Αποικιοκρατικά τερτίπια.
Αν και αρκετά χρόνια στο κουρμπέτι των “ΑΑ” RPGs, η Spiders δεν έχει καταφέρει να κερδίσει την αναγνώριση και την επιτυχία άλλων εταιριών όπως, για παράδειγμα, το έχει κάνει η Piranha Bytes και η Larian. Αν και είχε προσπαθήσει πολλές φορές στο παρελθόν να ανακατέψει τα νερά του genre με τα Mars: War Logs, The Technomancer και Bound by Flame, ήταν σε κάθε τίτλο ξεκάθαρο πως ενώ η εταιρία είχε έξυπνες, φρέσκες και διαφορετικές ιδέες, το πολύ μικρό budget, καθώς και άλλοι περιορισμοί, δεν της επέτρεψαν ποτέ να δώσει ένα ολοκληρωμένο παιχνίδι, που θα ξέφευγε από την ψυχολογική βαθμολογική μετριότητα του “6”. Δύστροπο gameplay, περίεργα γραφικά, φτωχός σχεδιασμός. Πάντα υπήρχαν δείγματα μεγάλης ευρηματικότητας και γούστου, αλλά οι δημιουργοί πάντα δεν κατάφερναν να ξεπεράσουν νευραλγικά προβλήματα που βασίζονταν στο ότι οι τίτλοι τους προσπαθούσαν να φτάσουν επίπεδο ΑΑΑ με budget για κάτι μικρότερο. Ακόμα και έτσι όμως, τα παιχνίδια της Spiders είχαν κάποιο ενδιαφέρον και βρήκαν ένα niche κοινό που διψάει για WPRG σε μια περίοδο που αυτά σπανίζουν τρομερά. Έτσι, η εταιρία κατάφερε όχι μόνο να παραμείνει ανοιχτή, αλλά και να δοκιμάζει όλο και μεγαλύτερα πράγματα.
Όταν λοιπόν ανακοινώθηκε το Greedfall, η πρώτη μας αντίδρασή ήταν απλά μια συγκρατημένη αναμονή. Μπορεί τα trailers να έδειχναν εντυπωσιακά, όμως και άλλες φορές έδειχναν έτσι, με το τελικό αποτέλεσμα να απείχε πολύ από τις αρχικές εντυπώσεις. Και γνωρίζοντας το ιστορικό της εταιρίας -και έχοντας παίξει όλα της τα παιχνίδια- κρατούσαμε τον πήχη αρκετά χαμηλά για να μην απογοητευτούμε. Μετά από 35 ώρες και κοντά στο 99% της ολοκλήρωσης του τίτλου όμως, μπορούμε να πούμε με αρκετή χαρά πως το Greedfall αποτελεί ένα πολύ μεγάλο βήμα μπροστά για την Spiders, με σημαντικές βελτιώσεις σε πάρα πολλούς τομείς. Πρέπει να πούμε, ωστόσο, πως ακόμα και έτσι απέχει αρκετά από το να κοντράρει πιο μεγάλες κυκλοφορίες, έρμαιο για άλλη μια φορά των υπερβολικών φιλοδοξιών του. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.
Η ιστορία του παιχνιδιού εξελίσσεται ως επί το πλείστον σε ένα μυστηριώδες νησί στη μέση του πελάγους. Ένα νησί που φαίνεται να ανακαλύφθηκε πριν από μερικά χρόνια και έχει ξεκινήσει ένα νέο αγώνα ανακαλύψεων για τους λαούς της ενδοχώρας. Όπως και στην περίοδο των μεγάλων ανακαλύψεων της Αμερικής, έτσι και εδώ, οι ισχυρότερες χώρες του κόσμου χτίζουν βάσεις στο νησί και προσπαθούν να το εκμεταλλευθούν προς το όφελός τους, νοιαζόμενοι ελάχιστα για τις άλλες χώρες αλλά και τους αυτόχθονες κατοίκους που ζουν στο νησί και έχουν τα δικά τους ήθη και έθιμα. Εσείς θα αναλάβετε τον ρόλο του βασικού διπλωμάτη/διαπραγματευτή για ένα από αυτά τα κράτη και θα προσπαθήσετε να αυξήσετε την επιρροή σας στο νησί και να κάνετε νέες συμμαχίες. Ένας δεύτερος όμως, ακόμα σημαντικότερος ρόλος σας είναι να εξερευνήσετε το νησί και να προσπαθήσετε να βρείτε μία γιατρειά για μια θανατηφόρα αρρώστια που καταστρέφει την ενδοχώρα, στην οποία αρρώστια οι κάτοικοι του νησιού δείχνουν να έχουν ανοσία.
Πρόκειται για μια κλασική ιστορία αποικιοκρατίας, που πιάνει στοιχεία από τη δική μας Ιστορία και φέρνει στο προσκήνιο ορισμένες από τις χειρότερες στιγμές της ανθρωπότητας και της συμπεριφοράς της σε αυτόχθονες λαούς. Επιστημονική έρευνα δίχως ηθική, εμπόριο που κατακλέβει τους φτωχούς, κοινωνικός ρατσισμός, θρησκευτική μισαλλοδοξία και όλα τα λοιπά «καλούδια» που ακολούθησαν τις μεγάλες «ανακαλύψεις» του 15ου αιώνα, έρχονται εδώ και χαστουκίζουν τον παίκτη αλύπητα, μέσα από ένα κοινότυπο μεν αλλά αρκετά καλογραμμένο σενάριο, με μπόλικες ανατροπές και εκπλήξεις.
Χωρίς να εντυπωσιάζει, το Greedfall προσφέρει ένα ικανοποιητικό σύστημα χειρισμού, leveling, μάχης και crafting.
Πρόκειται για μια ιστορία που με διαφορά είναι ό,τι καλύτερο έχει γράψει ως τώρα η Spiders και χτίζει έναν πλούσιο κόσμο, με μεγάλη βάση στην πραγματικότητα. Πέραν αυτού, εξίσου σημαντικό είναι το γεγονός ότι όλα τα quests του παιχνιδιού έχουν ξεκάθαρα μια επιρροή από Obsidian/ Larian, δίνοντας ουσιαστικές ιστορίες με σοβαρό αντίκτυπο στη βασική πλοκή και προσφέροντας ταυτόχρονα πολλαπλούς (αν και απλούς) τρόπους λύσεων. Αν έχει κάποια ελαττώματα όμως, αυτά έρχονται από το μικρό budget του τίτλου. Το απλό είναι πως πολύ συχνά, γίνεται κάτι ή φτάνετε στο τέλος ενός πολύ μεγάλου quest, και εκεί που θα περιμένατε να δείτε κάποιο μεγάλο cinematic ή έστω μια ενορχηστρωμένη κορύφωση 2-3 λεπτών, το παιχνίδι απλά το προσπερνάει με ένα γρήγορο loading και σου λέει πως έγινε ήδη και οι χαρακτήρες συνεχίζουν τη συζήτηση από εκεί.
Είναι κάτι που σε βγάζει λίγο απότομα από την ατμόσφαιρα και ζημιώνει αρκετά μια κατά τα άλλα αξιόλογη εξιστόρηση. Το πιο προβληματικό σημείο του Greedfall έχει να κάνει με το ανελέητο backtracking που απαιτούν πολλά από τα quests του παιχνιδιού. Θέλεις να χαρείς την ιστορία και να προχωράς και να ανακαλύπτεις πράγματα, αλλά σε πολλά quests το παιχνίδι απλά σε κάνει μπαλάκι ανάμεσα σε περιοχές δίχως έλεος. Πάρτε το quest από την περιοχή Α1, πηγαίνετε στην Α2 να μιλήσετε σε κάποιον, στην Α3 για να μιλήσετε σε κάποιον ακόμα, Β1 και Γ1 και Γ3 για να κάνετε κάτι, Α2 για να δώσετε κάτι, Α1 για update, Β1 για ανάκριση, Γ3-Γ1-Γ3 για να προχωρήστε παρακάτω, Β1 και Γ3 ξανά και ένα Α1-Α3-Α1 για σβήσιμο.
Δεν είναι ευτυχώς όλα τα quests τόσο μεγάλα, αλλά το γενικότερο συναίσθημα ότι πας μπρος-πίσω σε πολλές περιοχές είναι διάχυτο και στις τελευταίες 10-15 ώρες του τίτλου, που πάνω-κάτω έχετε ανακαλύψει τις περισσότερες περιοχές, εκθετικά κάνει μεγάλη ζημιά στη διασκέδαση και την αντοχή του παίκτη. Αν υπήρχε καλύτερο στήσιμο των quests, ευκολότερο fast travel (μπορείς να ταξιδέψεις μόνο από camp fires και άκρες του χάρτη, που σημαίνει ότι αναγκαζόμαστε να ρίχνουμε μπόλικο περπάτημα) το παιχνίδι θα μπορούσε πολύ άνετα να έχει τη μισή διάρκεια και να ήταν πολύ πιο διασκεδαστικό. Να μην αναφέρουμε και την απουσία mini-map προς όφελος της «εύκολης» πυξίδας που υιοθετούν τα σύγχρονα open-world παιχνίδια και που σε οδηγεί να χάνεις χρόνο με το άνοιξε-κλείσε του μεγάλου χάρτη.
Στα του τεχνικού τομέα τώρα, το Greedfall έχει στοιχεία που εντυπωσιάζουν αλλά και στοιχεία που στεναχωρούν. Ξεκινώντας από τα καλά, πρέπει να πούμε πως, ως επί το πλείστoν, το voice acting είναι εξαιρετικό και πραγματικά δίνει ζωή σε όλους τους χαρακτήρες. Ειδικά ο πρωταγωνιστής είναι τόσο εκφραστικός και «αληθινός», που πραγματικά κάνει ακόμα και παιχνίδια-θρύλους να ζηλεύουν (αν εξαιρέσετε βέβαια το lip sync που είναι σχεδόν ανύπαρκτο). Πέραν αυτού, να πούμε πως για ΑΑ τίτλο, το Greedfall διαθέτει σημεία που δείχνει πολύ όμορφο και με εντυπωσιακό σύστημα φωτισμού και εναλλαγής μέρας-νύχτας (σε εξωτερικούς και εσωτερικούς χώρους) και όμορφα μοντέλα χαρακτήρων, ενώ πρέπει να αναφέρουμε πως ο τίτλος της Spiders είναι πολύ «ελαφρύς» και τρέχει σε high settings ακόμα και σε μέτρια μηχανήματα και με ταχύτατα loading times.
Tο Greedfall διαθέτει σημεία που δείχνει πολύ όμορφο και με εντυπωσιακό σύστημα φωτισμού και εναλλαγής μέρας-νύχτας (σε εξωτερικούς και εσωτερικούς χώρους) και όμορφα μοντέλα χαρακτήρων.
Από εκεί και πέρα όμως, το πενιχρό budget των δημιουργών εμφανίζει για άλλη μια φορά το φιδίσιο κεφάλι του. Καταρχάς, υπάρχει τεράστια ανακύκλωση σε όλο το παιχνίδι, σε σημείο που θυμίζει Dragon Age 2. Τα περισσότερα κτίρια που θα μπείτε είναι απλά αντίγραφα των ίδιων κτιρίων που έχετε ξαναμπεί σε άλλες περιοχές, τα περισσότερα χωριά είναι και αυτά ολόιδια ενώ το μεγαλύτερο τμήμα του νησιού είναι σχεδόν ίδιο και απαράλλαχτο. Το τελευταίο έχει μια ρεαλιστική βάση μεν, αλλά σε ένα παιχνίδι με στοιχεία μαγείας και fantasy, θα περίμενε κανείς να δει και κάτι παραπάνω πέρα από μια επιφάνεια που είναι 90% δάσος και πεδιάδα. Παρόμοια ανακύκλωση υπάρχει και στους εχθρούς δυστυχώς, καθώς το παιχνίδι περιορίζεται σε 5-6 βασικά τέρατα (και τα elites τους), 3-4 bosses (που θα ανακυκλωθούν 3-4 φορές το καθένα) και ανθρώπινους εχθρούς.
Περνώντας στα του gameplay τώρα, μπορούμε να πούμε πως, χωρίς να εντυπωσιάζει, το Greedfall προσφέρει ένα ικανοποιητικό σύστημα χειρισμού, leveling, μάχης και crafting. Σαφέστατα πιο action από τους προκατόχους του, η melee μάχη είναι αρκετά απλή με μόλις δύο κινήσεις, αλλά η διαφοροποίηση ανάμεσα σε διαφορετικά όπλα μπορεί να προσφέρει ένα βάθος που απουσιάζει. για παράδειγμα, από το Witcher. To ranged σύστημά του με πυροβόλα όπλα είναι κυρίως υποστηρικτικό αλλά με μεγάλη αξία στις δύσκολες στιγμές, ενώ η μαγεία είναι κάπως περιορισμένη σε πιο απλούς, «γήινους» σχεδόν μηχανισμούς, όμως προσφέρει και αυτή το δικό της λιθαράκι. Τίποτα το ρηξικέλευθο στα σίγουρα, αλλά χρηστικό και με μια κάποια ποικιλία.
Είναι πολύ σημαντικό να αναφέρουμε πως το leveling system του παιχνιδιού είναι έτσι στημένο ώστε να σας αφήσει να χτίσετε τον χαρακτήρα σας όπως εσείς θέλετε, δίχως να σας κλειδώνει σε ένα class. Αν και αυτό πολλές φορές είναι ανάθεμα για ορισμένους παίκτες, μιας και συχνά καταλήγεις με έναν μέτριο χαρακτήρα σε όλα, στη συγκεκριμένη περίπτωση πρέπει να παραδεχθούμε πως το σύστημα είναι ιδιαίτερα καλοστημένο, δίνοντας πραγματική ελευθερία και πειραματισμό δίχως να τιμωρεί. Αυτό όμως δε περιορίζεται μόνο στη μάχη αλλά και στα δευτερεύοντα attributes, καθώς αυτά θα σας ξεκλειδώνουν νέες επιλογές σε quests, καινούργιες διαδρομές και νέους τρόπους εξερεύνησης, χωρίς όμως να σας κλειδώνει δίχως λύση σε κάποιο σημείο.
Έτσι λοιπόν, το Greedfall θα πρέπει να παραδεχθούμε πως αποτελεί ένα μεγάλο βήμα μπροστά για την Spiders. Για άλλη μια φορά πέφτει θύμα των υπερβολικών προσδοκιών των δημιουργών του και κάνει στραβοπατήματα με μπόλικη ανακύκλωση, backtracking και glitchy animation, που θα μπορούσαν ίσως να είχαν αποφευχθεί αν το παιχνίδι ήταν πιο “μαζεμένο”. Από την άλλη, μιλάμε για μια πραγματικά μεγάλη βελτίωση σε σύγκριση με τους προηγούμενους τίτλους της εταιρίας. Με αξιόλογη γραφή, έξυπνο questing και ενδιαφέροντα κόσμο, αποτελεί μια ικανοποιητική mid-range WRPG εμπειρία, σε μια περίοδο που το είδος είναι σχεδόν εξαφανισμένο. Η Spiders έθεσε τις βάσεις για κάτι που μπορεί στο μέλλον να γίνει ένα μεγάλο franchise και εμείς ευχόμαστε ολόψυχα να το καταφέρει.
Το review για το Greedfall βασίστηκε στην έκδοσή του για PC.