Oh Let’s Break It Down!
Πέντε ολόκληρα χρόνια έχουν περάσει από την πρώτη κυκλοφορία του hero shooter τίτλου της Blizzard. Μέσα σε αυτά, αυτός έφτιαξε όνομα, έχει πλέον το δικό του “πρωτάθλημα” με buy-in εκατομμυρίων, έχει έρθει στις κονσόλες της τρέχουσας γενιάς, αλλά έχει κλείσει και το σπίτι άλλων τίτλων που κονταροχτυπήθηκαν (;) μαζί του. Μάλιστα, έχει ήδη ανακοινωθεί και το sequel του, που παρόλο που φέρει τον αριθμό “2”, θα δώσει ακόμη περισσότερη ζωή στον πρώτο τίτλο της σειράς λόγω της πολιτικής που αποφάσισε να ακολουθήσει η Blizzard. Όπως θα καταλάβατε, φυσικά και μιλάμε για το Overwatch, προσπαθώντας να αποκρυπτογραφήσουμε τον λόγο και το νόημα της κυκλοφορίας του στην υβριδική πλατφόρμα της Nintendo.
Βλέπετε, το Overwatch είναι καθαρά ένα competitive παιχνίδι με ό,τι συνεπάγεται αυτό. Παίκτες που καταφεύγουν σε monitor με υψηλά framerate, προσπάθεια ελαχιστοποίησης του input lag, του ping και άλλων όρων που πιθανόν να είναι αδιάφοροι στον μέσο κάτοχο του Switch, ή ακόμη και τελείως άγνωστοι. Το Overwatch ήρθε λοιπόν στην κονσόλα και βάζοντάς το σε αυτή δεν είχαμε ιδιαίτερα υψηλές προσδοκίες. Φορτώνοντας το παιχνίδι συναντήσαμε το σύντομο tutorial που υπάρχει και στις άλλες εκδόσεις του τίτλου. Εκεί ήρθαμε αντιμέτωποι με τη μοναδική προσθήκη που φέρει η έκδοση του Switch, δηλαδή τα gyro controls. Μετά από μία σύντομη μάχη μαζί τους, αφού πιάσαμε το νόημα, καταλήξαμε στο ότι αυτά λειτουργούν, ως ένα βαθμό, όπως θέλει η Nintendo και η Blizzard. Ωστόσο, λίγο αργότερα απενεργοποιήθηκαν μέσω της σχετικής επιλογής στο μενού, αφού δεν πρόσφερουν την ακρίβεια που απαιτεί ένας τίτλος του είδους.
Καλώς η κακώς, ο χειρισμός ενός competitive τίτλου απαιτεί ταχύτητα και ακρίβεια, κάτι που δυστυχώς δεν μας πρόσφερε ούτε η άλλη επιλογή που είχαμε στα χέρια μας, τα Joy-Cons. Είτε συνδεδεμένα επάνω στην κονσόλα, είτε στο σχετικό περιφερειακό, τα Joy-Cons είναι ίσως το χειρότερο default χειριστήριο για να παίξει κανείς first person shooter. Το μικρό travel distance των μοχλών του δεν αφήνει περιθώρια για σωστή και γρήγορη στόχευση, ενώ ταυτόχρονα το μικροσκοπικό μέγεθος και η θέση των face buttons -κάθετα στην ίδια ευθεία με τον δεξί μοχλό- κάνουν την πλοήγηση στους πολύχρωμους χάρτες δύσκολη και όχι ομαλή. Με βάση λοιπόν τα παραπάνω, φτάνουμε στο συμπέρασμα πως ο καλύτερος τρόπος για να παίξεις Overwatch στο Switch, είναι να ξοδέψεις ακόμη €80 για την αγορά ενός Pro Controller. Αν και δεν μας δόθηκε η ευκαιρία να δοκιμάσουμε την παραπάνω πρόταση, είμαστε σίγουροι πως το Pro Controller ανεβάζει τον χειρισμό κοντά στα επίπεδα των άλλων δύο εκδόσεων για κονσόλες.
Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί στη χρήση της λέξης “κοντά”, γιατί ο υποβαθμισμένος τεχνικός τομέας του τίτλου δημιουργεί θέματα και στον χειρισμό. Το Overwatch προσπαθεί να τρέξει στα 30fps, είτε docked, είτε σε handheld mode, όμως αυτό είναι αδύνατο ειδικά στις σκηνές έντονης δράσης. Οποιοσδήποτε έχει ασχοληθεί με τον τίτλο, θα ξέρει πως αυτός βασίζεται στην οπτική ανάδραση σε αρκετά μεγάλο βαθμό. Επομένως, όλοι οι οι χαρακτήρες έχουν τις δικές τους δυνάμεις, με χρώματα, εφέ και animations, που όταν συγκεντρωθούν σε έναν μικρό χώρο, π.χ. μέσα σε ένα objective, γονατίζουν το framerate της κονσόλας. Το παραπάνω κάνει την στόχευση αρκετά δύσκολη, δημιουργεί έντονα την αίσθηση ύπαρξης input lag και ακυρώνει όποια προσπάθεια για ακρίβεια στη στόχευση. Αυτός ήταν και ο λόγος που καθ’ όλη τη διάρκεια της δοκιμής, προτιμούσαμε τους tank χαρακτήρες και όχι τους πιο τεχνικούς, αφού το play style τους ακυρώνεται από το ίδιο το παιχνίδι. Η Blizzard όφειλε να ασχοληθεί παραπάνω και να καταφέρει να κλειδώσει το παιχνίδι στα 30fps, την ώρα που τίτλοι όπως το Paladins πετυχαίνουν 60fps στην κονσόλα, χρησιμοποιώντας τεχνικές όπως η δυναμική ανάλυση
Παίζοντας το Overwatch σε οποιαδήποτε άλλη πλατφόρμα, το cartoony εικαστικό του -σε συνδυασμό με την αμεσότητα στον χειρισμό και την ταχύτητα κίνησης- το μετατρέπουν σε ένα από τα πιο γρήγορα και ομαλά (“smooth”, “fluid” και όλα τα υπόλοιπα παρεμφερή επίθετα) shooters που έχουμε συναντήσει. Δυστυχώς, το παραπάνω πάει περίπατο όταν μιλάμε για την έκδοση του Switch. Φυσικά, πέρα από τις εκπτώσεις στο framerate, η Blizzard έριξε αρκετά και τη συνολική ποιότητα απεικόνισης για να μπορέσει τρέξει το παιχνίδι στα 900p docked. Το anti-aliasing λάμπει δια της απουσίας του σε πολλές περιπτώσεις, κάτι που σε συνδυασμό με την μικρή ανάλυση δημιουργεί πρόβλημα στην αναγνώριση των εχθρών και των κινήσεων τους σε μεγάλη απόσταση. Αντίθετα, το art style του Overwatch κρύβει αρκετές από τις τεχνικές ατέλειες, κάνοντας τα περιβάλλοντα να φαίνονται όμορφα ακόμη και αν μοιάζουν με τα low-medium settings της έκδοσης για υπολογιστές. Φυσικά, πολλές λεπτομέρειες σε όπλα, μαλλιά, πρόσωπα, υφές από ρούχα και αντικείμενα έχουν χαθεί, όμως οι πολύχρωμοι χάρτες δεν έχασαν πλήρως τον χαρακτήρα τους.
Μία από τις ευχάριστες εκπλήξεις, ήταν η ύπαρξη ενσωματωμένου voice chat σε τίτλο της κονσόλας, χωρίς ωστόσο να πετύχουμε παίκτες που έκαναν χρήση του. Εδώ πρέπει να σταθούμε και στους μεγαλύτερους -σε σχέση με τις υπόλοιπες εκδόσεις- χρόνους αναμονής ανάμεσα στα παιχνίδια, ακόμη και σε καιρούς καραντίνας. Επίσης άξιο αναφοράς είναι πως η έκδοση είναι “on par” με τις υπόλοιπες σε ό,τι αφορά το περιεχόμενο (ήρωες, χάρτες, skins), όμως απουσιάζει η δυνατότητα cross-progress. Μόλις ξεκινήσαμε, το παιχνίδι δημιούργησε ένα νέο προφίλ για εμάς από το μηδέν.
Κλείνοντας, όλα δείχνουν πως έχουμε να κάνουμε με μία κλασική περίπτωση port για την υβριδική κονσόλα της Nintendo. Είναι το Switch η καλύτερη πλατφόρμα για να απολαύσει κανείς το Doom, το Witcher 3 ή το Overwatch; Η απάντηση είναι όχι φυσικά, εκτός αν κάποιος βάζει τη φορητότητα πάνω από όλα. Εδώ τα πράγματα είναι λίγο διαφορετικά, αφού το Overwatch είναι ένας online competitive τίτλος, που δεν μπορεί να παιχτεί εκτός σπιτιού, στο τραίνο, στο πάρκο ή στο καράβι. Επομένως, το συγκεκριμένο port μπορούμε να το προτείνουμε μόνο σε όσους δεν έχουν διαθέσιμη κάποια άλλη κονσόλα ή υπολογιστή, θέλουν να ασχοληθούν με έναν online τίτλο και ίσως έχουν στην κατοχή τους το Pro Controller.