Το κυνήγι του μεγάλου Δράκου, τώρα και φορητά.
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως το Dragon’s Dogma: Dark Arisen είναι ένα από τα πλέον επιτυχημένα RPGs που παρουσίασε η Capcom στην προηγούμενη γενιά κονσολών. Το βασικό παιχνίδι, αλλά και το πακέτο επέκτασης που κυκλοφόρησε αργότερα, κέρδισαν το ενδιαφέρον αρκετών φίλων του είδους, πριν το παιχνίδι καταφέρει να μεταπηδήσει στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές, γίνοντας διαθέσιμο σε μια μερίδα παικτών που δεν είχαν κονσόλες και οι οποίοι μπορούσαν, πλέον, να το απολαύσουν στην πιο βελτιωμένη μορφή του. Το Dragon’s Dogma: Dark Arisen, ένας RPG τίτλος με τα δικά του ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, που δεν έχει σε τίποτα να ζηλέψει από άλλα RPG μεγαθήρια της περασμένης αλλά και της τρέχουσας γενιάς, μας κέρδισε σαν συντακτική ομάδα, αφιερώνοντάς του δύο ξεχωριστά κείμενα – ένα για τις κονσόλες και ένα για την κυκλοφορία του στους υπολογιστές.
Ήρθε, ωστόσο, η ώρα να εκφέρουμε άποψη για την έκδοση του παιχνιδιού για το Switch, μια ιδιαίτερη κονσόλα, η οποία έχει αποδείξει μεν ότι μπορεί να κάνει πολλά με τα παιχνίδια που διατίθενται για αυτήν, αλλά δεν παύει να δημιουργεί ερωτηματικά για RPG παιχνίδια μεγάλου βεληνεκούς. Και αν συνήθως κρατάμε τα συμπεράσματα για το τέλος, αυτή τη φορά δεν θα διστάσουμε να πούμε από την αρχή πως το νέο μας ταξίδι στον κόσμο του Gransys δεν απογοητεύει.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Ακολουθώντας πιστά την παράδοση των JRPGs, το παιχνίδι ξεκινά με μια αδιάφορη, σχεδόν, γνωριμία με τον πρωταγωνιστή μας, μέχρι να συμβεί κάτι που θα σηματοδοτήσει και την έναρξη της αφήγησης της ιστορίας. Προς αποφυγή οποιαδήποτε πληροφορίας που μπορεί και να αποτελεί spoiler για όλους όσους δεν έχουν παίξει το παιχνίδι ξανά, θα αναφερθούμε απλά πως ο χαρακτήρας που ελέγχουμε πέφτει θύμα της ισχυρής μαγείας του Μεγάλου Δράκου, ο οποίος και του «αφαιρεί» κάτι πολύτιμο. Κάπως έτσι, ο ήρωάς μας ξεκινάει ένα ταξίδι για να νικήσει το Δράκο και να αντιστρέψει την τωρινή του κατάσταση, η οποία τον έχει ωστόσο μετατρέψει σε ένα πρόσωπο με θρυλική (για να μην πούμε μυθική) υπόσταση.
Αναγνωρίζοντας το πόσο ξεχωριστός είναι, οι κάτοικοι του Gransys θα τον εμπιστευτούν, θα εναποθέσουν τις ελπίδες αλλά και τις επιθυμίες τους πάνω τους, μεγαλώνοντας το ταξίδι ακόμα περισσότερο και δίνοντάς του νέο νόημα. Στο δρόμο του, ο οποίος είναι αρκετά μακρύς (ο κόσμος του παιχνιδιού είναι πραγματικά μεγάλος) θα συναναστραφεί με δούκες και πριγκίπισσες, μέλη της Αυλής κα ιππότες, εμπόρους και απλούς πολίτες, ακόμα και κακοποιούς, ενώ παράλληλα θα κληθεί να αντιμετωπίσει πολλές προκλήσεις, τόσο από ανθρώπους όσο και από πλάσματα του υπερφυσικού.
Αυτή ακριβώς η πρόταση είναι που δίνει και την ανάλογη βαρύτητα στο παιχνίδι. Πολλές και διαφορετικής έντασης προκλήσεις περιμένουν τον ήρωά μας ανά πάσα στιγμή, αναγκάζοντάς τον να είναι διαρκώς σε ετοιμότητα. Το παιχνίδι συμβουλεύει τον παίκτη από την αρχή και ανά τακτά χρονικά διαστήματα να είναι προετοιμασμένος για όλα, καθώς οι κίνδυνοι είναι πολλοί και καραδοκούν σε κάθε γωνία του κόσμου. Και λόγω των αυξημένων κινδύνων, ο ήρωάς μας θα αναγκαστεί να εμπλακεί σε αρκετές μάχες, για να ολοκληρώσει την εκάστοτε αποστολή του και, κυρίως, να υπερασπιστεί τη ζωή του. Αυτό που δεν ενημερώνει το παιχνίδι από την αρχή, ωστόσο, είναι πως οι μάχες μπορεί να γίνουν από πολύ νωρίς πολύ δύσκολες, με άσχημη εξέλιξη για τον χαρακτήρα που ελέγχουμε.
Ναι, ο χαρακτήρας μας θα πεθάνει πολλές φορές και ο θάνατός του θα είναι τόσο εκνευριστικός και άδικος, ειδικά αν αναλογιστούμε πως αυτό θα συμβεί όταν δεν έχουμε αποθηκεύσει το παιχνίδι μας στο σημείο που έπρεπε. Όσο και αν εκνευριζόμαστε όμως, δεν πρέπει να παραβλέψουμε πως η ίδια η μάχη είναι μια απολαυστική εμπειρία, τόσο όταν παίζουμε με την κονσόλα συνδεδεμένη στην τηλεόραση, όσο και όταν παίζουμε φορητά.
Η ελευθερία κινήσεων που προσφέρεται στον παίκτη, με σκοπό να ενισχύσει αποτελεσματικότερα την άμυνά του, να εντοπίσει τα αδύναμα στοιχεία των αντιπάλων του για να τους καταφέρει ένα καίριο χτύπημα, να εξερευνήσει το περιβάλλον για να εντοπίσει τρόπους που θα οδηγήσουν στην πιο γρήγορη εξολόθρευσή τους, ακόμα και να σκαρφαλώσει επάνω σε μεγαλύτερους αντιπάλους-τέρατα και να προκαλέσει ευκολότερα κάποιο ποσοστό ζημιάς, είναι ένα χαρακτηριστικό που ακόμα και σήμερα δεν είναι απαραίτητο ότι θα συναντήσουμε σε κάποιο παιχνίδι. Ωστόσο, δεν πρέπει να παραβλέπουμε και ορισμένα προβλήματα στον έλεγχο κατά τη διάρκεια της μάχης, προβλήματα που προκύπτουν από τις ανεξέλεγκτες αντιδράσεις των εχθρών, το ξαφνικό depletion της αντοχής και της απροσδόκητης μετατροπής μας σε στόχο όλης της ομάδας των αντιπάλων που πολεμάμε, απόρροια κακής επιλογής της Α.Ι, κάτι που θα μας οδηγήσει σε έναν άδικο θάνατο.
Με κάθε θάνατο, όμως, γινόμαστε πιο σοφοί και μαθαίνουμε σταδιακά τους τρόπους αντιμετώπισης παρόμοιων επικείμενων απειλών. Πολλοί οι αντίπαλοι, δύσκολες και οι μάχες. Πώς αντισταθμίζεται αυτή η διαφορά; Μα με τα πάρα πολλά quests που προσφέρουν εμπειρία και χρήματα για αγορά δυνατότερου εξοπλισμού, ανάμεσα σε μια μεγάλη ποικιλία. Η βασική ιστορία του Dragon’s Dogma είναι σχετικά μικρή σε σχέση με άλλα RPG. Και όταν η ιστορία συνδυάζεται με ένα lore που θα μπορούσε να αναπτυχθεί ακόμα περισσότερο και να δώσει περισσότερη ζωή στο Gransys, ενδέχεται ο παίκτης να χάσει από νωρίς το ενδιαφέρον του για το παιχνίδι.
Ωστόσο, δεν πρέπει να ξεχνάμε πως, από τη στιγμή που έχουμε να ασχοληθούμε με ένα γνήσιο RPG, είναι απαραίτητο για τον παίκτη να δώσει την πρέπουσα σημασία στις διάφορες αποστολές που είναι διαθέσιμες στους in-game πίνακες ανακοινώσεων, αλλά και μέσω των NPCs που μπορεί να συναντήσει στο παιχνίδι. Η δυσκολία των sub-quests ποικίλλει από πολύ εύκολα σε πολύ δύσκολα. Και πολλά sub-quests σε ένα open-world παιχνίδι σημαίνει ότι οι παίκτες θα μπορούν να εξερευνήσουν έναν αρκετά μεγάλο κόσμο, με πολλές τοποθεσίες και χαρακτηριστικά. Και εδώ, όμως, το παιχνίδι πάσχει από κάποια ζητήματα. Υπάρχει αρκετό backtracking, ενώ οι μηχανισμοί fast travel απαιτούν την επένδυση αρκετών πόρων εντός παιχνιδιού, για να μπορούν να χρησιμοποιηθούν ικανοποιητικά.
Παρά τα προβλήματα αυτά, όμως, οι παίκτες που έχουν συνηθίσει την εξερεύνηση κόσμων, θα απολαύσουν σίγουρα το κομμάτι του ταξιδιού στο Gransys, που προσφέρει αρκετές ευκαιρίες δράσης, λογικής σκέψης, έντεχνης αλληλεπίδρασης, ενώ δεν παύει να προκαλεί έκπληξη το πώς τα χαρακτηριστικά ενός χαρακτήρα (όπως το φύλο) μπορούν να ανοίξουν ή να κλείσουν δρόμους γενικά κατά τη συνολική πορεία του. Αν αναλογιστούμε και την πληθώρα αποστολών, όπως και την προσθήκη της επιπλέον περιοχής, η οποία μπορεί να ανεβάσει τον πήχη της πρόκλησης, είναι σίγουρο πως ο κάθε παίκτης θα απασχοληθεί ευχάριστα για αρκετές ώρες, τόσο παίζοντας μπροστά στην οθόνη της τηλεόρασης, όσο και φορητά.
Όπως έχουμε ήδη αναφέρει αρκετές φορές στο παρελθόν, το πιο σημαντικό στοιχείο του Dragon’s Dogma: Dark Arisen είναι ο μηχανισμός των Πιονιών (Pawns), τα οποία αποτελούν τόσο μια μοναδική ματιά ανασκόπησης του Gransys και του τι κρύβεται μέσα του, όσο και την πλέον ιδανική μορφή ασύγχρονης αλληλεπίδρασης του παίκτη με άλλους παίκτες εκεί έξω. Η μυθολογία που δημιουργήθηκε σχετικά με τα Pawns δεν αποκαλύπτει πολλά στοιχεία γι’ αυτά. Ο χαρακτήρας μας αρκείται στο να μάθει πως τα Pawns προέρχονται από μια παράλληλη διάσταση, έχουν τις δικές τους τάξεις και ικανότητες και, το κυριότερο, δεν έχουν δική τους βούληση. Τα Pawns υπάρχουν για να υπηρετούν τον εκάστοτε ήρωα που ελέγχει ο παίκτης. Και όταν λέμε υπηρετούν, εννοούμε φυσικά την υποστήριξη στη μάχη ή την έμμεση χρήση τους ως φορητό αποθηκευτικό σύστημα (storage).
Και αν λάβουμε υπόψιν πως το πρώτο Pawn μας παραμετροποιείται όπως ακριβώς και ο ήρωας που ελέγχουμε, είμαστε παραπάνω από βέβαιοι πως το βασικό μας Pawn είναι ο πιο πολύτιμός μας σύμμαχος στην περιπέτεια. Μπορούμε, εκτός από τον οπλισμό, να αλλάξουμε τις ικανότητές τους και τον τρόπο με τον οποίο θα συμμετέχουν στη μάχη, ακόμα και το πώς σχολιάζουν την εκάστοτε κατάσταση στην οποία βρίσκονται, δίνοντάς μας την ψευδαίσθηση πως ένας ακόμα παίκτης βρίσκεται δίπλα μας.
Η υποστήριξη των Pawns, ωστόσο, δεν σταματά εδώ, καθώς ο παίκτης μπορεί σε συγκεκριμένα σημεία του παιχνιδιού να επιστρατεύσει τη δύναμη δύο επιπλέον Pawns, τα οποία και περιμένουν στον ενδιάμεσο κόσμο, περιμένοντας να έρθουν στο φως. Η ομάδα την οποία θα ελέγχουμε εν τέλει είναι πάντα τετραμελής, για να εξασφαλίζεται έτσι η πλήρης αποτελεσματικότητά της. Ένας βασικός χαρακτήρας, ένα Pawn το οποίο δημιουργούμε εμείς, και άλλα δυο Pawns τα οποία έχουν δημιουργηθεί από άλλους παίκτες και μπορούν να στρατολογηθούν για λογαριασμό μας. Ανεβαίνοντας level, το level cap των διαθέσιμων Pawn μειώνεται και μπορούμε να στρατολογήσουμε απεριόριστα διάφορα Pawns, επιλέγοντας την τάξη και το επίπεδό τους, για μια πιο αποτελεσματική υποστήριξη. Ωστόσο, τα Pawns των άλλων παικτών δεν ανεβαίνουν επίπεδο, όπως κάνει το βασικό δικό μας, δεν μπορούμε εμείς να επέμβουμε στις ικανότητές τους (αν και μπορούμε να επέμβουμε στον οπλισμό τους) και μπορούν να αντικατασταθούν ανά πάσα στιγμή.
Επιπλέον, με το πάτημα των σωστών πλήκτρων στη μάχη, τα Pawns μπορούν να κάνουν κατά μέτωπο επίθεση, να απομακρυνθούν τρέχοντας ή να μας βοηθήσουν όταν κινδυνεύουμε, το καθένα με τις δικές του ικανότητες και ανάλογα με την τάξη στην οποία ανήκουν. Πολλές φορές στη μάχη (ή και στην περιπλάνηση) τα Pawns λειτουργούν αυτόνομα, μαζεύοντας αντικείμενα που είναι πεταμένα και στα οποία μπορούμε να έχουμε πρόσβαση ανά πάσα στιγμή, κάνοντας αυτόματα επίθεση σε λιγότερο ισχυρούς αντιπάλους ενώ, αν έχουν ήδη «ξαναβιώσει» μια περιπέτεια ως βασικά Pawn στο δικό τους κόσμο, μπορούν να δώσουν ακόμη και συμβουλές για το τι πρέπει να κάνουμε ή για το πού πρέπει να πάμε.
Και όπως ακριβώς ισχύει με τα Pawns των άλλων παικτών, το δικό μας Pawn μπορεί εξίσου να χρησιμοποιηθεί ασύγχρονα. Έτσι, κάθε φορά που το παιχνίδι μας συγχρονίζεται με τον κεντρικό server του παιχνιδιού, το Pawn μας μπορεί να γίνει σοφότερο και ικανότερο (καθώς κάποιος άλλος παίκτης ενδεχομένως το έχει ήδη χρησιμοποιήσει), ενώ είναι ικανοποιητικό να ξέρει κάποιος πως έχει βοηθήσει, χωρίς ιδιαίτερο κόστος, κάποιον άλλο παίκτη και πως, ανά πάσα στιγμή, θα δεχτεί βοήθεια και στήριξη από κάπου μακριά. Άλλωστε, τα Pawns δεν παύουν να υπενθυμίζουν ότι όσο περισσότερο υπηρετούν το χαρακτήρα, τόσο καλύτερα γίνονται, κάτι που μπορεί ο παίκτης να διαπιστώσει πολλές φορές και που κάνει το συγκεκριμένο χαρακτηριστικό του παιχνιδιού ξεχωριστό, ακόμη και σήμερα.
Αναφορικά με την έκδοση του Switch, μπορούμε να πούμε πως η μεταφορά του port έχει γίνει σε ικανοποιητικό βαθμό. Σαφέστατα το παιχνίδι πάσχει από την μειωμένη ιπποδύναμη της υβριδικής κονσόλας της Nintendo. Σε docked mode το παιχνίδι τρέχει με ανάλυση 900p, ενώ σε portable mode η ανάλυση πέφτει αρκετά χαμηλότερα από τη -σχεδόν- δεδομένη HD ready ανάλυση εικόνας, ενώ ο ρυθμός ανανέωσης των καρέ είναι κλειδωμένος στα 30 καρέ το δευτερόλεπτο και στις δυο περιπτώσεις. Ακόμα και με μειωμένη απόδοση στον οπτικό τομέα, ωστόσο, το παιχνίδι εξακολουθεί να δείχνει όμορφο, φέρνοντάς το πιο κοντά στις remastered επανεκδόσεις που προηγήθηκαν για PlayStation 4 και Xbox One, παρά σε εκείνη των ηλεκτρονικών υπολογιστών και της έκδοσης του παιχνιδιού για τις οικιακές κονσόλες της προηγούμενης γενιάς.
Τα γραφικά στέκονται ικανοποιητικά, ίσως λόγω και της ηλικίας τους, το lighting effect εξακολουθεί να είναι εντυπωσιακά όμορφο και η συνολική ροή του παιχνιδιού είναι εξαιρετική, τόσο στα cutscenes όσο και στο κανονικό gameplay, με τα καρέ ωστόσο να μειώνονται αισθητά όταν έχουμε να κάνουμε με το rendering απαιτητικών σε πόρους cutscenes, παίζοντας σε portable mode. Ο χειρισμός και το gameplay κάθε φορά που παίζουμε με την κονσόλα συνδεδεμένη στο docking station είναι απαράλλακτος με αυτόν των κονσολών και μας προσφέρει την ίδια ακριβώς αίσθηση που νιώσαμε παίζοντας το παιχνίδι για πρώτη φορά πριν από τόσα χρόνια. Εκεί όμως που ξαφνιαστήκαμε πραγματικά ευχάριστα ήταν όταν παίξαμε το παιχνίδι για πρώτη φορά φορητά.
Η δυνατότητα που προσφέρει το παιχνίδι να κάνουμε χρήση της οθόνης αφής για να προσπελάσουμε το μενού του χάρτη είναι, το λιγότερο, σωτήρια. Με αυτόν τον τρόπο αποφεύγουμε να προσπελάσουμε το κεντρικό μενού του παιχνιδιού, καταφέρνοντας έτσι να ασχοληθούμε μόνο με αυτό που έχει πραγματικά σημασία – την άμεση πρόσβαση στον χάρτη και τη λίστα των αποστολών, και φυσικά να γλιτώσουμε μερικά δευτερόλεπτα που δαπανούνται άδικα, κάθε φορά που χρειάζεται να μπούμε στο κεντρικό μενού για να αποκτήσουμε πρόσβαση σε στοιχεία του user interference, τα οποία θα μπορούσαν να γίνονται διαθέσιμα πολύ πιο εύκολα και γρήγορα.
Δεν είμαστε ωστόσο σίγουροι, όσο εντυπωσιασμένοι και αν είμαστε με τη δουλειά που έχει γίνει με το εν λόγω port, πως μπορούμε να πείσουμε τους παίκτες που το έχουν ήδη παίξει στο παρελθόν ή που έχουν πρόσβαση σε άλλες πλατφόρμες, να καταβάλλουν ένα οικονομικό αντίτιμο που είναι μεν χαμηλό για τα δεδομένα της κονσόλας, αλλά μπορεί να είναι υψηλό σε σχέση με τις τιμές των remastered εκδόσεων που έγιναν διαθέσιμες στο όχι και τόσο μακρινό παρελθόν για κονσόλες και υπολογιστές. Αυτό είναι καθαρή απόφαση του κάθε καταναλωτή. Το μόνο που μπορούμε να σημειώσουμε είναι πως πρόκειται για ένα τίμιο πακέτο, που μπορεί να προσφέρει πολλά, ακόμα και αν έχουν περάσει σχεδόν επτά χρόνια από την κυκλοφορία του πακέτου επέκτασης του αρχικού παιχνιδιού.
Όπως προσφέρεται αυτή τη στιγμή, με τον βασικό του πυρήνα, με την επιπλέον περιοχή, τα DLC που είχαν κυκλοφορήσει να είναι διαθέσιμα ανά πάσα στιγμή και φυσικά τη δυνατότητα να παίζουμε πάντα και παντού, το Dragon’s Dogma: Dark Arisen είναι αναντίρρητα μια ελκυστική επιλογή, που μπορεί να κρατήσει απασχολημένους για πολλές ώρες τους παίκτες που κάνουν το παρθενικό τους ταξίδι σε αυτόν τον κόσμο και να ενθουσιάσει ξανά όλους όσους αποφάσισαν να του δώσουν μια ακόμα ευκαιρία. Το παιχνίδι βρίθει θετικών στοιχείων που εντυπωσιάζουν ακόμα και σήμερα, αλλά και αρνητικών, τα οποία και υπάρχουν για να θυμίζουν πως ο δρόμος για την τελειότητα είναι μακρύς και δύσκολος, αλλά όχι ακατόρθωτος.
Όπως και να έχει, το Dragon’s Dogma: Dark Arisen είναι ένα αρκετά διασκεδαστικό (και μερικές φορές εθιστικό) παιχνίδι, που μπορεί να θέσει τις βάσεις για μια ακόμα καλύτερη συνέχεια. Και δεδομένης της κυκλοφορίας σε όλες τις πλατφόρμες παιχνιδιών που μπορούν να το υποστηρίξουν, καλό θα ήταν οι άνθρωποι εκεί στην Capcom να αρχίζουν να σκέφτονται για κάποιο sequel.