Ένα από αυτά τα παιχνίδια που όταν πέσουν οι τίτλοι τέλους θα το έχετε ήδη…
Αν θέλαμε να περιγράψουμε με μερικές λέξεις το Rise & Shine, θα λέγαμε ότι είναι ο ορισμός του μέτριου indie παιχνιδιού. Ένα παιχνίδι με το οποίο ασχολείσαι για δύο ώρες (άντε τρεις, αν δεν έχεις ξαναπιάσει platform στα χέρια σου) και μετά τους τίτλους τέλους φεύγει αυτομάτως στην απεγκατάσταση, τόσο από τον υπολογιστή όσο και από το μυαλό. Αυτό συμβαίνει όχι επειδή είναι κακό παιχνίδι, καθώς προσφέρει ένα δίωρο που περνάει αρκετά ευχάριστα και απροβλημάτιστα, όμως, εν τέλει, οι διάφορες ιδέες του και ο συμπαθητικός οπτικός τομέας παραμένουν αρκετά αναξιοποίητα μέσα από τη μικρή διάρκειά του.
Είναι το είδος του παιχνιδιού που φαντάζει ως ιδανικό για την εποχή των arcades των 90s, όπου θα μπορούσε να προσφέρει ένα ευχάριστο “φάγωμα” 2-3 εικοσάρικων πριν προχωρήσουμε στην επόμενη καμπίνα, αλλά στην τωρινή εποχή δείχνει λίγο παράταιρο. Το σενάριο είναι απλό και απολύτως ανάλαφρο. Βρισκόμαστε σε έναν φανταστικό σύγχρονο κόσμο, ο σχεδιασμός του οποίου προσπαθεί διαρκώς να αποδώσει φόρο τιμής σε διάφορους παλιούς gaming κόσμους και χαρακτήρες. Ήδη από τα πρώτα μας βήματα θα δούμε ένα άγαλμα του Q*bert, θέτοντας τις βάσεις για τις υπόλοιπες αναφορές σε παλιά παιχνίδια που θα συναντήσουμε.
Όταν μάλιστα κάνουν την επίθεσή τους οι εχθρικές δυνάμεις, ο μικρός Rise θα πάρει το πρώτο (και τελευταίο) του όπλο από έναν θανάσιμα τραυματισμένο χαρακτήρα, που ακόμα και όποιος έχει παίξει μόνο Tetris στη ζωή του θα αναγνώριζε στο παρουσιαστικό του τον Link (αν και αυτού του είδους ο gamer μάλλον θα τον ονόμαζε ως Zelda, προκαλώντας την οργή των απανταχού fans…). Η Super Awesome Hyper Dimensional Mega Team (όχι και το πιο πιασάρικο όνομα για εταιρία) προσπάθησε να γεμίσει την εμπειρία με κάθε λογής αναφορές σε παλιότερα παιχνίδια, αλλά και να διακωμωδήσει διάφορους στερεοτυπικούς μηχανισμούς, όπως αυτόν των ζωών, σε μία προσπάθεια να δημιουργήσει το αίσθημα της νοσταλγίας.
Η αλήθεια είναι ότι δεν πετυχαίνει εντελώς αυτό το στόχο, καθώς πολλές φορές φαίνεται ότι προσπαθεί πολύ περισσότερο απ’ ό,τι θα έπρεπε. Η ιστορία του παιχνιδιού σχεδόν ποτέ δεν παίρνει στα σοβαρά τον εαυτό της και συχνά παίζει με τους κανόνες των platform παιχνιδιών, με πρώτο και καλύτερο την επαναφορά του ήρωα σε κάποιο checkpoint έπειτα από το θάνατό του, μία λειτουργία που εδώ θεωρείται ότι είναι ειδική ικανότητα του Rise. Από την άλλη, το σενάριο δεν έχει να προσφέρει και πολλά, καθώς χρησιμοποιείται απλά και μόνο ως όχημα για τη δράση αλλά και για τις διάφορες αναφορές σε παλιά παιχνίδια, που άλλοτε μπορεί να προκαλέσουν ένα μικρό μειδίαμα και άλλοτε δείχνουν ως προϊόν ελλιπούς δημιουργικότητας, μέσω της ουσιαστικής έλλειψης πρωτότυπων εχθρικών μοντέλων ή περιβαλλόντων.
Στα της δράσης τα πάει λίγο καλύτερα, οδηγώντας σε συγκρούσεις και περιβαλλοντικούς γρίφους που απαιτούν γρήγορα αντανακλαστικά και σημάδι ακριβείας. Ήδη από τα πρώτα λεπτά ο Rise θα βρει τον Shine, ένα ομιλόν όπλο που σταδιακά αποκτά τρία διαφορετικά είδη σφαιρών. Μία από τις ειδικές ικανότητες του όπλου, του επιτρέπει να επιβραδύνει σημαντικά την ταχύτητα της σφαίρας, επιτρέποντάς μας να έχουμε πλήρη έλεγχο της τροχιάς της. Με αυτήν την ικανότητα θα μπορούμε να ελέγχουμε τις σφαίρες προκειμένου να πετύχουμε εχθρούς στα νώτα τους ή να ενεργοποιήσουμε μοχλούς που φαινομενικά βρίσκονται σε απροσπέλαστα σημεία.
Αν και αυτή η ιδέα του πλήρους έλεγχου των σφαιρών είναι ωραία και ο έλεγχος ικανοποιητικός, τελικά η εφαρμογή της είναι αρκετά περιορισμένη, δίνοντας έντονα την εντύπωση πως δεν αξιοποιείται σε καμία περίπτωση όσο θα μπορούσε. Γενικότερα, οι περιβαλλοντικοί γρίφοι είναι πάντοτε οφθαλμοφανείς, δίνοντας όλη τους τη βαρύτητα στην ευστοχία του παίκτη για την επίλυσή τους. Στην αμιγή δράση το Rise & Shine για άλλη μία φορά δεν είναι σε θέση να προσφέρει κάτι πραγματικά αξιομνημόνευτο. Ένα υποτυπώδες σύστημα κάλυψης μάς δίνει συνήθως μία και μόνο μία θέση κάλυψης σε κάθε σημείο ανταλλαγής πυροβολισμών.
Σε αυτές τις περιπτώσεις απλά χρειάζεται να έχετε γρήγορα αντανακλαστικά και να αδειάζετε εν ριπή οφθαλμού την κάθε γεμιστήρα, προκειμένου να εξοντώνετε όσο πιο γρήγορα γίνεται τους επίγειους και εναέριους κινδύνους. Τουλάχιστον τα μετρημένα boss fights είναι καλοσχεδιασμένα και καταφέρνουν να προσφέρουν καλοφτιαγμένη δράση, με την επιβίωση να φτάνει ευχάριστα στα όρια, αξιοποιώντας παράλληλα με έξυπνο τρόπο τις διαφορετικές λειτουργίες των σφαιρών μας.
Όσον αφορά τον οπτικό τομέα, το Rise & Shine μάς δημιούργησε την εικόνα μίας εξαιρετικά καλογυαλισμένης εκδοχής flash παιχνιδιού. Ο σχεδιασμός των περιοχών είναι ξεκούραστος στο μάτι, γεμάτος από απαλές και ομαλές καμπύλες, συνοδευόμενος από όμορφα οπτικά εφέ. Από την άλλη, σε εικαστικό επίπεδο δεν μπαίνει ποτέ σε αξιομνημόνευτα μονοπάτια ελέω της προσήλωσής του σε αναφορές σε παλιότερα παιχνίδια. Επίσης, θα πρέπει να αναφέρουμε ότι παρά τα ζωηρά χρώματα και την ύπαρξη ενός παιδιού στη θέση του ήρωα, το παιχνίδι είναι για κάποιον ανεξήγητο λόγο ιδιαίτερα βίαιο.
Και λέμε ανεξήγητο, γιατί δεν βλέπουμε να κερδίζει κάτι από τους κουβάδες αίματος και τους αποκεφαλισμούς που παρουσιάζονται, πόσο μάλλον όταν έχουμε να κάνουμε με μία ανάλαφρη περιπέτεια. Δεν ασκούμε ξαφνικά κριτική στην απεικόνιση της βίας στα παιχνίδια, αλλά πολύ απλά δε γινόταν παρά να παρατηρήσουμε ότι στην προκειμένη περίπτωση το βίαιο στοιχείο φαίνεται ότι προστέθηκε απλά για να τραβήξει λίγο παραπάνω τα βλέμματα, καθώς δείχνει άσχετο με το γενικότερο κλίμα του παιχνιδιού.
Όπως είπαμε και στην αρχή του κειμένου, το Rise & Shine είναι ο ορισμός του μέτριου indie παιχνιδιού. Η μία καλή ιδέα που έχει, δηλαδή της μεταχείρισης των σφαιρών, και ο συμπαθητικός οπτικός τομέας δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να επισκιάσουν την επιφανειακή δράση και την απελπιστικά μικρή διάρκεια, μέσα από την οποία ελάχιστα αξιοποιείται ακόμα και αυτό το ένα gimmick που περιλαμβάνει. Καλώς ή κακώς, ασχοληθήκαμε δίχως καμία αίσθηση κούρασης αλλά από την άλλη, με το ρίξιμο της αυλαίας νοιώσαμε ότι πέρασε κατευθείαν στη λήθη.
Το review βασίστηκε στην PC έκδοση του παιχνιδιού.