Θεωρούμε ότι τα walking simulator (κι ας το πούμε για 100η φορά ότι αποτελεί έναν ιδιαίτερα μειωτικό, παρότι καθιερωμένο, όρο) έχουν καταφέρει να εξελιχθούν αρκετά από τις εποχές των Gone Home και Dear Esther. Ναι, το “περπάτημα” παραμένει ένα χαρακτηριστικό τους γνώρισμα αλλά πλέον επενδύουν αρκετά και σε εμπλουτισμένους gameplay μηχανισμούς που συμβάλλουν καταλυτικά στον τομέα της αφήγησης, διατηρώντας παράλληλα την απλότητά τους. Είναι κάτι που έγινε εμφανές από ορισμένα πρόσφατα ποιοτικά δείγματα του είδους όπως τα Deliver Us Mars και Martha Is Dead, μεταξύ πολλών άλλων.
Ως εκ τούτου, το Return to Grace δεν γίνεται παρά να δίνει την εικόνα ενός walking simulator που φαίενται σαν να έχει έρθει από μία χρονοκάψουλα, αποτελώντας ένα από τα πιο στερεοτυπικά δείγματα του είδους που έχουμε δει το τελευταίο διάστημα. Δυστυχώς, το σενάριο δεν καταφέρνει να υπερκεράσει το -σχεδόν σε “ράγες”- gameplay του, όπως π.χ. είχαμε δει σε εξαιρετικές περιπτώσεις τύπου SOMA ή όπως στο αξιολογότατο The Alien Cube.
Το Return to Grace μας μεταφέρει στο 3820, όπου παίρνουμε τον ρόλο της διαστημικής αρχαιολόγου Adie κατά την αποστολή της για τον εντοπισμό μίας βάσης όπου στεγάζεται μία υπερεξελιγμένη A.I., εγκαταλελειμμένη εδώ και αιώνες. Η εισαγωγή μας βρίσκει ήδη στο συγκεκριμένο πλανήτη όπου εδρεύει η εν λόγω τεχνητή νοημοσύνη, ονόματι Grace, με την Adie μετά βίας να γλυτώνει την πτώση του σκάφους της. Γενικά, η ασύλληπτα μακρινή χρονολογία που διαδραματίζεται το παιχνίδι δεν φαίνεται να έχει ιδιαίτερη σημασία στο χτίσιμο του κόσμου, δεδομένου ότι δεν βλέπουμε κάτι το ιδιαίτερα φουτουριστικό ή αντισυμβατικό.
Το βασικό στοιχείο που επιχειρεί να πείσει ότι είμαστε σε ένα μακρινό μέλλον εντοπίζεται στην ύπαρξη μίας ιδιαίτερα εξελιγμένης A.I., που έχει ουσιαστική προσωπικότητα και νοημοσύνη (αν και πλέον αυτό δεν φαντάζει τόσο μακρινό). Από τα πρώτα λεπτά η προσωπική A.I. της Adie θα χάσει το σήμα της και θα αντικατασταθεί από τέσσερις ξεχωριστές A.I. που θα βρούμε διαδοχικά και σε σύντομο χρονικό διάστημα εντός της ερημωμένης βάσης. Εδώ βρίσκεται ένα από τα λίγα ενδιαφέροντα κομμάτια της ιστορίας καθώς οι τέσσερις A.I. αποτελούν ουσιαστικά τις τέσσερις διακριτές πτυχές της Grace, η οποία είναι πλέον απενεργοποιημένη.
Οι A.I. χαρακτηρίζονται από ισχυρές και σχετικά μονοδιάστατες προσωπικότητες που επικεντρώνονται η κάθε μία στην Ενσυναίσθηση, τη Λογική και τον Αυταρχισμό, κάτι που τους επιτρέπει να ανταποκρίνονται εντελώς διαφορετικά στις παρατηρήσεις και ερωτήσεις της Adie. Αργότερα, οι A.I. θα συνενωθούν σε ζευγάρια δημιουργώντας νέες προσωπικότητες, αμαλγάματα ουσιαστικά των ξεχωριστών προσωπικοτήτων. Εντούτοις, η γραφή δεν προσφέρει κάποια ουσιαστική εμβάθυνση σε αυτή τη σύζευξη των A.I., ούτε ενδιαφέρεται ιδιαίτερα στο θέμα της εξανθρώπισης που ενδέχεται να παρουσιάζουν.
Σαν βασικό στόχο έχουμε την εύρεση του κεντρικού πυρήνα της Grace και της προσπάθειάς μας να την επαναφέρουμε, αλλά έως το τέλος δεν γίνεται ιδιαίτερα σαφής ο λόγος που αυτό αποτελεί επιδίωξη της ηρωίδας. Οι συζητήσεις με τις Α.Ι. αδυνατούν να ωθήσουν σε φιλοσοφικές αναζητήσεις ή να πλέξουν οποιαδήποτε αξιοσημείωτη σχέση τόσο μεταξύ τους όσο και με την Adie.
Όσο για την ίδια την Adie, πέρα από ορισμένες απλοϊκές νύξεις για το παρελθόν της, τελικά δεν μαθαίνουμε οτιδήποτε ουσιαστικά για την προσωπικότητά της και τον απώτερο σκοπό για τον οποίο επέλεξε αυτό το -πρακτικά- μάταιο και παρακινδυνευμένο ταξίδι. Η περιπέτεια καταλήγει σε ένα ιδιαίτερα απότομο φινάλε θέτοντας ένα φιλοσοφικό ερώτημα που θεωρητικά θα είχε βαρύνουσα σημασία, μόνο που το ίδιο το παιχνίδι δεν χτίζει ποτέ μία ουσιαστική πορεία προς αυτό, με αποτέλεσμα να καταλήγει απλά ως κενό ουσίας.
Για το gameplay δεν έχουμε να πούμε πολλά καθώς πρακτικά πέρα από την κίνηση στον χώρο δεν έχουμε κάτι άλλο να κάνουμε, με εξαίρεση κάποια εντελώς scripted άλματα και τη λύση ορισμένων -κατ’ ευφημισμών- γρίφους, για τους οποίους όμως ουσιαστικά οι A.I. μαρτυρούν απευθείας τη λύση τους.
Η μοναδική σχετικά ενδιαφέρουσα πτυχή του παιχνιδιού τελικά αφορά στην αισθητική του, απεικονίζοντας την εγκαταλελειμμένη βάση μέσα από μία 60s οπτική γωνία, με εμφανές ματιές στο art deco, δίχως να το παρακάνει, ενώ σε αυτό το σκηνικό δένει ευχάριστα και η lo-fi φύση της τεχνολογίας. Βέβαια δεν προσφέρει κάτι πραγματικά αξιομνημόνευτο αλλά τουλάχιστον έχει έναν κάποιο χαρακτήρα στην απεικόνιση των περιβαλλόντων.
Η περίπου τετράωρη περιπέτεια της Adie τελικά δυσκολεύεται σε σημαντικό βαθμό να αποτελέσει μία ελκυστική πρόταση ακόμα και για όσους θέλουν μία πλήρως χαλαρωτική απογευματινή/βραδινή walking simulator εμπειρία καθώς δεν είναι σε θέση να προσφέρει ούτε κάποιο σκηνικό ικανό να τραβήξει την προσοχή, ούτε περιέχει χαρακτήρες που να έχουν κάτι να πούνε.
Εν κατακλείδι το Return to Grace δεν μπορεί να προσφέρει κάτι περισσότερο από το να μας θυμίσει τις εποχές της γέννησης του είδους και να μας υπενθυμίσει ότι η συγκεκριμένη κατηγορία παιχνιδιών έχει σημειώσει σημαντική πρόοδο από τα πρώτα της βήματα.
Το Return to Grace κυκλοφορεί από τις 30/5/23 για PC. To review μας παραχώρησε η UberStrategist.