Η πικρή αλήθεια.
Γύρω από το όνομα του Assetto Corsa Competizione (ACC από τούδε κι εφεξής) πλανάται ο ρεαλισμός. Ακόμα καλύτερα, το ACC βρίσκεται από τη στιγμή της σύλληψής του σε τροχιά γύρω από τον ρεαλισμό, προσπαθώντας να έρθει όλο και πιο κοντά σε αυτόν, σε έναν αέναο ανταγωνισμό με τα υπόλοιπα “αστρικά σώματα” που διεκδικούν ανάλογες δάφνες. Είναι ο αυτοσκοπός του. Σε βάρος αυτού θυσιάζονται πολλά πράγματα, άλλα σημαντικά κι άλλα ασήμαντα, όμως με κάθε περιστροφή βρίσκεται όλο και πιο κοντά στο δικό του κέντρο του σύμπαντος – κι αυτό είναι μια πικρή αλήθεια.
Όταν όμως το κέντρο της προσήλωσης είναι μια έννοια σαν τον ρεαλισμό, οφείλει κανείς να εξετάσει το όλο θέμα κι από μία φιλοσοφική σκοπιά, πέραν των όποιων υπολοίπων. Ρεαλισμός σημαίνει πιστότητα στην αλήθεια, προσέγγιση του πραγματικού στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό. Ει δυνατόν, ακριβή αναπαράστασή του. Τουλάχιστον αυτό σημαίνει στο κόσμο των videogames κι αυτό ισχύει τόσο για το πόνημα της Kunos Simulazioni, όσο και για τους ανταγωνιστές του. Αυτός ο ρεαλισμός είναι ένας από τους λόγους που πολύς κόσμος στράφηκε στο gaming: ώστε να βιώσει στο μέγιστο βαθμό μια πραγματική εμπειρία, που δεν έχει τη δυνατότητα να βιώσει στην πραγματικότητα.
Τότε, πώς μπορεί κανείς να αξιολογήσει το βαθμό ρεαλισμού; Έχει οδηγήσει κάποιος στη ζωή του ένα NSX, ώστε να είναι σε θέση να γνωρίζει αν αυτό αναπαράγεται πιστά σε κάποιο software; Έχει μήπως οδηγήσει το εν λόγω αυτοκίνητο στη Monza ώστε να αξιολογήσει την αναπαρασταση της διαδρομής; Η απάντηση για τη συντριπτική πλειοψηφία των gamers είναι “όχι”, όπως όχι είναι και για οποιονδήποτε άλλον τίτλο, οποιασδήποτε κατηγορίας που εποφθαλμιά τέτοιες δάφνες – κι αυτό είναι μια πικρή αλήθεια.
Επιπλέον, όντας στην κατηγορία των games που καλύπτει την ανάγκη βίωσης μιας άλλως απροσπέλαστης εμπειρίας, γρήγορα απομακρύνεται από τον τομέα του fun. Λίγα πράγματα είναι όντως διασκεδαστικά αν τα “σπουδάσει” κανείς μέχρι τελευταίας ικμάδας και γίνει επαγγελματίας σε αυτά. Ο ρομαντισμός και η αφέλεια που συνοδεύουν την πρωτόγνωρη επαφή εξανεμίζονται κι η έμφαση στη λεπτομέρεια αντικαθιστά την όποια εύκολα ερχόμενη διασκέδαση. Κοινώς: θέλετε υψηλό ρεαλισμό; Τότε ετοιμαστείτε να βιώσετε και την πικρή αλήθεια της πραγματικής αγωνιστικής οδήγησης.
Μαζεύοντας όλα τα παραπάνω μπορεί πλέον κανείς να μελετήσει το παιχνίδι, καθώς έτσι θα κατανοήσει τις πιο ενδιαφέρουσες επιλογές του. Έτσι θα αξιολογήσει -με την όποια γνώση κι εμπειρία έχει- το βαθμό ρεαλισμού και θα απολαύσει ή όχι το παιχνίδι, με ένα fun που θα βασίζεται στην εξέλιξη, την προσπάθεια, την εκμάθηση και την αυτοβελτίωση, καθώς και τις ηθικές ανταμοιβές που συνοδεύουν αυτές τις έννοιες. Ακούγεται λίγο “γερμανικό” fun, αλλά αυτή είναι η πικρή αλήθεια.
Σαν κορμό, το ACC μοστράρει το σπονσοραρισμένο Blancpain GT series. Αν δεν ξέρετε τι είναι αυτό, τότε μάλλον διαβάζετε λάθος review και αρκεί μονάχα να αναφερθεί ότι αποτελεί κορυφαίο και δημοφιλές πρωτάθλημα της GT3 κατηγορίας. Στον τίτλο περιλαμβάνονται και οι endurance και sprint εκδοχές του. Όλα αυτά δίνονται μέσα από ένα γενικό Career Mode που δεν διεκδικεί δάφνες βάθους και οργάνωσης, παρά αποτελεί ένα σύνολο αγώνων που τους τρέχετε και -κάποια στιγμή- τους τελειώνετε. Επίσης, σημαίνει ότι όλα τα οχήματα του παιχνιδιού ανήκουν στην παραπάνω κατηγορία και ότι η ποικιλία πάει περίπατο. Αν επιθυμείτε μια πιο ολοκληρωμένη racing προσέγγιση, θα πρέπει να κοιτάξετε αλλού -κι αυτό ξέρετε τι είναι, να μην επαναλαμβανόμαστε.
Σημαίνει επίσης, ότι και οι δέκα (!!) διαθέσιμες πίστες είναι αυτές που χρησιμοποιούνται στην παραπάνω διοργάνωση. Βέβαια, κάθε μια από αυτές είναι αναδημιουργημένη με τη μέγιστη λεπτομέρεια, καθώς έχει αναπαραχθεί με laser scan, αλλά αυτό είναι κάτι που ούτε μπορείτε να το επιβεβαιώσετε, ούτε θα έχει και κανένα αντίκτυπο στην εμπειρία σας, πέραν του γεγονότος ότι μπορείτε να πέσετε στις πραγματικές κακοτεχνίες της εκάστοτε πίστας κι όχι σε κάποιες τοποθετημένες εκεί από devs. Ο βουβός διάλογος μεταξύ devs και παικτών συνεχίζεται περίπου ως εξής: “θέλετε ρεαλισμό; Ωραία, τότε μπορώ να αναπαραστήσω μέχρι κεραίας μόνο δέκα πίστες”. Τίμιο, αλλά τι τελικά θέλει ο παίκτης; Να βλέπει στο παιχνίδι και την κάθε κεραία, ή να έχει περισσότερες πίστες να αγωνιστεί; Απαντήστε το εσείς αυτό…
Φυσικά, όσο scanning και να έχει γίνει, θα ήταν μάταιο αν δεν μπορούσε να αποδοθεί οπτικά μέσα στο παιχνίδι. Ο τίτλος, έχοντας βάλει στο ντουλάπι την προηγούμενη, χειροποίητη μηχανή γραφικών, φοράει πλέον την Unreal Engine 4 και τα αποτελέσματα είναι πάρα πολύ εντυπωσιακά! Σε epic settings η απεικόνιση θυμίζει πραγματικό αγώνα, με τεράστια λεπτομέρεια σε αυτοκίνητα και περιβάλλον, σε τέτοιο βαθμό, που θα καθίσετε να χαζεύετε την εικόνα για αρκετό διάστημα και μετά θα ξεκινήσετε να παίζετε -σοβαρά τουλάχιστον.
Βέβαια αδυναμίες υπάρχουν! Κατά τόπους, το γρασίδι μετατρέπεται σε patches γρασιδιού, δίνοντας μια εικόνα που ταιριάζει σε άλλη δεκαετία. Επίσης παρατηρείται έντονο stuttering και αρκετά συχνά frame drops, ακόμα κι αν τα settings κατέβουν πολύ χαμηλά, οπότε υπάρχει πρόβλημα που πρέπει να διορθωθεί. Τέλος -και ίσως το πιο ασήμαντο- σε όλες τις διαφημιστικές πινακίδες φιγουράρουν τα ονόματα των προγραμματιστικών ομάδων του παιχνιδιού, καθώς και των παραγωγών -όχι οι πραγματικές. Μπορεί να ακούγεται ευτελές, αλλά έρχεται σε αντίφαση με την “laser scan” πιστότητα του αγωνιστικού χώρου. Βάλανε, δηλαδή, το κάθε δέντρο στη σωστή του θέση, αλλά οι πινακίδες μείνανε custom. Αφήνει μια… γλυκόπικρη αίσθηση στο στόμα. Ή μήπως πικρή;
Όμως όλα αυτά θα περάσουν σε δεύτερη μοίρα όταν η προσοχή εστιάσει στο μοντέλο οδήγησης και τον ρεαλισμό (άντε ντε!) που το συνοδεύει. Εδώ τα πράγματα είναι επίσης εκπληκτικά, αλλά μονάχα ως προς τον τομέα της πιστότητας. Αρχικά πρέπει να αναφερθεί ότι κάθε αυτοκίνητο έχει τη δική του προσωπικότητα. Έχει ψυχή, αν θέλετε να το αποδώσετε λακωνικά και αρκούντως εύστοχα. Αυτό σημαίνει ότι έχει ξεχωριστή συμπεριφορά και χαρακτήρα και -για πρώτη φορά ίσως σε παιχνίδι- μπορεί να ταιριάζει ή όχι στο στυλ κάποιου παίκτη. Με κόπο και βάσανο, μέσα από ανατριχιαστικά πολλές ρυθμίσεις (τόσο racing όσο και control setup) και οδηγικό grinding, ο καθένας θα βρει το αυτοκίνητο που του ταιριάζει -χωρίς αυτό να σημαίνει ότι αρκεί μονάχα ένα για να προοδεύσετε.
Όμως ο ρεαλισμός βρίσκεται εδώ. Από την πρώτη στιγμή το παιχνίδι ωθεί τον παίκτη να οδηγεί συντηρητικά, προσεκτικά, μέχρι να βρει το comfort zone που του αναλογεί. Άλλη συγχώρεση δεν υπάρχει. Παίξτε, μάθετε, βρείτε μέχρι που μπορείτε και ποιες βοήθειες έχετε ανάγκη και μετά, μέσα από trial and error, θα ανέλεθτε -ή και όχι! – στο career του παιχνιδιού. Ρυθμίσεις επί ρυθμίσεων (αλήθεια, ποιος ξέρει πραγματικά τι πρέπει να ρυθμίσει;), δοκιμές και αργή πρόοδος με μεγάλη αίσθηση ανταμοιβής στην άλλη άκρη του τούνελ -για όποιον φτάσει εκεί. Πικρό, αλλά πραγματικό.
Η πορεία αυτού του ταξιδιού είναι όμως μοναδική! Θα γνωρίσετε πολλά αυτοκίνητα, λες και είναι NPCs σε κάποια περιπέτεια ή RPG, θα τρέξετε μαζί τους στο πανέμορφο περιβάλλον του παιχνιδιού και θα ακούσετε κάθε λεπτομέρεια που θα παράξουν τα ελαστικά, οι τουρμπίνες, τα σασμάν, τα φρένα και οποιοδήποτε άλλο μηχανικό μέρος τους, στο πιο λεπτομέρειες και εντυπωσιακό χαρακτηριστικό του παιχνιδιού -τον ήχο. Θα δείτε μια αξιοπρεπή ΑΙ να σας αντιπαλεύει και να σας θέτει ακόμα περισσότερα εμπόδια στο έργο σας από αυτά που ήδη έβαλε ο ρεαλισμός. Όλα αυτά θα τα ζήσετε και στα συμπληρωματικά modes, όπως το single race και το championship, καθώς και στο σπαρτιάτικο online με το καλό matchmaking και τα απόντα lobbies.
Αυτή είναι η αλήθεια για το Assetto Corsa Competizione: ένα racing sim που επικεντρώνεται μόνο σε μία διοργάνωση. Θα μπορούσε να λέγεται και GT3 2019, στο πρότυπο των F1 παιχνιδιών. Ένας τίτλος που θυσίασε το content προς όφελος της πιστότητας και το αποδίδει αυτό στον παίκτη σπαρτιάτικα, αλλά όμορφα. Με υπέροχα γραφικά, τέλειο ήχο, εκνευριστικά πολλές ρυθμίσεις και μπόλικες παιδικές ασθένειες, όπως frame drops, stutters και crashes. Είναι ένα παιχνίδι που δεν είναι και τόσο “παιχνίδι”, αλλά υπόσχεται ανταμοιβή στον κόπο και την αφοσίωση. Ένα παιχνίδι που σίγουρα δεν είναι για όλους -κι αυτή είναι η πικρή αλήθεια.