν αυτού βέβαια, όλη η φύση του παιχνιδιού είναι δομημένη επάνω στην trial and error λογική, καθώς σχεδόν σε όλο το παιχνίδι θα εκτελούμε challenges προκειμένου να επιτύχουμε το σκορ ή το χρόνο που απαιτείται. Το καλό της υπόθεσης είναι ότι η επανεκκίνηση κάθε διαδρομής γίνεται με μηδενικό χρόνο φόρτωσης, αλλά δεν παύει να γίνεται εξαντλητικά μονότονο και εμμονικά επαναλαμβανόμενο. Σε αυτή τη συνολική μονοτονία βοηθάει και η γενικότερη έλλειψη ποικιλίας, που προκύπτει από τους διάφορους επιμέρους τομείς. Υπάρχουν τα σημεία που φέρει ευθύνη η Ubisoft Annecy, όπως τα challenges που στερούνται έμπνευσης και μοιάζουν να βγήκαν από γραμμή παραγωγής, αλλά και η μουσική που είναι αδιάφορη και επαναλαμβανόμενη. Κάποιοι άλλοι τομείς βέβαια, είναι καταδικασμένοι να είναι επαναλαμβανόμενοι, καθώς στο Αλπικό τοπίο δεν μπορείς εύκολα να έχεις ποικιλία στα περιβάλλοντα είναι η αλήθεια. Χιόνι παντού και πάντα.
Τουλάχιστον έχει γίνει εξαιρετική δουλειά στην απεικόνιση αυτού. Το Steep μαγεύει οπτικά τον παίκτη με όλα σχεδόν τα στοιχεία που συμπληρώνουν οπτικά τον τεχνικό τομέα του. Από την εικόνα του χιονιού, την αίσθηση των physics όταν ο παίκτης κινείται πάνω σε αυτό, το draw distance κατά τις υψηλές ταχύτητες της κατάβασης, το φωτισμό και την υπέροχη απόδοση του κύκλου ημέρας. Το ομορφότερο σημείο του παιχνιδιού είναι όταν ο παίκτης κάνει μια ελεύθερη κατάβαση στο ολόλευκο τοπίο χωρίς να κυνηγάει κάποιο χρόνο ή σκορ, την ώρα που δύει ο ήλιος, και η ατμοσφαιρική μουσική αναμιγνύεται με την γαλήνια φωνή του βουνού που αφηγείται την ιστορία του. Είναι από αυτές τις υπέροχες στιγμές των videogames που δεν μπορείς εύκολα να περιγράψεις με λόγια.
Υπάρχουν βέβαια κι άλλα σημεία που χρειάζονταν βελτίωση, όπως αρκετά bugs σε συγκρούσεις, τα textures κάποιων επιφανειών ή το ελλιπές anti-alising στα δέντρα που δείχνουν όλα αιχμηρά και πανομοιότυπα μεταξύ τους. Αυτή είναι άλλωστε και η γενικότερη εικόνα του Steep: μια καλή ιδέα, που δεν λειάνθηκαν όσο έπρεπε οι γωνίες της. Το συνολικό αποτέλεσμα πηγαίνει χέρι-χέρι με το gameplay του παιχνιδιού, που δείχνει ότι έχει πράγματα να δώσει, αλλά το αποτέλεσμα είναι λίγο άτσαλο στην εκτέλεση και τη ροή. Αν υπάρξει κάποια στιγμή sequel, θα έχουμε σίγουρα να κάνουμε με κάτι εξαιρετικό, όμως, προς το παρόν, έχουμε έναν τίτλο που θα βρει το κοινό του ελέω ξηρασίας στην κατηγορία. Δεν παύει να είναι μια αναζωογονητική προσέγγιση στο είδος, αρκετά ακατέργαστη όμως στο πρώτο της βήμα.
To review βασίστηκε στην PS4 έκδοση του παιχνιδιού.