Το Conscript είναι ένα survival horror παιχνίδι με σκηνικό τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, δημιουργημένο από τον Αυστραλό Jordan Mochi. Ο παίκτης ενσαρκώνει τον Andre, έναν στρατιώτη στη Μάχη του Βερντέν, ο οποίος αναζητά τον χαμένο αδερφό του, Pierre, στα χαρακώματα. Οι βασικοί αντίπαλοι είναι οι Γερμανοί στρατιώτες, και η ατμόσφαιρα της κλειστοφοβίας ενισχύεται από το ρεαλιστικό σκηνικό του πολέμου. Το παιχνίδι δίνει έμφαση στην εξερεύνηση και στην επιβίωση με περιορισμένα εφόδια. Αν και δεν προσφέρει καινοτομίες, το Conscript καταφέρνει να αποδώσει με επιτυχία τη φρίκη του πολέμου, αποφεύγοντας υπερφυσικά στοιχεία.
Μερικά λεπτά ενασχόλησης με το Conscript αρκούν για να πείσουν τον οποιονδήποτε ότι ο πόλεμος των χαρακωμάτων του 1ο Παγκοσμίου Πολέμου αποτελεί ένα ιδανικό σκηνικό για το είδος του survival horror. Ένα “κενό” που φαίνεται πως εντόπισε πριν από επτά χρόνια ο νεαρός Joran Mochi, εκ της Αυστραλίας, ξεκινώντας τον μακρόχρονο κύκλο ανάπτυξης. Το -κατά βάση- σόλο εγχείρημα του Mochi πραγματικά δίνει την εντύπωση ενός μικρού άθλου, καθώς έχουμε στα χέρια μας μία γεμάτη εμπειρία που πατάει γερά στις επιταγές του είδους, διαχειριζόμενο σε πολύ καλό βαθμό το ιδιαίτερο σκηνικό όπου εκτυλίσσεται.
Βρισκόμαστε στο 1916, στη Μάχη του Βερντέν, την πιο αιματηρή και εκτενή σύγκρουση του 1ου Παγκοσμίου Πολέμου. Εμείς παίρνουμε τον ρόλο του Andre, ενός νεαρού στρατιώτη που έχει μεταφερθεί στο πεδίο της μάχης, μαζί με τον αδερφό του, τον Pierre. Η ιστορία ξεκινάει στα χαρακώματα, όταν ο Andre πληροφορηθεί ότι τα ίχνη του αδερφού του χάθηκαν έπειτα από μία σύγκρουση με τον γερμανικό στρατό.
Φοβούμενος για τα χειρότερα, θα επιχειρήσει να τον εντοπίσει, δίχως βέβαια να εγκαταλείπει ποτέ τα στρατιωτικά του καθήκοντα. Έχοντας ως βασικό σεναριακό κομμάτι τη διάσωση του αδερφού του, θα εκτυλιχθεί μια περιπέτεια επιβίωσης, χτισμένη γύρω από τη φρίκη του πολέμου και τις διαρκείς συγκρούσεις μεταξύ Γάλλων και Γερμανών στρατιωτών.
Σε αυτό το σημείο το Conscript καταφέρνει κάτι ιδιαίτερα ενδιαφέρον για τα δεδομένα του είδους. Θα περίμενε κανείς, ως είθισται στα survival horror, ότι αργά ή γρήγορα τη σκυτάλη του βασικού κινδύνου θα έπαιρναν τέρατα, απόκοσμες οντότητες ή μεταφυσικά συμβάντα. Εντούτοις, ο Mochi ορθά και -ιδιοφυώς θα μπορούσε να πει κανείς- αντιλήφθηκε ότι η ίδια η αποτρόπαια φύση της Μάχης του Βερντέν, που κόστισε τη ζωή σε περίπου 700.000 ανθρώπων, σε ένα μικρό κομμάτι γης, δεν χρειάζεται κανένα τέρας για να δείξει τη horror πτυχή της, ούτε κανένα μεταφυσικό στοιχείο για να δημιουργήσει την αίσθηση του άγχους και της έντασης.
Η βασική απειλή σε όλη τη διάρκεια του παιχνιδιού παραμένει η εμφάνιση των Γερμανών στρατιωτών, με τα περιορισμένα και ασφυκτικά περιβάλλοντα των χαρακωμάτων και λοιπών ρημαγμένων περιοχών να χτίζουν ιδανικά τη κλειστοφοβία. Δεν αργεί να έρθει η συνειδητοποίηση πως, όντως, η ύπαρξη παραφυσικών οντοτήτων στοιχείων δεν έχει καμία θέση σε αυτήν την εμπειρία, κάτι που σε αντίθετη περίπτωση μάλλον θα αλλοίωνε το μήνυμα που επιθυμούσε να περάσει ο δημιουργός.
Οι αδίστακτες φιγούρες των Γερμανών στρατιωτών με κάθε λογής όπλα (από ρόπαλα και φτυάρια, έως τυφέκια και φλογοβόλα) αρκούν για να δημιουργήσουν την απαιτούμενη horror αίσθηση (αν και με έξυπνο τρόπο, σε κάποιες από τις σορούς τους ενδέχεται να βρούμε φωτογραφίες από τα αγαπημένα τους πρόσωπα, θυμίζοντάς μας ότι δεν εξοντώνουμε απρόσωπες οντότητες, αλλά άτομα που βιώνουν τη φρίκη του πολέμου από τη δική τους πλευρά).
Η αίσθηση του φόβου πλαισιώνεται και από την αποτύπωση της καταστροφής από τις μάχες, βλέποντας παντού πτώματα στρατιωτών, πολεμικών αλόγων, αμάχων, ανάμεσα από τα κατεστραμμένα κτήρια και τη ρημαγμένη φύση. Σε όλα τα παραπάνω καταλυτικό ρόλο διαδραματίζουν η τρωτότητα του χαρακτήρα, τα ελλιπή πυρομαχικά και κάθε λογής εφόδια καθώς και το γεγονός ότι ελέγχουμε έναν κοινό άνθρωπο που προσπαθεί να επιβιώσει με νύχια και με δόντια.
Αυτή η survival αίσθηση μεταφέρεται ικανοποιητικά και στο gameplay. Το Conscript δεν επιχειρεί να επαναπροσδιορίσει τον τροχό, αλλά, αντιθέτως, μεταφέρει τα γνώριμα χαρακτηριστικά των survival horror παλιότερης εποχής. Στο κομμάτι της εξερεύνησης οι χάρτες χωρίζονται σε επιμέρους περιοχές με loadings, που δεν ξεπερνάνε το δευτερόλεπτο, περιέχοντας μια σεβαστή ποικιλία από ξεχωριστούς χώρους, υποστηρίζοντας πλήρως τη γεμάτη διάρκεια του τίτλου (περίπου 12-14 ώρες).
Το περιορισμένο inventory είναι κατάλληλα ισορροπημένο, ώστε ούτε να νοιώθουμε ότι διαρκώς δεν έχουμε χώρο, αλλά βάζοντάς μας και σε σκέψεις για τα αντικείμενα που θέλουμε να έχουμε μαζί μας όποτε βγαίνουμε από τα λιγοστά safe rooms. Στις περισσότερες των περιπτώσεων, οι γρίφοι αφορούν στην εύρεση των σωστών αντικειμένων/κλειδιών για το ξεκλείδωμα πορτών. Ο λειτουργικός χάρτης σημειώνει επαρκώς τις κλειδωμένες πόρτες, με τον καθαρό σχεδιασμό του να βοηθάει σημαντικά στην περιήγηση και στο απαιτούμενο backtracking.
Τα περιβάλλοντα, σε κάθε επιμέρους κεφάλαιο, είναι αρκετά εκτενή, επιτρέποντας την ευχάριστη αίσθηση της εξερεύνησης, ιδίως λόγω της καλής διαρρύθμισης του κάθε χάρτη αλλά και της σχετικά καλής ποικιλίας σε θεματικές (χαρακώματα, εξοχή κ.λπ.), όλες εκ των οποίων έχουν πάντα στο επίκεντρο την καταστροφή που φέρνει ένας πόλεμος. Η εξερεύνηση επίσης είναι κατάλληλα εμπλουτισμένη με διάφορα σημαντικά δευτερεύοντα αντικείμενα, όπως σφαίρες, γιατρικά, resources για upgrades των όπλων και κάθε λογής αντικείμενα που βοηθάνε σημαντικά στην επιβίωσή μας.
Εκεί που ο Mochi έδειξε υπερβάλλοντα ζήλο είναι στο θέμα του backtracking, κάτι που ναι μεν είναι δεδομένο για τη φύση του παιχνιδιού, αλλά ορισμένες φορές θα μπορούσε να μετριαστεί. Αρκετές φορές, ακόμα και αν ξέρει κανείς εκ των προτέρων πού πρέπει να πάει, η εύρεση των βασικών αντικειμένων και το μέρος όπου μπορούν να χρησιμοποιηθούν μας οδηγούν σε διάφορα “μπρος, πίσω” που κουράζουν.
Ορισμένες φορές οι αναγκαστικές επιστροφές σε προηγούμενες περιοχές ενδέχεται να κρύβουν κάποια έκπληξη, αλλά συχνά δεν είναι τίποτα παραπάνω από backtracking άνευ σημασίας, δημιουργώντας την υποψία πως ίσως αυτή η σχεδιαστική επιλογή να αποτελεί προϊόν απειρίας του νεαρού δημιουργού. Παρόλα αυτά, θα πρέπει να τονίσουμε ότι το πρόσημο, στο θέμα της εξερεύνησης, παραμένει θετικό, οδηγώντας στην ευχάριστη και κατάλληλα αγχωτική περιήγηση στους χάρτες του Conscript.
Η επιμονή στους νοσταλγικούς κανόνες των survival horror φαίνεται ακόμα περισσότερο στο κομμάτι της μάχης. Είτε έχει melee όπλο είτε πυροβόλο στα χέρια του, ο Andre όποτε σημαδεύει πρέπει να είναι ακίνητος, όπως επίσης και όταν κάνει reload. Είναι μία παλιομοδίτικη λειτουργία που στην προκειμένη λειτουργεί υπέρ της έντασης στις συγκρούσεις. Η αλήθεια είναι βέβαια ότι δεν θα πρέπει να περιμένετε οποιαδήποτε καινοτομία στον τομέα της μάχης, παρουσιάζοντας υπεραπλουστευμένη AI και υποτυπώδη τακτική, που αφορά στο τρέξιμο, για να πάρουμε απόσταση και ενίοτε τη χρήση του dodge.
Το παραπάνω δεν θα λέγαμε ότι αναιρεί την ένταση που προκύπτει στις συγκρούσεις και το άγχος που δημιουργείται όταν τα εφόδιά μας αρχίζουν να στερεύουν. Για τα δεδομένα της εμπειρίας που επιθυμεί να προσφέρει θα λέγαμε ότι η μάχη εκπληρώνει τον στόχο της κι ας μην είναι αυτό το κομμάτι που θα αφήσει κάτι με το πέρας της εμπειρίας.
Στο οπτικό επίπεδο, η low-res προσέγγιση ταιριάζει ιδανικά και με το σκέλος της νοσταλγίας αλλά και με τη θεματική του παιχνιδιού. Σαφέστατα αποτελεί προϊόν της -πρακτικά- σόλο ανάπτυξης του παιχνιδιού, καθώς θα ήταν ιδιαίτερα δύσκολο να αποδοθούν λεπτομερή, τρισδιάστατα περιβάλλοντα. Εντούτοις, συνολικά δείχνει εύλογα πως αποτελεί και εικαστική επιλογή, δεδομένου μάλιστα ότι υπάρχει καλή ποικιλία από περιβάλλοντα που αποδίδονται με αρκετή λεπτομέρεια και πυκνότητα (έστω για τα δεδομένα της τεχνοτροπίας).
Αυτή η αισθητική μάλιστα συνάδει με το κομμάτι της αποσύνθεσης που κυριαρχεί σε όλο το παιχνίδι. Αποδίδεται εν τέλει μία εναλλακτική οπτική εικόνα που ξεκάθαρα αποτελεί προσωπική σφραγίδα του Mochi και ικανή να απεικονίσει ωμά την εφιαλτική κατάσταση του πόλεμου των χαρακωμάτων.
Το Conscript σίγουρα δεν θέτει νέα δεδομένα στο είδος, και μάλλον δεν θα αφήσει ανάλογο στίγμα με αυτό του εξαιρετικού Signalis. Παρόλα αυτά, αποτελεί μία ποιοτική survival horror εμπειρία και μάλιστα σε ένα σκηνικό που ελάχιστα έχουμε δει (όχι μόνο στο συγκεκριμένο είδος). Παράλληλα, ο Jordan Mochi αξίζει τα εύσημα όχι μόνο για την τεράστια προσπάθεια που έφερε εις πέρας, αλλά και για το θάρρος / έμπνευση να αποφύγει παραφυσικά μονοπάτια, επιτρέποντας την horror ατμόσφαιρα του πόλεμου των χαρακωμάτων να μεταφερθεί “ανόθευτα”.
Το Conscript κυκλοφορεί από τις 23/7/24 για PS5, PS4, PC, Switch, Xbox Series και Xbox One. To review μας βασίστηκε στην έκδοσή του για PC, με review code που λάβαμε από την Team 17.