Ο πόλεμός τους
Ξυπνά το Φάντασμά μας
Ζήτημα τιμής.
Το ημερολόγιο στον τοίχο έδειχνε 7 Αυγούστου του 2020, όταν η Sony κυκλοφόρησε τον πρώτο της PlayStation 4-exclusive τίτλο της, το Horizon: Zero Dawn Complete Edition, στους υπολογιστές. Η κοινότητα, αφού προσπάθησε να αξιολογήσει τη σημασία αυτού του γεγονότος, το οποίο θα επαναπροσδιόριζε τη σχέση του PlayStation brand με το οικοσύστημα των ηλεκτρονικών υπολογιστών, ευθύς αμέσως άρχισε να σκέφτεται ένα μόνο πράγμα: το πότε θα ερχόταν στους υπολογιστές το πιο πρόσφατο πόνημα της Sucker Punch: το Ghost of Tsushima.
Ένας τίτλος που είχε κυκλοφορήσει τον περασμένο μόλις μήνα και είχε προκαλέσει μια ιδιαίτερη αίσθηση στα δεδομένα της gaming βιομηχανίας και κάνοντας τους απανταχού παίκτες των υπολογιστών να αποζητούν τη μέρα που η Sony θα αποφάσιζε να φέρει το Ghost of Tsushima στους υπολογιστές.
Λιγότερο από 4 χρόνια αργότερα, η ώρα έφτασε, με τη κυκλοφορία του Ghost of Tsushima: Director’s Cut. Μια ανανεωμένη, δηλαδή, έκδοση του αρχικού παιχνιδιού, που έρχεται μαζί με ένα story expansion, το multiplayer mode Legends, αλλά και μια σειρά αλλαγών που έρχονται να τονίσουν ακόμα περισσότερο το immersion που προσφέρει το υπέροχο σκηνικό του παιχνιδιού, αλλά και τις επαυξημένες δυνατότητες που προσφέρει το παιχνίδι στους υπολογιστές, αλλά και στο PlayStation 5, όπου και είχε διατεθεί νωρίτερα.
Αυτή η έκδοση του Ghost of Tsushima είναι μακράν η βέλτιστη – και για τους κατόχους ηλεκτρονικών υπολογιστών που ξεκινούν το παρθενικό τους ταξίδι στη φεουδαρχική Ιαπωνία, η συγκεκριμένη έκδοση αποτελεί και το καλύτερο εχέγγυο για μια μοναδική εμπειρία, δουλεμένη και βελτιωμένη από το αρχικό λανσάρισμα, που έρχεται να επισφραγίσει το μεράκι και την πίστη των δημιουργών στο πόνημά τους.
Τι είναι, αρχικά, το Ghost of Tsushima; Είναι ένα ταξίδι σε έναν κόσμο και μια κουλτούρα που νομίζουμε ότι ξέρουμε, για να ανακαλύψουμε πως, στην πραγματικότητα, δεν έχουμε καν ξεκινήσει να αγγίζουμε την επιφάνεια. Είναι ένα ψηφιακό ηθογράφημα των ανθρώπων της, από τον ταπεινό χωρικό, έως και τον υψηλόβαθμο shogun, το οποίο προσπαθεί με τρόπο άμεσο και χωρίς περιστροφές να ερμηνεύσει τον αξιακό τους κώδικα. Είναι ένα παιχνίδι που μας εισάγει σε μια τοποθεσία που ακροβατεί επικίνδυνα ανάμεσα στη γαλήνη της ειρήνης και την καταστροφή του πολέμου, ανάμεσα στην ανάπτυξη τεχνολογιών και την προσέγγιση του υπερφυσικού.
Κυρίως, όμως, είναι μια ευκαιρία για να τεθούν νέα όρια ανάμεσα στο τι είναι σωστό ή λάθος, έντιμο ή άτιμο, σύμπνοια ή λόγος προδοσίας. Είναι ένα από τα ελάχιστα εκείνα παιχνίδια που θα αγγίξουν τον κάθε παίκτη με εντελώς διαφορετικό τρόπο, θα του επιτρέψει να κρίνει και να αξιολογήσει τα δεδομένα με βάση τα ατομικά του κριτήρια και θα ολοκληρώσει το ταξίδι με τρόπο εκείνο που ανταποκρίνεται καλύτερα στις δική του ψυχοσύνθεση, τις δικές του αποστολές.
Και όλα αυτά έρχονται μέσα σε ένα από τα πιο ενδιαφέροντα αφηγηματικά πλαίσια που έχουμε συναντήσει σε παιχνίδια του είδους, με μια ιστορία ώριμη και μεστή στο μεγαλύτερο τμήμα της – όταν, βέβαια, δεν αποσυντονίζει τον παίκτη με την πληθώρα των ιστοριών και ορισμένων εντελώς αδιάφορων αποστολών και χαρακτήρων, που περισσότερο αποπροσανατολίζουν παρά τονίζουν την προσπάθεια των δημιουργών να προσφέρουν κάτι που δε θυμίζει, πλέον, τη σειρά Infamous.
Και μέσα σε όλα αυτά έχουμε τον Jin Sakai, τον πρωταγωνιστή του Ghost of Tsushima, αλλά και του πακέτου επέκτασης Ikki Island. Ο Jin είναι ένας χαρακτήρας που από πολύ νωρίς καλείται να συγκρουστεί με ολόκληρο το είναι του, με την ανατροφή που έλαβε από πολύ νωρίς έτσι ώστε να ενστερνιστεί απόλυτα τον bushido των samurai. Έναν κώδικα τιμής, που αναγκάζει τον πολεμιστή να αγωνιστεί τίμια, κοιτώντας στα μάτια, σεβόμενος τον αντίπαλό του. Μια μέθοδο αναμέτρησης όπου κάθε κίνηση είναι μελετημένη στην ακρίβεια, από το ελαφρύ τράβηγμα της λεπίδας από το θηκάρι, έως και την εκτέλεση της θανάσιμης εκείνης κίνησης που δεν θα δώσει περιθώριο στον αντίπαλο να αναλογιστεί τι τον χτύπησε.
Απέναντι σε έναν εχθρικό στρατό, οι πολεμιστές του οποίου έχουν μάθει να μάχονται σαν άγρια θηρία, αγνοώντας τη λεπτή τέχνη της εκπαίδευσης των ευγενών samurai, ο Jin καλείται να αφήσει στην άκρη την τέχνη των samurai και να υιοθετήσει μια περσόνα μάχης που αγγίζει τα όρια του λαϊκου θρύλου, που θα σπείρει τον όλεθρο μέσα από τις σκιές και τα σκοτάδια, αλλά που την ίδια στιγμή θα προκαλέσει την οργή των ανωτέρων του.
Αυτή η εξελικτική πορεία που ακολουθεί ο Jin, ως άλλος τραγικός χαρακτήρας, χαμένος ανάμεσα στο «πρέπει» και την αποτελεσματικότητα των τακτικών του, είναι από τα πιο δυνατά σημεία που αναμέναμε να παρακολουθήσουμε πριν ακόμα το παιχνίδι κυκλοφορήσει, χωρίς να απογοητευόμαστε από τον τρόπο με τον οποίο αυτό προσφέρεται ως τμήμα της κεντρικής ιστορίας. Αντίθετα, ορισμένοι χαρακτήρες και το κυρίως κομμάτι των δευτερευουσών αποστολών είναι από τα στοιχεία του τίτλου που θα μπορούσαν κάλλιστα να είχαν παραληφθεί από το κυρίως παιχνίδι. Είναι, ξεκάθαρο, όμως πως βρίσκονται εδώ για να καλύψουν τα κενά του ανοικτού κόσμου, συνηγορώντας εν μέρει στις γενικότερες αδυναμίες του είδους.
Ο ανοικτός, όμως, κόσμος του παιχνιδιού σε καμία περίπτωση δεν έρχεται να προστεθεί στη λίστα των αρνητικών. Το νησί της Tsushima, που σχεδιαστικά δεν διαφέρει σε τίποτα από το αληθινό νησί, καλλιτεχνικά είναι ένα σύνολο εμπειριών και ιδεών που μετατρέπει κάθε μας βήμα σε αυτό μια ξεχωριστή, ονειρεμένη εμπειρία. Τα πλάνα που παρατηρούμε στα cutscenes και στις πανέμορφες σεκάνς των μονομαχιών είναι δοσμένα με κινηματογραφική ματιά, με το γενικότερο art style να προσφέρει στον παίκτη ένα οπτικό αποτέλεσμα εφάμιλλο του οποίου δύσκολα μπορούμε να πούμε πως έχουμε δει ξανά, τέσσερα χρόνια μετά την αρχική του κυκλοφορία.
Η Tsushima είναι ένας τόπος πανέμορφος, που σχεδόν προ(σ)καλεί τον παίκτη να εξερευνήσει κάθε του σπιθαμή. Μια ομορφιά που συναντιέται πολύ σπάνια σε open-world χάρτες, που αποτελεί σχεδιαστικό καύχημα της Sucker Punch και ανοιχτή πρόκληση προς κάθε λογής σχεδιαστές και «δημιουργούς κόσμων» εκεί έξω. Η αίσθηση αυτής της ομορφιάς δεν αλλάζει, ανεξάρτητα από το ρυθμό συχνότητας που μεταβάλλονται τα σκηνικά.
Ο παίκτης μπορεί να μείνει με το στόμα ανοιχτό όταν ο χαρακτήρας μας περιδιαβαίνει με το άλογό του ένα λιβάδι με ανθισμένα λουλούδια, ανεξάρτητα από το αν αυτά είναι βιολέτες ή χρυσάνθεμα. Το ίδιο συμβαίνει όταν στέκεται σε παράκτια σημεία, με τον ήλιο να αχνοφαίνεται πριν το ξέσπασμα της καταιγίδας. Μια επίσκεψη στο Χρυσό Ναό και μια σύντομη περιήγηση στο Χρυσαφένιο Δάσος την ώρα του δειλινού είναι επίσης λόγος για τον παίκτη να χρησιμοποιήσει τον εσωτερικό μηχανισμό λήψης φωτογραφιών και να τη χρησιμοποιήσει ως background στις συσκευές του.
Η καλλιτεχνική απόδοση της Tsushima είναι αναμφισβήτητα από τα πιο δυνατά σημεία του τίτλου και η αναπαραγωγή του τίτλου ακόμα και σε ένα μηχάνημα κοντά στις ελάχιστες απαιτήσεις του τίτλου δεν θα απογοητεύσει τον παίκτη. Και δεν είναι μόνο η φυσική ομορφιά του κόσμου της Tsushima και η καλλιτεχνική θεώρησή του που θα συγκινήσει και θα «ταξιδέψει» νοερά τον παίκτη. Είναι και η ίδια η υπόστασή του, που λειτουργεί ως καταλύτης για τους παίκτες εκείνους που θέλουν να ανακαλύψουν και να εξερευνήσουν μια άλλη Tsushima – εκείνη των θρύλων, των πνευμάτων.
Την Tsushima που καλύπτεται από μια υπερκόσμια αίγλη, όπου τα πνεύματα των θεών (kami) χρησιμοποιούν ζωάκια για να οδηγήσουν τον Jin στο μονοπάτι της προσωπικής του ενδυνάμωσης. Την Tsushima που είναι διάσπαρτη από ιερές τοποθεσίες που δεν είναι εύκολα προσβάσιμες και απαιτούν προσεκτική προσέγγιση ως προς την ανεύρεση των θησαυρών που κρατούν καλά κρυμμένα.
Την Tsushima γεμάτη σημεία για ενδοσκόπηση και στιγμές ολικής εναρμόνισης με τον κόσμο, είτε πρόκειται για την ευκαιρία του Jin να συνθέσει ένα haiku, είτε απλώς για να απολαύσει ένα ζεστό λουτρό στις ιαματικές πηγές του νησιού, θεραπεύοντας τις πληγές του σώματος και της ψυχής του. Κοινώς, αναφερόμαστε σε γνώριμους μηχανισμούς gameplay που έχουμε συναντήσει ξανά και ξανά σε αντίστοιχα παιχνίδια του είδους – όμως το Ghost of Tsushima καταφέρνει και τους προσφέρει με έναν τρόπο που δίνει νόημα και βάθος στην απλότητά τους: έναν τρόπο που ξεχειλίζει νοσταλγία για τον χαμένο κόσμο της φύσης και που αγγίζει τα όρια του ρομαντισμού.
Και μέσα σε όλα αυτά έχουμε την έντονη παρουσία του ανέμου και τον κομβικό ρόλο που κατέχει στο παιχνίδι. Ο άνεμος είναι η οδηγήτρια δύναμή μας και ο Jin, ως Φάντασμα, ξεχύνεται μέσα από την αύρα για να αποδώσει δικαιοσύνη για το λαό του, με τον τρόπο που αποφασίζει πως είναι και ο πιο δίκαιος. Εκτός από τις αποστολές, ο άνεμος μπορεί να οδηγήσει και στα διάσπαρτα μυστικά του νησιού και είναι, σχεδόν βέβαιο, πως θα γίνει ο καλύτερος φίλος του παίκτη που θα θελήσει να μην αφήσει πέτρα ασήκωτη στο διάβα του.
Η έλλειψη οποιουδήποτε mini map ή άλλου HUD στοιχείου επί της οθόνης μετατρέπει τον μηχανισμό του ανέμου σε ένα πολύτιμο πολυεργαλείο, που συνεχίζει να συμβάλλει ακόμα περισσότερο στη «βύθιση» του παίκτη στον κόσμο του παιχνιδιού. Η εξερεύνηση λειτουργεί απρόσκοπτα και ο παίκτης θα χρειαστεί μόνο να ανοίξει το κεντρικό μενού όταν θα κληθεί να επιλέξει την επόμενη στάση στο ταξίδι του, είτε αυτό αφορά το ταξίδι του Jin, είτε των υπολοίπων ηρώων που συναντά, είτε ακόμα και μια από τις πολλές ιστορίες της Tsushima που περιμένουν να ανακαλυφθούν και να αποκαλύψουν νέα στοιχεία για το τι συμβαίνει πραγματικά στον κόσμο του παιχνιδιού.
H LG παρουσίασε την τεχνολογία webOS Cloud Gaming
Το περίπτερο PAX West της εταιρείας παρουσιάζει τις δυνατότητες παιχνιδιών webOS….
PlayStation 5 Pro: έρχεται τον Νοέμβριο
Με κόστος 800€ έρχεται να καλύψει το κενό μεταξύ απόδοσης και γραφικών….
Φυσικά, όπως είναι αναμενόμενο, το ταξίδι δεν θα είναι εύκολο. Μογγόλοι, ρόνιν και ληστές θα παραμονεύουν σε κάθε σχεδόν βήμα, προσδοκώντας να βάλουν ένα τέλος στην επέλαση του σαμουράι. Κάθε αναμέτρηση, όμως, είναι μια ευκαιρία να εντρυφήσει ο παίκτης στο υπέροχο σύστημα μάχης του παιχνιδιού. Με διαφορετικές στάσεις για να ανταποκρίνεται άψογα απέναντι σε διαφορετικούς τύπους εχθρών, οι ξιφομαχίες αποτελούν και τον βασικό κορμό του συστήματος μάχης, ο οποίος θεωρούμε πως λειτουργεί απροβλημάτιστα και προσφέρει μια μοναδική εμπειρία αναμέτρησης.
Εκτός από την katana, μια ποικιλία εκηβόλων και ταχυβόλων όπλων είναι εκεί για να βοηθήσει τον παίκτη στο να φέρει σε πέρας κάθε μορφή αναμέτρησης, είτε έχοντας να αντιμετωπίσει εχθρούς από ασφαλή απόσταση, είτε με το να κάνει crowd control σε πλήθος εχθρών που ορμάνε μαινόμενοι εναντίον μας.
Στον πόλεμο με απρόβλεπτους και βάρβαρους εχθρούς, ο τρόπος επίθεσης των οποίων προσφέρει έντονες αναμετρήσεις, κάθε τεχνική που ξεκλειδώνεται και κάθε όπλο που αποκτάται και αναβαθμίζεται είναι πολύτιμοι σύμμαχοι. Ειδικά αν κάποιος παίξει σε υψηλότερα επίπεδα δυσκολίας (μια ιδιαίτερη εμπειρία, μάλιστα, περιμένει όσους ασχοληθούν με τον υψηλότερο βαθμό), θα διαπιστώσει πως η ποιότητα και η ποικιλία του εξοπλισμού είναι λόγος επένδυσης σε αυτόν, καθώς θα βγάλει τον παίκτη ασπροπρόσωπο, σε πολύ δύσκολες καταστάσεις.
Και αν αναλογιστούμε το πόσο δεμένο και στιβαρό είναι το σύστημα ελέγχου και πόσο γρήγορα μπορούμε να κάνουμε αλλαγές στον εξοπλισμό μας εν μέσω μάχης, θα εκτιμήσουμε ακόμα περισσότερο τη δουλειά που έχει κάνει η ομάδα ανάπτυξης στο να οργανώσει ένα πλήρως χρήσιμο και λειτουργικό μηχανισμό μάχης, που συνδυάζεται σωστά με τους υπόλοιπους μηχανισμούς του τίτλου.
Θα μπορούσαμε ώρες να μιλάμε για αυτό το παιχνίδι. Αυτό, ωστόσο, έχει ήδη γίνει στο παρελθόν, μέσα από το κείμενό μας για την αρχική έκδοση του τίτλου, αλλά και για την κυκλοφορία της ομότιτλης έκδοσης στο PlayStation 5. Σε αυτό το σημείο θα αποφύγουμε να αναφέρουμε περισσότερα, αφήνοντας το χώρο και το χρόνο στους παίκτες να διαβάσουν μόνοι τους την αρχική μας άποψη και να δουν γιατί αυτός ο τίτλος μας μάγεψε – και συνεχίζει, φυσικά, να το κάνει.
Εμείς θα αναφερθούμε πιο ειδικά στην έκδοση των ηλεκτρονικών υπολογιστών, αναφέροντας πως πρόκειται για ένα από τα πιο όμορφα παιχνίδια που μπορεί κάποιος να δει στο οικοσύστημα των PCs, όπως επίσης και ένα από τα πιο άρτια παιχνίδια, από τεχνικής άποψης. Κινδυνεύουμε να ακουστούμε τετριμμένοι, αλλά το μαγικό χέρι της Nixxes εργάστηκε σε μια εξαιρετική μεταφορά των τίτλων. Από την ημερομηνία κυκλοφορίας μέχρι και σήμερα έχουν γίνει ορισμένες διορθωτικές παρεμβάσεις, που ωστόσο δεν έχουν επηρεάσει στο ελάχιστο την εμπειρία που αποκομίζουμε από την αρχή στο σύστημά μας.
Τόσο στο single player κομμάτι του τίτλου, όσο και στο multiplayer mode, η εμπειρία μας είναι απρόσκοπτη και ομαλότατη, ενισχύοντας ακόμα περισσότερο την αντίληψή μας για το πόσο όμορφος είναι ο κόσμος της Tsushima. Δοκιμάζοντας το παιχνίδι σε φορητούς υπολογιστές (Steam Deck και Legion Go) διαπιστώσαμε επίσης πως, με τις κατάλληλες ρυθμίσεις και τη χρήση upscaling technologies, η απόδοση του παιχνιδιού ήταν ιδανική, προσφέροντας αυξημένα και σταθερά framerates και πανέμορφη εικόνα, με ελάχιστα οπτικά glitches που στην πορεία διορθώθηκαν και ουδέποτε επηρέασαν την εμπειρία μας.
Με άλλα λόγια, η Sony και η Nixxes έρχονται να κάνουν μια πανέμορφη πρόταση σε κατόχους ποικίλλων μηχανημάτων, διαφορετικών ίσως επιδόσεων, που θα καταφέρει να τους ικανοποιήσει, να τους ταξιδέψει, να τους προσφέρει μια μοναδική εμπειρία. Ό,τι δηλαδή περιμένουμε από ένα παιχνίδι τέτοιου μεγέθους και βεληνεκούς.
Γιατί, στο τέλος της ημέρας, αυτό είναι το ζητούμενο με ένα παιχνίδι. Να μπορεί να προσφέρει μια εμπειρία που θα προσφέρει οπτικά ερεθίσματα και θα μιλήσει στο νου και την ψυχή ενός παίκτη. Το Ghost of Tsushima είναι ένα τέτοιο παιχνίδι. Είναι ένας τίτλος που έχει παθογένειες; Ναι – απόρροια, ωστόσο, του είδους. Και η αλήθεια, είναι, πως το παιχνίδι δίνει τη δυνατότητα να ολοκληρώσει κάποιος τον τίτλο χωρίς να επενδύσει άσκοπο χρόνο σε βαρετές αποστολές και χαρακτήρες, ανεξάρτητα από το ποσό της ανταμοιβής ολοκλήρωσης.
Στο τέλος της ημέρας, αυτό που μένει είναι μια υπέροχη action-adventure εμπειρία, χωρίς ψεγάδια στο τεχνικό της κομμάτι, με χορταστικό gameplay που δεν κουράζει και με ένα setting που είναι μαγικό – ό,τι και αν σημαίνει αυτή η λέξη για τον καθένα. Η κυκλοφορία του Ghost of Tsushima: Director’s Cut για τους υπολογιστές είναι ένα δώρο που κάνει η Sony στους κατόχους υπολογιστών.
Ένα δώρο που καθυστέρησε να έρθει, αλλά ο ερχομός του δικαίωσε την προσμονή, μεγάλωσε τη λαχτάρα και γιγάντωσε την ικανοποίησή μας. Είναι ένα πλήρες πακέτο με το βασικό παιχνίδι, το πακέτο επέκτασης Ikki Island και ένα ενδιαφέρον multiplayer mode για όσους αρέσκονται να παίζουν διαδικτυακά, που προσφέρεται εξ’ ολοκλήρου στον παίκτη από την αρχή, χωρίς να αφαιρεί τίποτα.
Ενδόμυχα ζηλεύουμε εκείνους τους παίκτες που θα ξεκινήσουν το ταξίδι τους στη Tsushima για πρώτη φορά και περιμένουμε με θρησκευτική, σχεδόν, προσήλωση τον επόμενο, μεγάλο PlayStation τίτλο που θα κοσμήσει το οικοσύστημα των PCs, καθώς αναλογιζόμαστε το εξής…
Χρώμα ελπίδας
Ο μεγάλος άνεμος
Δικαιοσύνη.
Το Ghost of Tsushima Director’s Cut κυκλοφορεί για PC από τις 16/5/24. Το review μας βασίστηκε σε review code που λάβαμε από το PlayStation Greece.