Beat ‘em ups· ένα αγαπημένο είδος όταν τα arcades μεσουρανούσαν στη χώρα μας (πριν εξαφανιστούν λόγω μερικών άσχετων). Ένα είδος που πλέον αποτελεί αποκλειστικότητα της indie σκηνής, διατηρώντας ευλαβικά την πατροπαράδοτη συνταγή, τουτέστιν, αυστηρώς γραμμικά περιβάλλοντα, εύπεπτο σύστημα μάχης και συνολική διάρκεια που δεν ξεπερνάει το μισάωρο. Κάπου εδώ, η Dotemu έρχεται στην εκ νέου συνεργασία με τη Guard Crush Games -του αξιόλογου Streets of Rage 4– για να προσπαθήσει να φέρει μία νέα πινελιά στο είδος.
Αφήνοντας πίσω τη συνήθη διάρκεια του μισάωρου, η γαλλική εταιρία επιχειρεί να φέρει μία επικότερη περιπέτεια που να εκτείνεται για αρκετές ώρες. Ωστόσο, αυτό προσπαθεί να το πετύχει μέσα από το “τρικ” του roguelite είδους και όχι δημιουργώντας έναν πραγματικά ογκώδη κόσμο. Επομένως, το Absolum έρχεται πρακτικά ως ένας συγκερασμός roguelite και beat ‘em up, μία επιλογή που φέρνει τελικά περισσότερα μειονεκτήματα από πλεονεκτήματα στην εμπειρία.

Η ιστορία διαδραματίζεται σε έναν fantasy κόσμο, όπου ο Sun King Azra αρπάζει μία ευκαιρία για να γίνει ο απόλυτος άρχοντας, προσπαθώντας παράλληλα να εξαλείψει τη μαγεία και τους μάγους. Απέναντι από αυτόν τον αδίστακτο νέο βασιλιά θα έρθουν ορισμένοι ήρωες, που με τη βοήθεια μίας μάγισσας θα επιχειρήσουν να ανατρέψουν αυτό το καθεστώς. Εν ολίγοις, μιλάμε για μία τυπικότατη ιστορία αντίστασης και ένα από τα πλέον αδύναμα σημεία του τίτλου.
Οι αναφορές σε περιοχές, lore και η γενικότερη αφήγηση και συζητήσεις είναι απλά αναιμικές και χωρίς ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Αμφιβάλλουμε αν οποιοσδήποτε θα βρει το ενδιαφέρον να εντρυφήσει στο lore, παρά τις απέλπιδες προσπάθειες της αφηγήτριας. Σε άλλη περίπτωση παιχνιδιού του είδους θα λέγαμε ότι αυτό δεν θα αποτελούσε κάποιο θέμα, αλλά σε έναν τίτλο που επιδιώκει να κρατήσει το ενδιαφέρον για πολλές ώρες, μια πραγματικά καλογραμμένη ιστορία θα έδινε το κάτι παραπάνω.

Βέβαια, παραμένοντας ένα beat ‘em up στον πυρήνα του, το ζητούμενο είναι να προσφέρει καθαρόαιμη και ανόθευτη διασκέδαση, μέσα από το ασταμάτητο… “ξυλίκι”. Και αυτός είναι ένας τομέας που η Guard Crush Games δείχνει να κατέχει πολύ καλά. Σταδιακά, θα μπορούμε να επιλέξουμε ανάμεσα από τέσσερις ήρωες, καθένας με τα δικά του όπλα και ειδικές δυνάμεις. Ως είθισται για το είδος, δεν αλλάζει δραματικά το gameplay η επιλογή του ήρωα, αλλά έχουν αρκετές διαφοροποιήσεις, ώστε να αναπτύξετε προτιμήσεις.
Ο κλασικός χειρισμός δηλώνει το παρόν, με τα light και heavy καθώς και τις ειδικές δυνάμεις που χρησιμοποιούν mana και μπορούν να σας βγάλουν από δύσκολες καταστάσεις. Ωραία είναι και η χρήση των blocks, που επιτυγχάνεται εκτελώντας την κίνηση του dash προς της κατεύθυνση μίας εχθρικής επίθεσης, προσφέροντας μία απαραίτητη αμυντική κίνηση, που συχνά λείπει από παιχνίδια του είδους. Οι διάφορες κινήσεις των ηρώων, επιθετικές και αμυντικές, διατηρούν την αρμόζουσα απλότητα, δημιουργώντας ένα πλήρες και εύχρηστο σύστημα μάχης.

Εξυπακούεται ότι κάθε χαρακτήρας έχει τα δικά του animation, προσφέροντας σημαντικούς πόντους στο θέμα της ποικιλομορφίας. Μιλώντας για τα animations, αποτελεί έναν τομέα που η ομάδα ανάπτυξης διαπρέπει. Όλες οι κινήσεις, των ηρώων και των εχθρών, είναι καλοσχεδιασμένες και σε συνδυασμό με τα καλοκουρδισμένα ηχητικά και οπτικά εφέ μεταφέρουν άκρως απολαυστικά την αίσθηση των χτυπημάτων.
Το σίγουρο είναι, ότι όσες ώρες και να ασχοληθείτε με το παιχνίδι, όσο και αν σας κουράσει, δύσκολα δεν θα ευχαριστηθείτε ένα ακόμα πολλαπλό combo, συνοδευόμενο από τα απαραίτητα “παφ”, μίνι slow motions και δουλεμένα animations από ήρωες και εχθρούς.

Οι μάχες είναι εν τέλει από τις πλέον ευχάριστες που μπορεί να συναντήσει κάποιος στο είδος και ένα σκέλος που σίγουρα θα εκτιμήσουν παλιοί και νέοι fans των beat ‘em ups. Είναι κάτι στο οποίο βοηθάει και η σεβαστή ποικιλία από εχθρούς, προσφέροντας ένα εκτενές roster μεταξύ στρατιωτών, goblins, σκελετών, ζώων και διαφόρων άλλων, υποστηρίζοντας έτσι τη φιλοδοξία της Guard Crush Games για ένα παιχνίδι που μπορεί να φτάσει τις 6-8 ώρες διάρκειας (αναμφίβολα μεγάλη διάρκεια για το είδος).
Εκεί που δεν τα πάει τόσο καλά, ή έστω τα πάει κάπως αμφιλεγόμενα, είναι ακριβώς στην προσπάθεια να προσφέρει το κάτι παραπάνω, δηλαδή να μεταφέρει μία μεγάλης διάρκειας beat ‘em up εμπειρία. Όπως αναφέραμε, αυτό επιχειρεί να το επιτύχει με την εισαγωγή roguelike στοιχείων και τη δυνατότητα να επιλέξουμε διαφορετικές διαδρομές.

Ο χάρτης του Absolum χωρίζεται σε διάφορα επίπεδα πολύ μικρής διάρκειας (μικρές αρένες πρακτικά) όπου σε αρκετά σημεία δύναται να επιλέξουμε εναλλακτική πορεία. Το θετικό είναι ότι έχει σχεδιαστεί ένα σημαντικό εύρος διαφορετικών περιοχών (δάση, ορυχεία, βουνά κ.λπ.) πείθοντας έτσι ότι ταξιδεύουμε σε μία εκτενή χώρα αλλά και πως λαμβάνουμε ουσιαστικές επιλογές ανάμεσα από τις διαφορετικές διαδρομές, κάτι στο οποίο βοηθάει και η παρουσία εναλλακτικών εχθρών.
Το θέμα που προκύπτει είναι πως όταν χάσουμε, επιστρέφουμε πάντα στην αφετηρία. Φυσικά, αυτό είναι κάτι σύνηθες στα roguelikes, όμως στην προκειμένη περίπτωση αυτός ο σχεδιασμός απλά δεν ταιριάζει.

Αν και υπάρχουν διαφορετικές διαδρομές και ορισμένα απλοϊκά quests που προσπαθούν να φέρουν νέα δεδομένα στα runs, η αλήθεια είναι ότι αυτά τα στοιχεία ποικιλομορφίας στερεύουν αρκετά γρήγορα. Το αποτέλεσμα είναι ότι όποτε χάσετε, όσο απολαυστικό κι αν είναι το gameplay, δεν γίνεται παρά να δημιουργηθεί γρήγορα μία κόπωση καθώς θα πρέπει να περάσετε από τα ίδια ακριβώς σημεία (δεν υπάρχει κανένα randomization των επιπέδων) για ξαναφτάσετε στο σημείο που χάσατε.
Ίσως είναι θέμα του είδους των beat ‘em up, που δείχνει να μην συνδυάζεται αρμονικά με τις συνιστώσες των roguelikes, σε αντίθεση δηλαδή με τα Dead Cells, Hades και λοιπών πετυχημένων δειγμάτων roguelikes, όπου το στοιχείο της επανάληψης τελικά είναι ατού και όχι γολγοθάς.

Στην περίπτωση του Absolum, δημιουργείται η εντύπωση ενός arcade παιχνιδιού όπου με αυστηρό τρόπο απαιτεί να το τερματίσουμε με ένα πενηντάρικο (εικοσάρικο για τους ακόμα παλιότερους), άνευ επιλογής continue. Σκεφτείτε π.χ. ένα Final Fight ή ένα Cadillac & Dinosaurs όπου ο χαρακτήρας σας θα είχε μόνο μία ζωή.
Ως βοήθημα, όποτε επιστρέφουμε στη βάση γίνεται να κάνουμε διάφορες μόνιμες αναβαθμίσεις (αρκετά αργότερα γίνεται να αποκτήσουμε έως και δύο εξτρά ζωές), οι οποίες όμως δεν θα λέγαμε ότι δίνουν κάτι που αλλάζει δραστικά τον βαθμό δυσκολίας ή τις πιθανότητες επιβίωσής μας. Βέβαια οι εξτρά ζωές είναι ιδιάζουσας σημασίας, αλλά θα λέγαμε ότι θα έπρεπε να είναι εξαρχής διαθέσιμες και να μας δώσουν την απαραίτητη (μικρή) πιθανότητα να φτάσουμε έως το τέλος.

Ως εκ τούτου, γίνεται ολοένα και ποιο δύσκολο να επανέρχεται κάποιος για πολλαπλά runs, ιδίως δεδομένου ότι η ανακάλυψη των διαφορετικών διαδρομών και η εκπλήρωση των quests πραγματοποιείται αρκετά νωρίς. Αν και η εμφάνιση ορισμένων νέων γεγονότων σε κάποια runs είναι ιδιαίτερα ευχάριστη, για να δώσουν αυτήν την αίσθηση της ποικιλομορφίας, αυτά τελικά καταλήγουν να είναι εξαιρέσεις και όχι ο κανόνας.
Θεωρούμε ότι θα ήταν προτιμότερο να υπήρχε ο παραδοσιακός σχεδιασμός, με continues, ώστε να υπάρχει το ελεύθερο να φτάνουμε έως το τελικό boss και τον τερματισμό, κάτι που φυσικά αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο του είδους. Ωστόσο, θα τονίσουμε εδώ ότι το παραπάνω δεν βλάπτει ανεπανόρθωτα την εμπειρία, η οποία και πάλι μπορεί να σας προσφέρει πλήρως αγχολυτικό gameplay ασταμάτητης δράσης.

Εξυπακούεται επίσης ότι το συνεργατικό co-op δύο παικτών (online ή offline) ανεβάζει αρκετά την εμπειρία, αν και η παράλληλη αύξηση της δυσκολίας σημαίνει ότι δεν θα κάνετε και πολύ μεγαλύτερη πρόοδο. Από τη δική μας εμπειρία πάντως -και όπως ήταν αναμενόμενο- το co-op αποδείχθηκε άκρως διασκεδαστικό (τουλάχιστον μέχρι να… επέλθει το έντονο στοιχείο της επανάληψης έπειτα από ορισμένα runs).
Το σύνολο του παιχνιδιού ντύνει ένας ιδιαίτερα όμορφος οπτικός τομέας, με έντονη την κόμικ αισθητική, σχεδιασμένη στο χέρι, με ζωηρά χρώματα. Στο θέμα της μουσικής το Absolum τα πάει πολύ καλά, προσφέροντας διάφορα επικά θέματα που συνοδεύουν ιδανικά τις συνεχείς σκηνές δράσεις, ανάλογα και με τα περιβάλλοντα όπου βρισκόμαστε. Η ποιότητα του soundtrack ήταν μάλλον αναμενόμενη όντας επιμελημένο από συνθέτες που είχαν εργαστεί στα Ori, Dark Souls και Doom Eternal, μεταξύ άλλων.
Τελικά, η αχίλλειος πτέρνα του Absolum δεν είναι άλλη από τη φιλοδοξία της Guard Crush Games να προσφέρει ένα beat ‘em up που θα ξεπερνάει τα στεγανά της μισάωρης διάρκειας. Μόνο που η roguelike προσέγγιση τελικά αδυνατεί να φέρει ένα θετικό πρόσημο, λειτουργώντας περισσότερο ως εμπόδιο παρά ως ένας ουσιαστικός μοχλός επιμήκυνσης της διάρκειας.
Παρόλα αυτά, το απολαυστικό gameplay, σε συνδυασμό με τον δουλεμένο οπτικοακουστικό τομέα, είναι σε θέση να προσφέρουν τη γνώριμη, άκρως διασκεδαστική εμπειρία -έστω σε μικρές δόσεις- που αποτελεί σήμα κατατεθέν του είδους.
Το Absolum κυκλοφορεί από τις 9/10/25 για PS5, PS4, PC και Switch. Το review μας βασίστηκε στην έκδοσή του για PC με review code που λάβαμε από τη Dotemu.
