Η νέα σειρά gaming ακουστικών Quantum σηματοδοτεί την προσπάθεια της JBL να εισέλθει στην κατηγορία των περιφερειακών που απευθύνονται σε gamers. Φυσικά, το όνομα της JBL είναι το αντίθετο από νέο στον χώρο του ήχου, αφού η εταιρία έχει μία τεράστια πορεία. Για την ιστορία, η JBL ανήκει στη Harman, κάτω από την ομπρέλα της οποίας είναι και άλλα μεγάλα ονόματα του ήχου όπως οι AKG, Bang & Olufsen, Harman Kardon και πολλά ακόμη. Στα χέρια μας έφτασαν τα JBL Quantum 400, το “low-mid range” μοντέλο της σειράς Quantum, που αποτελείται από τα Quantum 300, 400, 600, 800 και One.
Ανοίγοντας την προσεγμένη συσκευασία των Quantum 400, το πρώτο πράγμα που μας έκανε εντύπωση είναι η ποιότητα κατασκευής τους. Παρά την πλαστική υφή του, το headset μάς έδωσε μία αίσθηση στιβαρότητας, και το ίδιο το πλαστικό έμοιαζε αρκετά συμπαγές. Μετά από δύο περίπου εβδομάδες βαριάς χρήσης η αρχική μας εκτίμηση επιβεβαιώθηκε με τα τριξίματα να απουσιάζουν πλήρως. Το δεύτερο σημείο που μας εντυπωσίασε αμέσως μόλις το πιάσαμε στα χέρια μας, ήταν το μικρό τους βάρος σε συνδυασμό με το πόσο απαλά ήταν τα «μαξιλαράκια». Ευτυχώς, και εδώ η πρώτη ματιά δεν ξεγέλασε και θα λέγαμε με σιγουριά πως τα Quantum είναι από τα πιο άνετα headsets που έχουμε φορέσει.
Το αξιοσημείωτα χαμηλό τους βάρος (274g), σε συνδυασμό με το καλό memory foam που έχει χρησιμοποιηθεί στα ear-pads και αγκαλιάζει πλήρως τα αυτιά, μας έκανε να ξεχάσουμε ότι τα φοράμε μετά από αρκετές ώρες παιχνιδιού. Εδώ, φυσικά παίζει ρόλο και το διαφορετικό σχήμα κάθε κεφαλιού, ωστόσο τα Quantum μάς δίνουν τη δυνατότητα να αυξομειώσουμε το μέγεθος του βραχίονά τους αρκετά εύκολα, επιλέγοντας ένα από τα 7 διαφορετικά «σκαλοπάτια».
To headband είναι και αυτό κατασκευασμένο από ένα ελάχιστα πιο σκληρό αφρώδες υλικό, που αγκαλιάζει πλήρως το σχήμα του κεφαλιού μας χωρίς να το πιέζει. Παράλληλα, τα Quantum παρέμειναν σταθερά στο κεφάλι μας χωρίς να πέφτουν ή να αποσταθεροποιούνται ακόμη και κατά το περπάτημα. Μοναδική παρατυπία στον τομέα της κατασκευής είναι το υλικό των ear-pads (δερματίνη) το οποίο, παρότι τους δίνει την δυνατότητα να αγκαλιάζουν άψογα το κεφάλι μας, χωρίς πίεση, δεν «αναπνέει» καθόλου, κάτι που μπορεί να γίνει ενοχλητικό όταν ανέβει η θερμοκρασία. Στην αριστερή πλευρά των Quantum 400 είναι τα πλήκτρα ελέγχου του headset. Εδώ έχουμε ένα πλήκτρο για απενεργοποίηση του μικροφώνου, μία ροδέλα αυξομείωσης της έντασης, αλλά και τη ροδέλα ρύθμισης της ισορροπίας μεταξύ του chat και του ήχου του παιχνιδιού/ μουσικής.
Το τελευταίο μπορεί να ξαφνιάσει αρκετούς, όμως ο τρόπος που λειτουργεί είναι αρκετά απλός. Συνδέοντας το headset στον υπολογιστή μας, εμφανίζονται δύο πηγές εξόδου στα Windows. Η πρώτη έχει όνομα JBL Quantum 400 (Game) και αναλαμβάνει αυτόματα τους ήχους από παιχνίδια ή multimedia υλικό, ενώ η δεύτερη, με όνομα JBL Quantum 400 (Chat), χρίζεται από μόνη της ως προεπιλεγμένη συσκευή επικοινωνίας και χρησιμοποιείται σε εφαρμογές όπως τα Discord, TeamSpeak, Zoom, Microsoft Teams και Webex. Η JBL έχει συνεργαστεί με τις εταιρίες πίσω από τις εφαρμογές του είδους, έχοντας μάλιστα πάρει και την στάμπα “Discord Certified”, κάτι που μεταφράζεται σε απροβλημάτιστη λειτουργία με το γνωστό πρόγραμμα.
Στο ίδιο earcup έχουμε και τις θύρες σύνδεσης των αποσπώμενων καλωδίων, μία θύρα USB-C και μία υποδοχή 3,5mm. Τα Quantum 400 μπορούν να συνδεθούν σε υπολογιστές και PlayStation 4/5 μέσω του παρεχόμενου καλωδίου (USB-C to USB-A), ενώ ταυτόχρονα μπορούν να συνδεθούν σε συσκευές που έχουν υποδοχή 3,5mm, όπως κινητά τηλέφωνα, χειριστήρια Xbox και PlayStation. Τα δύο καλώδια που υπάρχουν στην συσκευασία έχουν ικανοποιητικό μήκος (3 μέτρα το USB, 1,2 μέτρα το καλώδιο των 3,5mm) , ενώ η ποιότητά τους είναι εκπληκτική. Κάποιος δικαίως θα αναρωτηθεί, εκπληκτική ποιότητα σε καλώδιο; Ναι, αφού είναι braided και έχουν όμορφες και προσεγμένες καλοσχεδιασμένες απολήξεις. Τέλος, για όποιον ενδιαφέρεται, το headset μπορεί να συνδεθεί και σε κινητά με θύρα USB Type-C, αρκεί να προμηθευτείτε το κατάλληλο καλώδιο.
Περνώντας στον τομέα του ήχου, εδώ θα λέγαμε πως είναι μόνο σημείο που τα Quantum είναι απλά ικανοποιητικά και δεν ξεπερνάνε τον μέσο όρο. Ακολουθώντας την παράδοση των περισσότερων gaming headsets, τα Quantum 400 δεν καταφέρνουν να είναι απόλυτα σωστά στις περισσότερες συχνότητες. Το μπάσο είναι από προεπιλογή παραπάνω τονισμένο -όπως στα περισσότερα gaming ακουστικά- ωστόσο η πληροφορία που μεταφέρεται δείχνει να μην αποδίδεται σωστά και να «μπουκώνει» το ακουστικό. Αυτό δεν λύνεται μέσω χειροκίνητης ρύθμισης του ισοσταθμιστή, καθώς οι χαμηλές συχνότητες δεν «καθαρίζουν». Φυσικά αυτό συμβαίνει στα περισσότερα ακουστικά της κατηγορίας και δεν θα πρέπει να σας αποθαρρύνει.
Όσον αφορά στις μεσαίες συχνότητες, τα ακουστικά θα λέγαμε πως λειτουργούν άψογα, τόσο σε ομιλίες όσο και σε μουσική. Αντιθέτως, στις υψηλές συχνότητες τα Quantum 400 δεν καταφέρνουν να εντυπωσιάσουν και αυτός είναι και ο λόγος που δεν θα τα προτείναμε σε όποιον ψάχνει ακουστικά με κύρια χρήση την ακρόαση μουσικής. Η ένταση τους μπορεί να γίνει αρκετά υψηλή, με τους drivers των 50mm να «οδηγούνται» εύκολα από τις περισσότερες συσκευές λόγω της αντίστασης των 32Ω.
Το JBL Quantum Engine είναι το λογισμικό που συνοδεύει τα ακουστικά και τους χαρίζει κάποιες επιπλέον δυνατότητες. Μέσω αυτού, μπορούμε να ρυθμίσουμε τον ισοσταθμιστή, το χρώμα και τα εφέ των RGB led του logo της JBL στα ear-cups και την ένταση του μικροφώνου. Εκτός αυτών, μέσω του προγράμματος μπορούμε να ενεργοποιήσουμε τις virtual surround δυνατότητες του headset.
Εδώ ο χρήστης μπορεί να επιλέξει ανάμεσα σε απλό stereo ήχο, DTS και Quantum Surround, την in-house υλοποίηση της JBL. Το DTS ήταν αυτό που μας κέρδισε τελικά με την απόδοσή του, προσφέροντας αρκετή πληροφορία για το τι γίνεται γύρω μας μέσα στα παιχνίδια, για να καταλήξουμε σε ένα όμορφο τελικό αποτέλεσμα. Από την άλλη, το Quantum Surround δημιουργεί πολύ μεγαλύτερο sound-stage, βάζοντας τον χρήστη σε ένα πολύ μεγαλύτερο ψηφιακό «δωμάτιο» και τονίζοντας ακόμα περισσότερο την κατεύθυνση του ήχου. Ωστόσο το τελικό αποτέλεσμα έμοιαζε αφύσικο, παραμορφώνοντας αρκετά τον πρωτότυπο ήχο του παιχνιδιού.
Φυσικά, το παραπάνω βασίζεται και στις προτιμήσεις του χρήστη και η άμεση εναλλαγή μεταξύ των δύο θα βοηθήσει να βρείτε γρήγορα τι σας ταιριάζει περισσότερο ή ποιο από τα δύο λειτουργεί καλύτερα ανάλογα το παιχνίδι. Όσον αφορά στις κονσόλες, το headset κάνει χρήση του Tempest Engine της Sony όταν συνδεθεί σε PlayStation 5 και των DTS και Dolby Atmos (εφόσον έχουμε αγοράσει τη σχετική άδεια) στα Xbox Series S|X, όπως συμβαίνει και με όλα τα headset που υπάρχουν στην αγορά.
Δεν θα μπορούσαμε να ολοκληρώσουμε το review χωρίς αναφορά στο μικρόφωνο των Quantum 400. Ο ήχος που καταγράφεται είναι αρκετά καθαρός και προσφέρει ένα παραπάνω από ικανοποιητικό αποτέλεσμα. Οι συνομιλητές μας άκουγαν καθαρά την φωνή μας, σε κανονική ένταση, χωρίς να ενοχλούνται ιδιαίτερα από τον θόρυβο του μηχανικού πληκτρολογίου, ο οποίος όμως «πιανόταν» από το directional μικρόφωνο. Το software της JBL μάς δίνει τη δυνατότητα να ακούμε την φωνή μας, κάτι που θα φανεί ιδιαίτερα χρήσιμο σε όσους κάνουν live-stream ή voice over σε βίντεο. Δυστυχώς, το μικρόφωνο δεν αποσπάται ενώ η θέση του είναι fixed. H μόνη κίνηση που μπορούμε να κάνουμε είναι να το σηκώσουμε, κάτι που θα έχει ως αποτέλεσμα να ανάψει και το διακριτικό κόκκινο φωτάκι που μας υπενθυμίζει πως έχει γίνει mute.
Ολοκληρώνοντας, θα λέγαμε πως τα JBL Quantum 400 είναι μία τίμια, all around πρόταση, που θα βολέψει όσους ψάχνουν ένα headset για πολλές πλατφόρμες. Η άνεση που προσφέρουν, σε συνδυασμό με την καλή ποιότητα κατασκευής και το ικανοποιητικό ηχητικό αποτέλεσμα, τα καθιστούν έξυπνη επιλογή για όσους βάζουν την άνεση και τη πρακτικότητα πάνω από όλα.
Φυσικά, αν κάποιος έχει πιο στοχευμένες απαιτήσεις, όπως η δυνατότητα απόσπασης του μικροφώνου, για πιο ανθρώπινη χρήση σε εξωτερικούς χώρους, και η καλύτερη απόδοση σε μουσική, θα βρει προτάσεις από άλλες εταιρίες που να καλύπτουν περισσότερο τις ανάγκες του.
Τα JBL Quantum 400 κοστίζουν περίπου €100 στα ελληνικά καταστήματα.