Praise the Ashen.
Ήδη από τα πρώτα βίντεο του μακρινού 2014 (πριν γίνει για τα καλά “μόδα” το φαινόμενο soulsborne) φαινόταν έντονα η φιλοδοξία του Ashen να αντλήσει τη βασική του έμπνευση από τα παιχνίδια Dark Souls. Όσο κι αν χαιρόμαστε με νέες προσπάθειες σε αυτό το τόσο αγαπημένο και μοντέρνο είδος, είναι αλήθεια ότι τις πλησιάζουμε με σκεπτικισμό. Συχνά βλέπουμε επίδοξους δημιουργούς να παρανοούν την υψηλή και δίκαιη πρόκληση με όσο το δυνατόν πιο σαδιστική δυσκολία (λες και θα πάρουμε παράσημο αν καταφέρουμε να μην σπάσουμε το χειριστήριο από τα νεύρα) ή να ακολουθούν με πιθηκισμό τη μυστηριώδη και φειδωλή αφήγηση -έχουν δεν έχουν κάτι να πουν ή να εξάψουν τη φαντασία.
Το Ashen άρχισε να αναπτύσσεται πριν την ολοένα και μεγαλύτερη εμφάνιση παιχνιδιών με “soulsborne” στοιχεία, και ευτυχώς, παρότι ακολουθεί τις επιταγές του είδους, δεν παύει να έχει την αυτοπεποίθηση να βάλει τις δικές του πινελιές, σε σημείο που ενδέχεται να φανούν και ως… αιρετικές στους φαν του είδους -τουλάχιστον κατά την πρώτη επαφή. Ήδη από το σεναριακό χτίσιμο φαίνεται τόσο πως η ομάδα ανάπτυξης δανείστηκε στοιχεία από τα Souls, όσο και ότι απέφυγε την απλή αντιγραφή της αινιγματικής, αφηγηματικής μεθόδου. Το όνομα Ashen αναφέρεται σε μία θεϊκή οντότητα που περιφέρεται στο γαλαξία, ως ένας άλλος A’Tuin, ώσπου μία ωραία μέρα αποφασίζει να ξαποστάσει για μερικές εκατοντάδες χρόνια στο αστρικό δέντρο της κοσμογονίας, στις ρίζες του οποίου βρίσκονται οι εννέα κόσμοι (ολίγη από σκανδιναβική μυθολογία εδώ). Όταν έρθει το τέλος της ζωής του, το επιβλητικό φτερωτό και φωτεινό Ashen θα πέσει στη σκοτεινή βάση του δέντρου και οι τρεις επιθανάτιοι ρόγχοι του θα σηματοδοτήσουν τις τρεις μεγάλες εποχές του κόσμου.
Κάθε εποχή θα φέρει και τα δικά της όντα, ξεκινώντας με τους Elder Darks, που καταβρόχθιζαν κάθε ρανίδα φωτός που βγήκε από τις τελευταίες ανάσες του Ashen, περνώντας στους Listeners (το “Ακροατές” δεν ακούγεται και τόσο μυστικιστικό στα ελληνικά…), λάτρεις και προσκυνητές του φωτός, για να καταλήξουμε στην τελευταία ανάσα του Ashen που θα φέρει την Τρίτη Εποχή, αυτή του Ανθρώπου. Με την τελευταία ανάσα του Ashen, όμως, έρχεται και το ολικό σκότος, οδηγώντας στον πόλεμο μεταξύ Ανθρώπων και Listeners και τελικά στην πτώση του βασιλείου και της πάλαι ποτέ ακμάζουσας πόλης του Lathyrus. Όπως και στα Dark Souls δηλαδή, έτσι κι εδώ βρισκόμαστε σε ένα ρημαγμένο και κόσμο. Σε αντίθεση όμως με τα Souls, όπου ο κόσμος του φαίνεται πέρα για πέρα καταδικασμένος σε μία αιώνια κατάσταση αποσύνθεσης, εδώ ο κόσμος του Ashen δείχνει τα πρώτα σημάδια ανάκαμψης.
Όπως μας ενημερώνει αρχικά ο Bataran, ένας σιδηρουργός των Listeners, το Ashen αναμένεται να αναγεννηθεί, να ξαναγεμίσει τον κόσμο με φως, και εμείς έχουμε το καθήκον να το προσεγγίσουμε και να το προστατεύσουμε από τους δαιμονικούς Elder Darks. Αυτή η διαφορά στο ύφος, από τον πεσιμιστικό κόσμο του Lordran στον ελπιδοφόρο του Lathyrus, δίνεται ακόμα πιο έμπρακτα μέσω του κεντρικού καταυλισμού του Vagrant’s Rest, μία αρχικώς ερημική τοποθεσία, που σταδιακά αναπτύσσεται, με νέους κατοίκους και οικίες μετά την ολοκλήρωση των main και side quests. Αποτελεί μία όμορφη πινελιά, που καταφέρνει να μεταδώσει με ωραίο οπτικό τρόπο τη σταδιακή προσπάθειά μας για την κοιτίδα ενός νέου Lathyrus.
Σε αντίθεση επίσης με τα Souls, οι πληροφορίες εδώ δεν είναι σχεδόν ποτέ αινιγματικές, αλλά αντίθετα οι περιγραφές αντικειμένων και οι διάλογοι με τους βασικούς χαρακτήρες επιχειρούν να δώσουν όσο περισσότερη πληροφορία γίνεται για τον κόσμο που προηγήθηκε. Κατά την άποψή μας αυτό αποτελεί ένα θετικό στοιχείο για την προσπάθεια της A44, η οποία απέφυγε να προσκολληθεί στην αφηγηματική προσέγγιση της From Software, όχι φυσικά επειδή είμαστε αντίθετοι με αυτήν, αλλά γιατί αποτελεί ένα πρώτο σημάδι πως η indie ομάδα ανάπτυξης δεν ακολούθησε τυφλά τα βήματα των εμπνευστών της.
Παράλληλα με το σενάριο θα έρθει και ένα ακόμα στοιχείο που ξεφεύγει από το σχεδιασμό της From Software, το οποίο αφορά στα απολύτως διακριτά main και side quests. Αν και τα side quests έχουν να κάνουν με απλά ζητούμενα, όπως την εξόντωση κάποιου στόχου ή την εύρεση αντικειμένων (fetch quests γαρ), τουλάχιστον δίνουν καλοδεχούμενες πληροφορίες για τους κατοίκους του Vagrant’s Rest, που εμβαθύνουν στο lore ενώ δίνουν ένα περαιτέρω έναυσμα για εξερεύνηση του κόσμου. Όλα τα ζητούμενα -ανεξαιρέτως- δεν πρόκειται να σας κουράσουν στην εύρεσή τους καθώς πάντα εμφανίζονται στο χάρτη με πλήρη σαφήνεια. “Στο χάρτη”; Είμαστε σίγουροι ότι πολλοί από εσάς θα παραξενευθούν και όχι άδικα καθώς αποτελεί ίσως το πιο “αιρετικό” στοιχείο αναφορικά με το soulslike είδος.
Σε αντίθεση με την πληθώρα των soulslike τίτλων, το Ashen μάς τοποθετεί σε έναν ελαφρώς πιο ανοιχτό χάρτη, που παραπέμπει σε μία μινιατούρα open-world παιχνιδιών. Έμφαση στη λέξη “μινιατούρα”, καθώς το μέγεθός του είναι σαφέστατα πολύ πιο περιορισμένο από τα παιχνίδια που θεωρούμε ως παραδοσιακά open-world, αν και παράλληλα περιέχει μία σεβαστή έκταση προς εξερεύνηση στη διάρκεια των 20 ωρών που συνολικά προσφέρει. Αν και στα αρχικά στάδια η ύπαρξη χάρτη και οι πιο ανοιχτοί χώροι εξερεύνησης μπορεί να ξενίσουν τους φαν του είδους, εν τέλει η εισαγωγή τους λειτουργεί καλά, δείχνοντας ότι οι κανόνες των soulslike θα μπορούσαν να λειτουργήσουν σε σύμπνοια με μία διαφορετική σχεδιαστική τεχνική.
Η ευκινησία του χαρακτήρα μας, μάλιστα, επιτρέπει την εξερεύνηση και σε διαφορετικά υψομετρικά επίπεδα, καθώς έχει τη δυνατότητα να σκαρφαλώνει αλλά και να εκτελεί αρκετά μεγάλα άλματα (δεύτερο “αιρετικό” στοιχείο, υπάρχει ξεχωριστό κουμπί για άλμα). Η εξερεύνηση, γενικά, ανταμείβει τον παρατηρητικό και σχολαστικό παίκτη, οδηγώντας σε πολύτιμο loot (κυρίως πρώτες ύλες για crafting και εξοπλισμό) αλλά και σε πιθανές προαιρετικές περιοχές, η εύρεση των οποίων αποτελεί από μόνη της ένα έπαθλο. Φυσικά, οι κίνδυνοι πάντα ελλοχεύουν στην περιήγησή μας, με το χαρακτήρα μας να ακολουθεί κατά γράμμα το σύστημα μάχης των Dark Souls. Η ποικιλία των εχθρών είναι ικανοποιητική οδηγώντας σε μάχες με ένα σχετικό βαθμό πρόκλησης, αν και στην περίπτωση του Ashen μιλάμε πιθανότατα για το πλέον βατό soulslike, κάτι που και πάλι ως θετικό στοιχείο το βλέπουμε, καθώς πολλοί επίδοξοι δημιουργοί πιστεύουν (λανθασμένα κατά την άποψή μας) ότι για κάποιο λόγο το πόνημά τους θα πρέπει να είναι ακόμα πιο δύσκολο από οποιοδήποτε άλλο παιχνίδι του είδους.
Η Α44 δείχνει ότι ήθελε να αποδώσει έναν αρκετά ομαλότερο ρυθμό, με ελάχιστες απότομες διακυμάνσεις στο βαθμό δυσκολίας και λιγοστά σημεία όπου θα χρειαστεί να επιστρέψουμε ξανά και ξανά στο ανάλογο “bonfire” του. Για να μην παρεξηγηθούμε, το Ashen δεν είναι περίπατος, ούτε επιτρέπει button mashing τακτικές, καθώς οι εχθροί είναι και νευρικοί και ισχυροί, απαιτώντας συγκέντρωση και σωστή προσέγγιση, απλά δεν θα φτάσετε σε σημείο να σηκώσετε τα χέρια ψηλά και να αναρωτηθείτε ποια είναι εκείνη η λεπτή γραμμή που διαχωρίζει τον δίκαιο με τον σαδιστικό σχεδιασμό. Από την άλλη πλευρά, ο ελλιπής αριθμός των bosses (μόλις τέσσερα συνολικά) αποτελεί το μεγαλύτερο αγκάθι της εμπειρίας, έχοντας ως επίπτωση την αδυναμία δημιουργίας απαραίτητων κορυφώσεων που θα φέρουν τα αντανακλαστικά και την εγρήγορσή μας στα όρια.
Στο πιο βατό επίπεδο δυσκολίας συμβάλλει και η δυνατότητα να έχουμε πάντα στο πλάι μας ένα σύμμαχο -είτε είναι κανονικός παίκτης είτε NPC. Η δουλειά της A44 στον τομέα της A.I. είναι απόλυτα ικανοποιητική, επιτρέποντας στο φίλιο χαρακτήρα να βοηθάει πραγματικά στις μάχες. Δεν φτάνει ποτέ σε σημείο να καθαρίζει μόνος του περιοχές, εντούτοις, σε υποστηρικτικό ρόλο, μπορεί να βοηθήσει τα μέγιστα στο πέρασμα ενός δύσκολου κομματιού με πολλαπλούς εχθρούς. Επιπλέον, έχει την ικανότητα να μας ακολουθεί απροβλημάτιστα, δίχως να εφαρμόζει τεχνάσματα “τηλεμεταφοράς” ώστε να βρίσκεται ως διά μαγείας δίπλα μας. Δεν έλειψαν οι φορές που τον είδαμε να πέφτει στο γκρεμό μαζί με κάποιον εχθρό, αλλά αυτές οι περιπτώσεις δεν έφτασαν σε σημείο να γίνονται κανόνας και επίσης ποιος από μας μπορεί να αρνηθεί ότι έχει καταλήξει πλείστες φορές άδοξα σε κάποιον γκρεμό σε παιχνίδια του είδους;
Κάπου εδώ μπαίνει το ενδιαφέρον online σύστημα co-op που ανά πάσα στιγμή ενδέχεται να ενώσει τις δυνάμεις μας με κάποιον άλλο παίκτη με πλήρη ανεπαίσθητο τρόπο. Η εκκεντρική προσέγγιση του online co-op ενώνει το δικό μας κόσμο με αυτόν ενός άλλου παίκτη σε ανύποπτες στιγμές, δίνοντας τον έλεγχο του βοηθητικού συμμάχου ταυτόχρονα σε εμάς και τον έτερο παίκτη. Εκεί δηλαδή που προχωράτε αμέριμνοι μαζί με τον Jokell (ένας από τους NPC), δίχως να το καταλάβετε ανά πάσα στιγμή μπορεί να πάρει τον έλεγχό του ένας άλλος παίκτης, ενώ ταυτοχρόνως στον κόσμο του συμπαίκτη μας θα εμφανιστούμε εμείς ως Jokell. Σημειωτέον ότι το online στοιχείο λειτουργεί αυτόματα δίχως την ανάγκη να χρησιμοποιήσουμε κάποιο αντικείμενο.
Αυτή η ομαλότατη συνένωση μεταξύ single και online παιχνιδιού λειτουργεί άψογα, προσφέροντας ένα φυσικό πάντρεμα μεταξύ των δύο κόσμων. Η εμπειρία μας, όσες φορές συνεργαστήκαμε με κάποιο άγνωστο άτομο, ήταν θετική, καθώς δεν είδαμε ποτέ κανέναν να είναι στον… κόσμο του, αγνοώντας μας. Σε μία αλησμόνητη στιγμή του παιχνιδιού, βρεθήκαμε με έναν τυχαίο συμπαίκτη στο πιο δύσκολο και εκτενές dungeon του Ashen, συνεργαζόμενοι σε απόλυτη αρμονία -παρόλο που δεν υποστηρίζονται ούτε μικρόφωνα ούτε chat. Σε αυτό το σημείο ο ιδιόμορφος μηχανισμός του co-op έδειξε τα δόντια του, φέρνοντας αναμνήσεις και παραλληλισμούς ως μία εξελιγμένη μορφή της συντροφικότητας που απέδιδε τόσο όμορφα το Journey.
Από την άλλη πλευρά, όσοι θέλουν μία πιο μοναχική soulslike εμπειρία μπορούν πάντα να απενεργοποιήσουν από τα μενού το co-op σε κάθε μορφή του. Ιδιαίτερα εκκεντρικό είναι και το σύστημα αναβάθμισης του χαρακτήρα, που παραπέμπει σε μία πολύ πιο light εκδοχή των παιχνιδιών του είδους. Τα ποικίλα στατιστικά απουσιάζουν -καθώς και οι διαφορετικές κλάσεις- με τη χρήση μαγείας να λάμπει διά της απουσίας της (όχι ιδιαίτερα αρνητικό για τον γράφοντα βέβαια που δεν έχει ακουμπήσει ούτε μισό ξόρκι στα souls…). Τα μόνα στατιστικά που μπορούμε να βελτιώσουμε στο χαρακτήρα είναι η stamina και η ενέργεια, κάτι όμως που επιτυγχάνεται μόνο όταν ολοκληρώνουμε side και main quests.
Φυσικά υπάρχει μία μορφή αμοιβής όταν εξοντώνουμε εχθρούς, με τη μορφή του scoria (εννοείται ότι όταν χάνουμε όλο το scoria παραμένει στο πτώμα μας), το οποίο όμως μπορούμε να το χρησιμοποιήσουμε αποκλειστικά για την αναβάθμιση των όπλων (και μόνο, οι πανοπλίες δεν επιδέχονται βελτιώσεων) και την αγορά αντικειμένων. Συνολικά, δηλαδή, μιλάμε για μία σαφέστατα υπεραπλουστευμένη συνταγή στον τομέα της παραμετροποίησης, με το Ashen να επικεντρώνεται στα απολύτως βασικά, ώστε να υπάρχει μεν μία αισθητή ισχυροποίηση του χαρακτήρα με την πάροδο του χρόνου, αλλά μέσω μίας ιδιαίτερα γραμμικής πορείας στον τρόπο που θα εξελιχθεί. Εν ολίγοις, δεν υπάρχει χώρος για πειραματισμό, κάτι που σίγουρα εξασθενεί την έννοια του replayability. Ακόμα και το πλήθος από διαφορετικά όπλα δεν μεταφράζεται σε ανάλογη ποικιλία από movesets, με αποτέλεσμα η εύρεση καλύτερου οπλισμού να αναλώνεται στα καλύτερα στατιστικά τους και όχι στο είδος των κινήσεων, που σε άλλες περιπτώσεις ενδέχεται να αποτελεί κριτήριο επιλογής όπλου.
Ο μινιμαλιστικός χαρακτήρας της παραμετροποίησης εμφανίζεται ακόμα πιο έντονα στον οπτικό τομέα, ένα από τα στοιχεία του παιχνιδιού που του επέτρεψαν να ξεχωρίσει από την πρώτη του εμφάνιση το μακρινό 2014. Αρχικά, εντύπωση προκαλούν τα πρόσωπα που σχεδιάστηκαν άνευ οποιουδήποτε χαρακτηριστικού (όπως μάτια ή στόμα για παράδειγμα…) ενώ και ο υπόλοιπος σχεδιασμός του περιβάλλοντος διακρίνεται από μία απλότητα, με ξεκάθαρη γεωμετρία και επιφάνειες που δείχνουν να απεικονίζουν τα άκρως απαραίτητα ώστε να αποδοθεί ένας ζωντανός κόσμος. Θα έλεγε κανείς ότι η τεχνοτροπία θυμίζει εκείνα τα concept και real time τρισδιάστατα βίντεο που βλέπουμε σε making of παιχνιδιών, όπου ακόμα δεν έχουν τοποθετηθεί όλα τα assets και textures.
Ο οπτικός τομέας, τελικά, καταφέρνει να κεντρίσει την προσοχή, απεικονίζοντας ένα ιδιότυπο και εντελώς ξεχωριστό από τα συνηθισμένα σύνολο, που συμβαδίζει αρμονικά με τη γενικότερη απλότητα που συνοδεύει τον τίτλο, είτε μιλάμε για την απόδοση του σεναρίου είτε για την ανάπτυξη του χαρακτήρα. Τα απομεινάρια ενός παλιότερου, ακμάζοντα πολιτισμού (με έντονο ανατολίτικο ύφος) είναι εμφανή σε κάθε γωνιά του χάρτη, παρέχοντας μία ελκυστική εικόνα ενός χαμένου βασιλείου. Επιπλέον, δεν λείπουν και ορισμένες επιβλητικές στιγμές με εξωτικά και θεϊκά πλάσματα ώστε να μας θυμίζουν ότι βρισκόμαστε σε έναν fantasy κόσμο.
Η πολύχρονη ανάπτυξη του Ashen τελικά απέδωσε καρπούς και η A44 αξίζει τα εύσημα για μία απολύτως ικανοποιητική, “soulslike” εμπειρία, δίχως να φοβάται να προσθέσει τις δικές της πινελιές, που εκ πρώτης όψεως φαντάζουν εντελώς ξένες με τη φιλοσοφία του είδους. Αν μη τι άλλο, όμως, χαιρόμαστε να βλέπουμε πειραματισμούς, όταν μάλιστα λειτουργούν σε σύμπνοια και δεν αλλοιώνουν την εμπειρία -όπως στην περίπτωση εισαγωγής του χάρτη, σε συνδυασμό με την ελαφρώς πιο ανοιχτή σχεδιαστική προσέγγιση του περιβάλλοντος. Οι αδυναμίες δεν λείπουν βέβαια, με πρώτη και καλύτερη (χειρότερη) τα λιγοστά bosses, εντούτοις, σαν σύνολο, το Ashen προσφέρει μία αξιοπρεπέστατη πρόταση, με το δικό της χαρακτήρα, φέρνοντας πιθανότατα το καλύτερο 3D soulslike που έχουμε δει από την indie σκηνή.
To review βασίστηκε στην έκδοση του παιχνιδιού για PC.