Το Indika αποτελεί μια ενδιαφέρουσα περίπτωση στον κόσμο των βιντεοπαιχνιδιών, συνδυάζοντας τα στοιχεία των walking simulators με μια έντονη εναλλακτική προσωπικότητα. Η ομάδα ανάπτυξης, που αποτελείται κυρίως από Ρώσους πρόσφυγες από τον Ρωσο-Ουκρανικό πόλεμο, ενσωματώνει τις εμπειρίες τους στο παιχνίδι.
Το Indika επικεντρώνεται στην ιστορία της Indika, μιας νεαρής μοναχού του 19ου αιώνα, η οποία αμφισβητεί τις πεποιθήσεις της και την πίστη της. Η αναπτυξιακή ομάδα, Odd Meter, καταφέρνει να προβάλει την κριτική της στη θρησκεία με έναν έξυπνο τρόπο, προκαλώντας συζητήσεις πέρα από το παιχνίδι. Το gameplay περιλαμβάνει περιπάτους και γρίφους, με τους οποίους ο παίκτης αλληλεπιδρά με τον κόσμο του παιχνιδιού. Οι εναλλαγές μεταξύ των δύο δομών του κόσμου παρουσιάζουν ενδιαφέροντα platform σημεία, αλλά θα μπορούσαν να αναπτυχθούν περαιτέρω.
Μολονότι το Indika ενδέχεται να είναι μικρής διάρκειας, παρέχει μια ενδιαφέρουσα και προκλητική εμπειρία που αφήνει τον παίκτη να σκέφτεται και να αναλογιστεί, αποτελώντας έναν αξιομνημόνευτο τίτλο στο είδος του.
Υπάρχει αυτή η κατηγορία ταινιών, οι λεγόμενες arthouse, τουτέστιν ανεξάρτητες παραγωγές, με καλλιτεχνικές ανησυχίες. Ταινίες που, συνήθως, αφορούν ένα niche κοινό που θα τις εκτιμήσει, ενώ θα περάσουν απαρατήρητες, αδιάφορες ή και… απαράδεκτες για μεγάλη μερίδα κοινού. Σημασία έχει ότι υπάρχουν και αυτές οι πιο ιδιαίτερες περιπτώσεις, που καταφέρνουν να ξεφύγουν από τα στεγανά του μέσου και ουδόλως έχει σημασία αν απευθύνονται σε περιορισμένο κοινό. Άλλωστε αυτό τους επιτρέπει να προσφέρουν όντως μοναδικές εμπειρίες, έστω και για λίγους.
Μία ανάλογη περίπτωση για το μέσο των βιντεοπαιχνιδιών αποτελεί και το Indika, μία ιδιαίτερη περίπτωση που ναι μεν μπορεί να την κατατάξει κανείς στην κατηγόρια των walking simulator (αφηγηματικών εμπειριών αν προτιμάτε), εντούτοις, αποτελεί μία εμπειρία με πολύ έντονα εναλλακτική και εκκεντρική προσωπικότητα. Αποτελεί επίσης ένα παιχνίδι που δείχνει έντονα τα σημάδια του Ρωσο-Ουκρανικού πολέμου στην ομάδα ανάπτυξης.
Η Odd Meter αριθμεί λίγο περισσότερα από 10 άτομα, η πλειοψηφία εκ των οποίων είναι Ρώσοι που αποφάσισαν να φύγουν στο Καζακστάν κατά την αρχή του πολέμου, όντας ενάντιοι σε αυτήν τη σύρραξη. Είναι μάλλον εμφανές ότι κομμάτι του έντονου πεσιμισμού και κυνισμού που προσδιορίζει τη γραφή του παιχνιδιού έχει τις ρίζες του σε αυτήν την τραγική κατάσταση, που μετράει πλέον χρόνια.
Ο βασικός σεναριακός πυλώνας του Indika εντοπίζεται στην έντονη κριτική που ασκείται στο θέμα της θρησκείας και πρωτίστως της τυφλής πίστης σε μία ανώτερη δύναμη, αλλά και στην ψευδαίσθηση ότι κάθε καλή ή κακή πράξη μπορεί να παρακινείται από αόρατες οντότητες (ενάρετες ή δαιμονικές). Ενίοτε σαρκαστικό, ορισμένες φορές περιπετειώδες, σε κάποιες περιπτώσεις με χιούμορ, το Indika είναι πάντοτε δραματικό και ως εκ τούτου “κερδίζει” την ωμή κορύφωσή του, καταλήγοντας στο τελικό του συμπέρασμα περί αδυσώπητης ανθρώπινης φύσης, με έναν άγριο αλλά ταυτόχρονα ταιριαστό τρόπο.
Στο επίκεντρο της ιστορίας βρίσκεται η Indika, μία νεαρή μοναχός της ορθόδοξης εκκλησίας της Ρωσίας, κάπου στα τέλη του 19ου αιώνα. Αποτελεί μία συμπαθή και αξιομνημόνευτη χαρακτήρα, που εξαρχής φαίνεται, έστω και αμυδρά, ότι η μοναστική ζωή δεν είναι για την ίδια. Από τα πρώτα λεπτά ακούμε τον ίδιο τον διάβολο να τριβελίζει τις σκέψεις της, καθώς συχνά πυκνά ακούμε τη φωνή του στην προσπάθειά του να βάλει την Indika σε πειρασμό καθώς και σε δεύτερες σκέψεις σχετικά με τα ιδανικά της ορθόδοξης θρησκείας και το θέμα της πίστης γενικότερα.
Έπειτα από την έξοδό της από το μοναστήρι (κατόπιν εντολής της ηγουμένης που φαίνεται να μην της έχει και ιδιαίτερη συμπάθεια) η Indika σύντομα θα βρεθεί στο μονοπάτι του Ilya, ενός πληγωμένου φυγά που έχει τα δικά του θέματα περί τυφλής πίστης. Οι δύο τους θα προσπαθήσουν να φτάσουν σε μία μακρινή εκκλησία, όπου υπάρχει το πολυπόθητο θρησκευτικό τεχνούργημα ονόματι “Kudets”, που θεωρείται ότι η άγια φύση του μπορεί να γιατρέψει διαφόρων ειδών σωματικά και πνευματικά τραύματα.
Το οδοιπορικό τους θα τους φέρει μπροστά από διάφορους κινδύνους αλλά και φιλοσοφικές συζητήσεις, οι οποίες συχνά πυκνά δεν χρειάζονται τη συμμετοχή του διαβόλου για να τους βάλουν σε σκέψεις σχετικά με το θέμα της πίστης. Αναμφίβολα είναι μία θεματική, η οποία συναντάται απειροελάχιστα στα βιντεοπαιχνίδια και ακόμα λιγότερο αν λάβουμε υπόψη ότι εδώ εμφανίζεται για να της ασκηθεί έντονη κριτική.
Η Odd Meter ευτυχώς έχει την κατάλληλη γραφή ώστε να προσεγγίσει το θέμα με έξυπνο τρόπο, καταφέρνοντας να δώσει τροφή για σκέψη, θέτοντας ορισμένα εύλογα ερωτήματα και περιέχοντας ιδιαίτερες οπτικές γωνίες. Ίσως ένα ελάττωμα αποτελεί η μονόπλευρη τοποθέτηση της εταιρίας, αλλά ακόμα κι έτσι αποτελεί μόνο θετικό στοιχείο ότι διάφορες συζητήσεις και σκέψεις των χαρακτήρων μπορούν κάλλιστα να οδηγήσουν σε συζητήσεις και σκέψεις πέρα από τα όρια του παιχνιδιού.
Η δραματική του υπόσταση επίσης καλλιεργείται με ωραίο τρόπο, δίχως υπερβολές, καταφέρνοντας να οδηγήσει σε ορισμένες έντονες και ανθρώπινες στιγμές. Έξυπνη είναι και η τεχνοτροπία που ακολουθείται στα λιγοστά flashbacks που μας δείχνουν μία κομβική στιγμή της παιδικής ηλικίας της Indika. Αυτές οι σκηνές έρχονται με τη χρήση της pixel art, σαν να προέρχονται από παιχνίδια της δεκαεξάμπιτης εποχής, κάτι που σαφέστατα συνάδει κατάλληλα με την έννοια του flashback αλλά και με τη γενικότερη σουρεάλ αισθητική που επικρατεί.
Ακόμα πιο ευφάνταστος είναι ο τρόπος που ενσωματώνονται τα experience points και level ups. Μαζεύοντας collectibles ή εκτελώντας συγκεκριμένες ενέργειες, αποκτούμε xp, τα οποία μας επιτρέπουν να ανεβάσουμε το level της Indika. Το αστείο της υπόθεσης – και το… “τρολάρισμα” από πλευράς Odd Meter – είναι ότι στα tips των loadings screens το παιχνίδι μάς αναφέρει ότι δεν θα πρέπει να δίνουμε σημασία στα xp καθώς αυτά είναι ανούσια.
Κατά τη δική μας ανάγνωση αυτό έρχεται ως μία gaming παραβολή, παράλληλη με το θέμα της πίστης, καθώς παρόλο που το μήνυμα περί ανούσιων xp είναι σαφές, και πάλι υπάρχει η “πίστη” ότι συλλέγοντάς τα με κάποιο τρόπο η Indika θα ισχυροποιηθεί ή έστω θα έχουν κάποιον θετικό αντίκτυπο στην ιστορία. Το θέμα των xp χρησιμοποιείται σχεδόν ως ένα meta εργαλείο, που με το δικό του τρόπο, συνοδεύει με έναν ταιριαστά “γκεϊμίστικο” τρόπο (αν μας επιτραπεί ο όρος) την άποψη που επιχειρεί να περάσει η ομάδα ανάπτυξης.
Όσον αφορά στο αμιγώς gameplay κομμάτι, στους εκτενείς περιπάτους μας παρεμβάλλονται ορισμένοι περιβαλλοντικοί γρίφοι που απαιτούν μία αμυδρά παρατηρητικότητα. Η περιορισμένη έκταση του χώρου όπου λαμβάνει χώρα κάθε γρίφος σημαίνει ότι δεν θα χρειαστεί ιδιαίτερη ώρα για να βρείτε τη λύση. Άλλωστε, ο βαθμός δυσκολίας τους δεν είναι υψηλός και με λίγο πειραματισμό η απάντηση θα εμφανιστεί. Θετικό είναι βέβαια ότι οι περισσότεροι από αυτούς δεν επαναλαμβάνονται αλλά ούτε και κουράζουν στον τρόπο επίλυσής τους.
Σχεδόν χαμένη ευκαιρία θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε τα σημεία όπου δημιουργείται τόσο μεγάλη ένταση μεταξύ Indika και διαβόλου, όπου ενώ μιλάει ο δεύτερος και βλέπουμε τον κόσμο να αλλάζει δομικά και να παίρνει μία κόκκινη απόχρωση, μόνο για να επανέλθει στην αρχική του μορφή όταν επιλέξουμε η Indika να προσευχηθεί.
Οι εναλλαγές ανάμεσα σε αυτές τις δύο δομές του κόσμου δημιουργούν ενδιαφέροντα platform σημεία, που συνοδεύονται από την αρκετά εντυπωσιακή οπτικοακουστική αποτύπωση. Δυστυχώς, αυτά τα σημεία είναι ελάχιστα και δείχνουν ότι θα μπορούσαν να αναπτυχθούν σε πιο καίριο gameplay μηχανισμό.
Ένα πιο εμφανές αρνητικό σημείο προκύπτει από τη μικρή διάρκεια των 3-4 ωρών. Δεν είναι βέβαια κάτι σπάνιο σε τέτοιου είδους αφηγηματικές εμπειρίες να παρατηρείται μικρή διάρκεια (ορθώς στις περισσότερες περιπτώσεις), στην προκειμένη ωστόσο δεν γίνεται παρά να φανεί ως περιοριστική. Σε αυτήν την αίσθηση οδηγεί η καλογραμμένη ιστορία και η ιδιαίτερα συμπαθητική Indika, ο χαρακτήρας της οποίας θα μπορούσε να ξεδιπλωθεί περισσότερο. Επιπλέον, τα διάφορα ενδιαφέροντα σκηνικά, τελικά μας αφήνουν με την όρεξη, όντας λίγα σε ποικιλία.
Και πραγματικά, ο εικαστικός τομέας του Indika είναι υψηλής ποιότητας, μεταφέροντάς μας σε ένα σκηνικό που μπορεί να πείσει μεν ότι είναι από τα τέλη του 19ου αιώνα (βάσει ρουχισμού, αρχιτεκτονικής κ.λπ.), εμπλουτισμένο με ορισμένα στοιχεία που δημιουργούν την εντύπωση ότι ίσως και να είμαστε σε έναν φανταστικό κόσμο. Υπάρχουν, για παράδειγμα, steampunk πινελιές σε ορισμένα μεταφορικά μέσα, ενώ ορισμένα κτίσματα που θα βρεθούμε φαντάζουν σχεδόν κυκλώπεια λόγω της κλίμακάς τους.
Το οπτικό κομμάτι αποδίδεται μέσω μίας μουντής χρωματικής παλέτας και μέσα από ένα συνεχές χιονισμένο τοπίο, που στολίζει κατάλληλα τα ρημαγμένα χωριά και τις, φαινομενικά, εγκαταλελειμμένες εργοστασιακές εγκαταστάσεις, που με τη σειρά τους πλαισιώνουν ιδανικά την πεσιμιστική και βαριά θεματική του Indika. Τα techno ακούσματα σε στιγμές έντασης περιέργως καταλήγουν ταιριαστά, καθώς καταλήγουν να συνοδεύουν αρμονικά (κατά παράδοξο τρόπο) τις ποικίλες σουρεάλ και αλλοπρόσαλλες σκηνές που προκύπτουν στην περιπέτεια της Indika.
Η Odd Meter καταφέρνει τελικά να μεταφέρει ένα πραγματικά αξιοσημείωτο αφηγηματικό παιχνίδι και ας δείχνει περιορισμένο στη διάρκειά του. Δεν είναι εύκολο άλλωστε ένας τίτλος να καταφέρει να δώσει τροφή για σκέψη και να αποτελέσει έναυσμα για πιθανές πολύωρες συζητήσεις και μάλιστα για μία θεματική, με την οποία ελάχιστα παιχνίδια έχουν επιχειρήσει να καταπιαστούν. Το δίχως άλλο, η Indika πιστεύουμε ότι θα μας μείνει ως ένας από τους πλέον αξιομνημόνευτους χαρακτήρες του είδους – ένα διόλου ευκαταφρόνητο κατόρθωμα.
To INDIKA κυκλοφορεί από τις 2/5/24 για PS5, PC και Xbox Series. Το review μας βασίστηκε στην έκδοσή του για PC, με review code που λάβαμε από την Odd Meter.